Υπόθεση που αφορά δικαστική απόφαση για την παραγραφή της υποχρέωσης του ασφαλιστή, έξι μήνες μετά τη γνωστοποίηση από την πλευρά της ασφαλιστικής την άρνηση πληρωμή, αναλύει το esd.gr – Τ.Ν.Π. Σόλων. Ειδικότερα όπως αναφέρεται:
Άκυρη η Συμφωνηθείσα Συμβατική Εξαμηνιαία Παραγραφή μεταξύ της Ασφαλισμένης – Λήπτριας της Ασφάλισης και της Ασφαλιστικής Εταιρίας ως Γενικός Ασφαλιστικός Όρος (ΓΑΟ) της ένδικης σύμβασης ασφάλισης πίστωσης
Ασφαλιστική Σύμβαση Κάλυψης Επαγγελματικών Κινδύνων και Επιχειρηματικών Απαιτήσεων από Πίστωση
Επέλευση Ασφαλιστικής Περίπτωσης
Υποχρέωση του Ασφαλιστή προς Καταβολή του Ασφαλίσματος
(Δημοσιεύεται στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Τεύχος 4ον 2024)
Άκυρη η Συμφωνηθείσα Συμβατική Εξαμηνιαία Παραγραφή μεταξύ της Ασφαλισμένης – Λήπτριας της Ασφάλισης
και της Ασφαλιστικής Εταιρίας ως Γενικός Ασφαλιστικός Όρος (ΓΑΟ) της ένδικης σύμβασης ασφάλισης πίστωσης
Δεν δικαιολογείται η άκρως ευνοϊκή για τον ασφαλιστή και ιδιαίτερα δυσμενής για τον ασφαλισμένο σύντμηση του προβλεπόμενου από το νόμο χρόνου της παραγραφής
Ο θεσμός της παραγραφής που ρυθμίζει το δικαστικά επιδιώξιμο της αξίωσης δεν ανάγεται στα δομικά στοιχεία της συναφούς δικαιοπραξίας ούτε και συνιστά περιεχόμενο των εξ αυτής δικαιωμάτων του λήπτη της ασφάλισης
Εφαρμοστέες οι διατάξεις: α) συμπληρωματικά του άρθρου 275 ΑΚ που απαγορεύει τη συμφωνία με την οποία είτε επιμηκύνεται ο χρόνος παραγραφής είτε ορίζεται μικρότερος του νόμιμου και β) του άρθρου 10 παρ.4 του Ν. 2496/1997 που ορίζει ότι οι αξιώσεις που πηγάζουν από την ασφαλιστική σύμβαση παραγράφονται στις ασφαλίσεις ζημιών μετά από τέσσερα χρόνια και στις ασφαλίσεις προσώπων μετά από πέντε χρόνια από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκαν
Αναιρετική Διαδικασία (άρθρ. 559 αριθ.1 ΚΠολΔ) ως προς την πλημμέλεια της προσβαλλόμενης απόφασης του Εφετείου που δεν εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 275 ΑΚ και 10 παρ. 4 του Ν. 2496/1997
Στη δυνατότητα διεύρυνσης με την ασφαλιστική σύμβαση των περιπτώσεων απαλλαγής του ασφαλιστή, όταν ο ασφαλισμένος ή ο λήπτης της ασφάλισης ενεργούν προς κάλυψη επαγγελματικών κινδύνων, όπως στην περίπτωση ασφάλισης πίστωσης έναντι της αφερεγγυότητας του οφειλέτη, ΔΕΝ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ Η ΣΥΝΤΜΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ , ο οποίος ρητά και ειδικά προβλέπεται στο άρθρο 10 του ν. 2496/1997, καθόσον και στις αξιώσεις από σύμβαση ασφαλίσεως, λόγω του χαρακτήρα της παραγραφής ως δημόσιας τάξεως και ελλείψεως ειδικής αντίθετης διάταξης στον οικείο νόμο, ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ συμπληρωματικά η διάταξη του άρθρου 275 ΑΚ, που ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ με την οποία είτε ΕΠΙΜΗΚΥΝΕΤΑΙ ο χρόνος παραγραφής είτε ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟΣ του νόμιμου.
Η εξαιρετικά χορηγούμενη από το νόμο δυνατότητα διεύρυνσης των περιπτώσεων απαλλαγής του ασφαλιστή δεν ΕΞΙΚΝΕΙΤΑΙ μέχρι του σημείου να καθορίζουν τα μέρη με τη σύμβαση ασφάλισης συντομότερο χρόνο παραγραφής της αξίωσης
Δεκτός ο Λόγος Αναίρεσης της Ασφαλισμένης Λήπτριας της Ασφάλισης
Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφαση του δέχθηκε την έφεση της αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας, εξαφάνισε την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με την οποία είχε γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή της αναιρεσείουσας, και στη συνέχεια αφού δέχθηκε ως νόμιμη και ουσία βάσιμη την ένσταση της αναιρεσίβλητης περί επέλευσης της 6μηνης συμβατικής παραγραφής, απέρριψε την ένδικη αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη.
Κρίνοντας, έτσι, η προσβαλλόμενη απόφαση και με βάση τις παραδοχές της, παραβίασε ευθέως τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 275 ΑΚ και 10 του ν.2496/1997, τις οποίες δεν εφάρμοσε, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους, καθώς και τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ.6 εδ.α, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 33 παρ.1 του ν.2496/1997, τις οποίες εφάρμοσε, ενώ δεν ήταν εφαρμοστέες στην ένδικη υπόθεση. Ειδικότερα, το Εφετείο δέχθηκε εσφαλμένα ότι ο όρος της παραγράφου 19, δεύτερο εδάφιο, των γενικών ασφαλιστικών όρων της ένδικης σύμβασης ασφάλισης, σύμφωνα με τον οποίο όλες οι απαιτήσεις κατά του ασφαλιστή παραγράφονται έξι μήνες μετά από την ημέρα, κατά την οποία ο ασφαλιστής θα γνωστοποιήσει την άρνησή του για την πληρωμή μιας ζημίας, είναι έγκυρος, ως υπαγόμενος στην προβλεπόμενη από την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν.2496/1997 δυνατότητα διεύρυνσης με την ασφαλιστική σύμβαση των περιπτώσεων απαλλαγής του ασφαλιστή, και ότι, συνακόλουθα, η συμβατική αυτή σύντμηση της προθεσμίας παραγραφής σε έξι μήνες αντί της προβλεπόμενης από το άρθρο 10 του ν. 2496/1997 των τεσσάρων ετών, υπάγεται στις επιτρεπόμενες ρήτρες απαλλαγής της αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρείας, ενόψει του ότι επρόκειτο για ασφάλιση για την »κάλυψη επαγγελματικών κινδύνων« και δη επιχειρηματικών απαιτήσεων της αναιρεσείουσας από πίστωση, που ρητά εξαιρείται κατά το άρθρο 33 του ν.2496/1997, της ακυρότητας που απειλείται για κάθε δικαιοπραξία που περιορίζει τα δικαιώματα του λήπτη της ασφάλισης, με συνέπεια να κρίνει εσφαλμένα ότι η ένδικη αξίωση της αναιρεσείουσας, ασφαλισμένης στην αναιρεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία για αφερεγγυότητα της οφειλέτιδάς της εταιρίας προς καταβολή του ασφαλίσματος ύψους 202.597,69 ευρώ, λόγω επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, υπέπεσε στην προβλεπόμενη από τον παραπάνω όρο βραχυχρόνια παραγραφή, αφού μετά την αναγγελία της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, η αναιρεσίβλητη, με την από 1-7-2010 επιστολή της προς την αναιρεσείουσα, δήλωσε ότι αρνείται να εκπληρώσει την παροχή της, έκτοτε δε και μέχρι την άσκηση της αγωγής στις 24-4-2011 παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών, χωρίς να μεσολαβήσει λόγος διακοπής ή αναστολής της παραγραφής. Ενώ, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη στην ένδικη αξίωση της αναιρεσείουσας από την ανωτέρω σύμβαση ασφαλίσεως εφαρμόζεται συμπληρωματικά η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 275 ΑΚ, που απαγορεύει τη συμφωνία, με την οποία ορίζεται χρόνος παραγραφής μικρότερος του νομίμου, και συνεπώς η γενομένη με τον εν λόγω επίμαχο όρο της σύμβασης ασφάλισης σύντμηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 10 του ν. 2426/1997 χρόνου της παραγραφής, είναι άκυρη και δεν περιλαμβάνεται στη δυνατότητα διεύρυνσης με την ασφαλιστική σύμβαση των περιπτώσεων απαλλαγής του ασφαλιστή, όταν ο ασφαλισμένος ή ο λήπτης της ασφάλισης ενεργούν προς κάλυψη επαγγελματικών κινδύνων, όπως στην περίπτωση ασφάλισης πίστωσης έναντι της αφερεγγυότητας του οφειλέτη, αφού ο καθορισμός συντομότερης προθεσμίας παραγραφής δεν περιλαμβάνεται στα δικαιώματα που αποκτά ο λήπτης της ασφάλισης από την αντίστοιχη ασφαλιστική σύμβαση που καταρτίζουν τα μέρη, ώστε να μπορεί να αποτελέσει συμβατικά αντικείμενο περιορισμού.
Δεκτός ο λόγος αναίρεσης της αναιρεσείουσας ασφαλισμένης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για την πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ για τη μη εφαρμογή των άρθρων 275 ΑΚ και 10 ν. 2496/1997 στην ένδικη υπόθεση.
Αναιρεί και Παραπέμπει
Σχόλια – Παρατηρήσεις
Η κατωτέρω δημοσιευόμενη απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, αναίρεσε την υπ’ αριθ. 2256/2020 απόφαση του Εφετείου Αθηνών ΕΣυγκΔ 2022, σελ. 191, η οποία δέχθηκε ως νόμιμη και ουσία βάσιμη την ένσταση της αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας περί επέλευσης της 6μηνης συμβατικής παραγραφής, και στη συνέχεια απέρριψε την ένδικη αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, με σχετικό σχόλιο Αθ. Κρητικού, Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, ε.τ, στη σελίδα 197, όπου, μεταξύ άλλων, επισημαίνει τις πλημμέλειες της προσβαλλόμενης απόφασης του Εφετείου περί μη εφαρμογής των άρθρων 10 παρ. 4 Ν. 2496/1997 και άρθρου 275 ΑΚ, και την ευδοκίμηση της τυχόν άσκησης αναίρεσης κατ’ άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, όπερ και εγένετο.