Μεγαλύτερα κέρδη ακόμη και σε σύγκριση με τα προ-κρίσης επίπεδα παράγουν οι δύο αμερικανικοί κολοσσοί τιτλοποίησης και ασφάλισης ενυπόθηκων δανείων Fannie Mae και Freddie Mac, παρά το γεγονός ότι τα αποτελέσματα που ανακοίνωσαν για το 2014 ήταν μειωμένα.
Σε δημοσίευμά του με τίτλο «ποτέ δεν ήταν καλύτερα», ο Economist αναλύει την κατάσταση των δύο εταιρειών που βρέθηκαν στο επίκεντρο της χρηματοοικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2008 στις ΗΠΑ.
Οι Fannie Mae και Freddie Mac μπορεί να ακούγονται ως ένα ζευγάρι Αμερικανών που ζουν σε κάποιο προάστιο αμερικανικής μεγαλούπολης, όμως στην πραγματικότητα είναι δύο από τις πιο ασυνήθιστες εισηγμένες εταιρείες των ΗΠΑ. Με την εγγύηση του κράτους, η… Fannie και η Freddie αγοράζουν ενυπόθηκα δάνεια από τις τράπεζες και τα πακετάρουν με σκοπό να τα ξαναπουλήσουν, ακολουθώντας τη διαδικασία της τιτλοποίησης.
«Αν δει κάποιος τους τίτλους των ειδήσεων, ίσως φαίνεται ότιτόσο η Fannie όσο και η Freddie αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα. Στις 19 Φεβρουαρίου η Freddie Mac ανακοίνωσε σημαντική πτώση στα καθαρά κέρδη του περασμένου έτους, τα οποία υποχώρησαν από τα 48,7 δισ. δολάρια στα 7,7 δισ. δολάρια. Την επόμενη ημέρα, η Fannie Mae ανακοίνωσε και αυτή μεγάλη πτώση κερδών. Η μείωση των επιτοκίων ανάγκασε τις δύο εταιρείες να δηλώσουν ζημιές από τα παράγωγα που διατηρούν ως αντιστάθμιση του επιτοκιακού κινδύνου, αν και τα επιτόκια ενδέχεται να ανακτήσουν μέρος του χαμένου εδάφους, αν, όπως εκτιμάται, η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ ξεκινήσει να αυξάνει τα επιτόκια αργότερα μέσα στο έτος».
Γεγονός, είναι, συνεχίζει ο Economist, ότι τόσο η Fannie όσο και η Freddie, έχουν βγει από την οικονομική κρίση παράγοντας περισσότερα προ φόρων κέρδη από ποτέ. Το ποιος ωφελείται από αυτή την εξέλιξη αποτελεί ζήτημα προς συζήτηση. Η κυβέρνηση, έχοντας διασώσει τις Fannie και Freddie το 2008, κατέχει το μεγαλύτερο ποσοστό τους.
Άλλοι μέτοχοι κατέχουν το 20%, όμως η κυβέρνηση Ομπάμα στην ουσία «απαλλοτρίωσε» τα μερίδια το 2012 και πλέον όλα τα κέρδη πηγαίνουν στο υπουργείο Οικονομικών. Το θέμα έχει πάρει τη δικαστική οδό, ενώ οι επικριτές του συστήματος υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση σπέρνει τους σπόρους μίας νέας κρίσης ενθαρρύνοντας τις δύο εταιρείες να χαλαρώσουν την πιστοδοτική τους πολιτική για πολιτικούς λόγους.
Μέχρι τότε, όμως, η αμερικανική κυβέρνηση μπορεί να περιμένει κάποια καλά μερίσματα.