“Το ενδιαφέρον της κυβέρνησης είναι αναγκαίο να επικεντρωθεί όχι σε μάχες οπισθοφυλακών για τον περιορισμό του πολιτικού κόστους των μεταρρυθμίσεων αλλά στη διαπραγμάτευση της τελικής συμφωνίας για το χρέος και στην βελτίωση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας” αναφέρει η Eurobank στην εβδομαδικαία της μελέτη για την Οικονομία.
Όπως εξηγείται από το ερευνητικό “τιμ” στο οποίο μέχρι πρότινος ήταν επικεφαλής ο σημερινός Υπ Οικονομικών Γκ. Χαρδούβελης, εδώ και αρκετό καιρό – ήδη μετά την επίτευξη της συμφωνίας για την τελευταία αναθεώρηση του 2ου προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (2ΠΣΕΟ) – “τονίσαμε τη σημασία της ολοκλήρωσης των 12 (6+6) προαπαιτούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η ολοκλήρωση είναι σημαντική όχι μόνο γιατί συνεπάγεται την λήψη των δύο δόσεων συνολικού ύψους €2,0 δισ. και τη συνέχιση του χρηματοδοτικού προγράμματος από τον ΕΜΣ και το ΔΝΤ1 αλλά κυρίως γιατί δείχνει ότι η ελληνική κυβέρνηση αλλά και γενικότερα το ελληνικό κράτος είναι διατεθειμένο να αλλάξει, να επιλύσει δύσκολα προβλήματα που ταλανίζουν την ελληνική οικονομία για δεκαετίες”.
Δίνει έμφαση στο θέμα της μικρής; ΔΕΗ. “Η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας μέσω της πώλησης μέρους της υπάρχουσας Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού σε ιδιώτες, θα επιτρέψει την χρηματοδότηση επενδύσεων στον συγκεκριμένο τομέα που δεν πραγματοποιήθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια και που σύντομα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν” αναφέρει.
Πέρα από την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας όμως στο προαπαιτούμενο πακέτο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων υπάρχουν και μια σειρά από επιπλέον κρίσιμα ζητήματα που αναμένετε να συμβάλλουν στην αλλαγή του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα με κυριότερο το νόμο για τις αδειοδοτήσεις των επιχειρήσεων και το νόμο για τις αλλαγές στο χωροταξικό πλαίσιο, προσθέττει.
“Αναμένουμε ότι η κυβέρνηση θα ολοκληρώσει τις προαπαιτούμενες μεταρρυθμίσεις μέσα στα – ήδη διευρυμένα χρονικά πλαίσια αφού κάποιες από αυτές θα έπρεπε να είχαν 0λοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Μαΐου 2014 – ώστε κατά την επόμενη επίσκεψη των εκπροσώπων των δανειστών που προγραμματίζεται στα μέσα Ιουλίου 2014 οι διαπραγματεύσεις να μην αναλωθούν σε μάχες οπισθοφυλακών για τη μείωση του βραχυπρόθεσμου πολιτικού κόστους που μπορεί να έχουν κάποιες από τις προαπαιτούμενες μεταρρυθμίσεις. Οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν κυρίως στην βελτιστοποίηση του τρόπου εφαρμογής των εναπομενουσών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά κυρίως την προετοιμασία του εδάφους για την επερχόμενη τελική συμφωνία για τα μέτρα ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους” επισημαίνεται.
Θέττει 3 προυποθέσεις για την ελάφρυνση των φορολογικών βαρών. Μόνο αν:
1. Αλλάξουν προς το καλύτερο οι δημοσιονομικοί στόχοι του 2ΠΣΕΟ για τα επόμενα έτη. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί έστω και οριακά από την συμφωνία για τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
2. Μειωθεί η φοροδιαφυγή και συνεχίσει η εφαρμογή εκείνων των μεταρρυθμίσεων που έχουν σαν σκοπό τη βελτίωση της εικόνας όσον αφορά τόσο τα έσοδα όσο και τις δαπάνες του Προϋπολογισμού.
3. Ενισχυθούν οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας μέσω της δημιουργίας των κατάλληλων συνθηκών για την προσέλκυση επενδύσεων και την μείωση της ανεργίας. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι η στροφή προς ένα πιο βιώσιμο αναπτυξιακό υπόδειγμα απαιτεί την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας.
Όπως επισημαίνει, πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει ότι η αδυναμία αύξησης των ελληνικών εξαγωγών τα τελευταία χρόνια παρά την μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας τα τελευταία έτη οφείλεται κυρίως σε ελλείψεις στο θεσμικό κομμάτι της οικονομίας και στην καθυστέρηση εφαρμογής των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Αναφέρει επίσης ότι το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να βρίσκεται σε πτωτική πορεία ωστόσο η μείωση του σε μηνιαία βάση είναι ισχνή και ως εκ τούτου δεν δύναται να εξασφαλίσει γρήγορη ανάκαμψη στην αγορά εργασίας “Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να κατέχει την θλιβερή πρωτιά ανάμεσα στο σύνολο των οικονομιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς το ποσοστό της ανεργίας. Τα επίσημα στοιχεία για τον μήνα Μάρτιο κατατάσσουν την Ελλάδα στην πρώτη θέση με ποσοστό 26,8% και στην δεύτερη θέση βρίσκεται η Ισπανία με ποσοστό 25,1% (για τον μήνα Μάιο)”.
Αναφέρει ότι “η διατήρηση του ποσοστού της ανεργίας στα δυσθεώρητα σημερινά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα εγκυμονεί πολύ σοβαρούς κινδύνους για την ελληνική οικονομία. Εκτός από την εμφανή σπατάλη πόρων που συνεπάγεται η ύπαρξή του (υπάρχουν πόροι – στην προκειμένη περίπτωση εργατοώρες – οι οποίοι δεν χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία) δύναται παράλληλα να δημιουργήσει κοινωνική αναταραχή, φτώχεια, μη ευσταθές και μη διατηρήσιμο ασφαλιστικό σύστημα (από ποια πηγή θα χρηματοδοτηθούν οι συντάξεις των ηλικιωμένων;) και μείωση της παραγωγικότητας μέσω της συνεχούς καταστροφής του ανθρώπινου κεφαλαίου (το αποτέλεσμα της «εκμάθησης από την εμπειρία» μειώνεται). Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό είναι και το γεγονός ότι η διατήρηση για εκτενές χρονικό διάστημα του ποσοστού της ανεργίας στα σημερινά υψηλά επίπεδα δύναται να μετασχηματίσει το κυκλικό μερίδιο της ανεργίας σε μερίδιο διαρθρωτικής ανεργίας. Δηλαδή, αν υποθέσουμε ότι η εκτόξευση του σημερινού ποσοστού ανεργίας από το 7,3% (Μάιος 2008) στο 26,8% (Μάρτιος 2013) προήλθε κυρίως λόγω της βαθιάς ύφεσης, ένα μελλοντικό ισχυρό αναπτυξιακό μονοπάτι θα μπορεί πιο γρήγορα να μειώσει το ποσοστό της ανεργίας στην περίπτωση που η σύνθεση της παραμένει περισσότερο κυκλική παρά δομική”.