Η αβεβαιότητα στη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων συνδέεται άμεσα με την ατελή γνώση των μεταβλητών που το συνθέτουν όπως κλιματικές μεταβολές, τεχνολογικές ανατροπές, ανθρώπινος παράγοντας, ελλιπής πληροφόρηση κ.λπ.
Δηλαδή, είναι η περίπτωση στην οποία τα ενδεχόμενα μελλοντικά γεγονότα είναι αόριστα και αδύνατον να υπολογιστούν.
Γράφουν οι Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France και Υπ. Διδάκτορας Μαριάννα Εσκαντάρ, Μέλος του Εργαστηρίου Financial Engineering, Πολυτεχνείο Κρήτης
Στην οικονομική ζωή μιας επιχείρηση σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει η “κατάσταση της ηρεμίας” συνεχώς υπάρχουν μεταβολές είτε προέρχονται από το μακροοικονομικό ή από το μικροοικονομικό περιβάλλον και μπορούν να επηρεάσουν άμεσα μια επενδυτική απόφαση. Έτσι ο μάνατζερ καλείται να δημιουργεί προβλέψεις, να πάρει αποφάσεις και να διαχειριστεί κατάλληλα τους κινδύνους που προβλέπονται και μη (βλ. Βασικές αρχές Χρηματοοικονομικού Μάνατζμεντ, Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, 2013).
Περιπτώσεις διαδοχικών αποφάσεων επένδυσης
Όταν μια επιχείρηση πραγματοποιεί μια επένδυση εισέρχεται σε μια διαδικασία μη αναστρέψιμη, τα κεφάλαια που επενδύθηκαν δεν γυρίζουν πίσω. Έτσι, οι μάνατζερ κατέχουν ένα σπουδαίο ρόλο και πρέπει με κάθε μέσο που διαθέτουν να μειώσουν το κίνδυνο αποτυχίας της επένδυσης. Στην περίπτωση που πρέπει λοιπόν που πρέπει να παρθούν διαδοχικές αποφάσεις για μια επένδυση, πολύ χρήσιμη μέθοδος είναι τα Δένδρα Αποφάσεων.
Η βασική ιδέα των Δένδρων Αποφάσεων είναι να χωρίσει ένα σύνθετο πρόβλημα σε επιμέρους προβλήματα, με αυτό τον τρόπο το πρόβλημα γίνεται πιο εύκολο ως προς την επίλυση του με σκοπό να βρεθεί η βέλτιστη λύση του αρχικού προβλήματος. Ένα πρόβλημα αξιολόγησης για επενδύσεις χωρίζεται σε τρία βασικά βήματα, πιο συγκεκριμένα:
- Αρχικά, δημιουργούνται παραλλαγές του προβλήματος. Δηλαδή, είναι η διαδικασία πρόβλεψης των πιθανών συνεπειών και εξακρίβωσης περιορισμών που θα μπορούσαν να συμβούν.
- Στο επόμενο βήμα, ακολουθεί η ποσοτικοποίηση της συλλογιστικής κρίσης του αποφασίζοντα, με πιο απλά λόγια εδώ ο αποφασίζοντας καλείται να προσδιορίσει τις πιθανότητες για τις διάφορες πιθανές συνέπειες των αποφάσεων.
- Τέλος, μετά από μια διαδικασία που ονομάζεται “επιστροφή προς τα πίσω” ο αποφασίζοντας είναι σε θέση να αξιολογήσει τις εναλλακτικές προτάσεις του αρχικού προβλήματος και να εξακριβώσει ποια είναι καλύτερη παραλλαγή της επένδυσης.
Η μέθοδος του δένδρου αποφάσεων
Η διάρθρωση ενός δένδρου αποφάσεων είναι η ακόλουθη (Σχήμα 1):
Για την καλύτερη κατανόηση της διαδικασίας, ακολουθεί ένα παράδειγμα:
Η επιχείρηση Α θέλει να εξετάσει την πιθανότητα να επεκτείνει την παραγωγική της διαδικασία αναπτύσσοντας μια νέα παραγωγική μονάδα. Μετά από μια πρώτη ανάλυση που έγινε για τις συνθήκες της αγοράς αλλά και μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε για την νέα πειραματική μονάδα, η επιχείρηση Α επιθυμεί να προχωρήσει την επένδυση.
Το κύριο θέμα της επιχείρησης για αυτή τη νέα επένδυση είναι εάν πρέπει να γίνει μεγάλη μονάδα παραγωγής ή μικρή.
Το παρακάτω διάγραμμα (Διάγραμμα 1) παρουσιάζει τις τρεις κύριες φάσεις της διαδικασίας απόφασης.
Οι πιθανότητας για τη ζήτηση των προϊόντων έχουν εκτιμηθεί ως εξής:
- Μεγάλη ζήτηση 50%
- Μέτρια ζήτηση 30%
- Μικρή ζήτηση 20%
Το διάγραμμα 2 παρουσιάζει τις δύο παραλλαγές:
Δεδομένα του προβλήματος:
Ο αποφασίζων διαθέτει όλα τα δεδομένα για να λύσει το πρόβλημα. Οφείλει λοιπόν να πάρει την πιο ικανοποιητική απόφαση για την επιχείρηση. Έτσι, πρέπει να εκτιμηθεί η μαθηματική ελπίδα των κερδών που συνδέονται με κάθε μια από τις αποφάσεις. Τέλος, επιλέγεται η μαθηματική ελπίδα με τα μεγαλύτερα κέρδη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα:
Η απόφαση που θα παρθεί είναι η κατασκευή της μεγάλης μονάδας παραγωγής.
Όμως, για την επένδυση της μεγάλης μονάδας παρατηρείται ότι οι παρούσες αξίες κυμαίνονται από 4070000 μέχρι -4070000 ευρώ. Ενώ στην περίπτωση της μικρής μονάδας το εύρος είναι από 550000 μέχρι -770000 ευρώ. Εφόσον λοιπόν οι απαιτούμενες επενδυτικές προτάσεις είναι διαφορετικές, πρέπει να προσδιοριστεί ο κίνδυνος της κάθε μιας.
Από την εφαρμογή των τύπων:
προκύπτει ότι η μεγάλη μονάδα έχει συντελεστή μεταβλητότητας 5,5 ενώ η μικρή μονάδα έχει 2,519. Άρα μπορούμε να καταλάβουμε ότι αν κατασκευαστεί η μεγάλη μονάδα υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος.