Για τον “γόρδιο δεσμό της Υγείας” γράφει ο Γιάννης Ρούντος* στο άρθρο του, που αναδημοσιεύουμε από τον ιστότοπο της εφημερίδας Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – kathimerini.gr.
Όπως επισημαίνει στην ανάρτηση του άρθρου στον λογαριασμό του στο linkedin, “οι ευχές των ημερών για “Καλή Υγεία και Ευημερία” (Στόχος 3 των παγκόσμιων SDGs της ατζέντας 2030) ζητούν αντίκρισμα στην πράξη, σε μια εποχή περίπλοκη για κάθε πολίτη, για την κοινωνία και τη διακυβέρνηση. Το κορυφαίο ζήτημα Κοινωνικής Ευθύνης” δεν χρήζει μεταφυσικών προσεγγίσεων, αλλά πρακτικών λύσεων”.
Ακολούθως, το άρθρο:
Για μια ακόμη χρονιά, σε συνέδρια για τη βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα του τομέα Υγείας ξαναπαρουσιάζεται το ίδιο αφήγημα. Θεωρήματα για συνέργειες δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), συζητήσεις για τις out of pocket δαπάνες που βαραίνουν τους πολίτες με διπλοπληρωμές και άλλα, γύρω από το κορυφαίο αγαθό ζωής. Αναμασήματα επισημάνσεων που επαναλαμβάνονται τουλάχιστον κατά την τελευταία δεκαετία για εισαγωγή και εφαρμογή δοκιμασμένων μοντέλων: γαλλικών, ολλανδικών κ.λπ., ώστε να μπουν σε μια κοίτη σύμπλευσης και συμπληρωματικότητας κρατικός και ιδιωτικός τομέας.
Πρακτικά, ωστόσο, ούτε βήμα. Η μοναδική προσπάθεια πρακτικής συνέργειας, που είχε χαρακτηριστεί – και σωστά – ως μια πρώτη απόπειρα ΣΔΙΤ, ήταν η προ τετραετίας έναρξη συνεργασίας για τα Diagnosis Related Groupings (DRG), μεταξύ της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (Ε.Α.Ε.Ε.) και του Κέντρου Τεκμηρίωσης και Κοστολόγησης Νοσοκομειακών Υπηρεσιών (ΚΕ.ΤΕ.Κ.Ν.Υ.). Μάλιστα, είχε συνυπογραφεί και σχετικό Μνημόνιο Συνεργασίας, τον Μάιο του 2019.
Στη βάση του μνημονίου, η Ε.Α.Ε.Ε. θα στήριζε οικονομικά και τεχνικά τα επιμέρους έργα που απαιτούνται, ώστε να προχωρήσει η υιοθέτηση και καθολική εφαρμογή των νέων, ελληνικών DRG – φυσικά με την ευλογία του Υπουργείου Υγείας, ενώ θα είχε μελετηθεί και η επιτυχημένη εφαρμογή των DRG σε 11 χώρες.
Σε ποιά φάση βρίσκεται σήμερα αυτή η συνεργασία, που θα βασιζόταν στα ελληνικά νοσολογικά, ιατροτεχνολογικά, οικονομικά κ.λπ. δεδομένα, ώστε να γίνει πραγματικότητα ένα σύστημα πληρωμών των νοσοκομειακών υπηρεσιών, για την εξισορρόπηση και τον εξορθολογισμό του νοσοκομειακού κόστους;
Κατά πόσο έχει προσεγγιστεί, έκτοτε, ο στόχος να προχωρήσει το συντομότερο η πιλοτική εφαρμογή των DRG σε επιλεγμένα από το ΚΕ.ΤΕ.Κ.Ν.Υ. δημόσια και ιδιωτικά νοσηλευτήρια; Είναι γνωστή μια τίμια προσπάθεια πιλοτικής εφαρμογής, στο ΠΑΓΝΗ (Ηράκλειο Κρήτης) αν δεν κάνω λάθος – τίποτε άλλο. Και ξανά οι ίδιες φιλολογίες στα συνέδρια, με τις ίδιες, επαναλαμβανόμενες διαπιστώσεις και τις αναφορές σε μοντέλα προς εισαγωγή.
Γιατί αποφεύγεται επιμελώς η συζήτηση επί των αντιθέσεων και αντιρρόπων τάσεων που υπονομεύουν τα DRG στην Ελλάδα;
Έχει διερευνηθεί η δυνατότητα σύγκλισης του ενδιαφέροντος για πρωτόκολλα τιμολόγησης μεταξύ των διαφορετικών περιοχών στις υπηρεσίες Υγείας (των ασφαλιστικών εταιρειών, του ολιγοπωλίου των παρόχων υπηρεσιών υγείας «πολλών αστέρων», του σώματος των ιδιωτών ιατρών και φυσικά, του κρατικού συστήματος); Είναι ομόλογα τα συμφέροντά τους, ώστε να προχωρήσουν τα DRG; Διότι, αυτό θα ήταν μια καθαρή αρχή απόδειξης διαθέσεων για ένα βιώσιμο, Εθνικό Σύστημα Υγείας, ένα σύστημα ενιαίο, δημόσιου χαρακτήρα. Δηλαδή, σύνθεσης κρατικού και ιδιωτικού τομέα, με σαφείς ρόλους συμπληρωματικότητας.
Ποιά είναι εν προκειμένω η παρεμβατική ισχύς του αρμόδιου Υπουργείου ώστε να βρεί δρόμο η πιθανότητα μιας τέτοιας μεταρρύθμισης – ή αυτό προτιμά την παράλληλη πορεία κρατικού και ιδιωτικού τομέα ως έχει, αφήνοντας ταυτόχρονα τον χώρο της ιδιωτικής Υγείας στην αυτορρύθμιση; Θέλουν την εφαρμογή των DRG τα ιδιωτικά resorts της Υγείας, που ελέγχουν μέσω των συνεργασιών και την ασφαλιστική αγορά; Γιατί δεν εμφανίζονται σε ανάλογα συνέδρια με θέσεις και προτάσεις και περιορίζονται σε μεμονωμένες διαπραγματεύσεις με τις ασφαλιστικές εταιρείες; Αυτές πάλι, ενδιαφέρονται να μηδενίσουν τις ετήσιες αναπροσαρμογές ασφαλίστρων, που παίζουν στο 8-10-12% και ποιές στρατηγικές σκέψεις κάνουν για να έχουν στοιχειώδη, έστω κατά ένα ευρώ, κερδοφορία στον κλάδο Υγείας χωρίς αναπροσαρμογές, ώστε να είναι βιώσιμη και ταυτόχρονα προσιτή η ασφάλιση στην ευρύτερη κοινωνία, με διαχειρίσιμο το κόστος; Και αν έχουν κάποιες σκέψεις, αυτές είναι μεταξύ τους ευθυγραμμισμένες;
Κατά πόσο ελέγχεται το πλαίσιο του ανταγωνισμού στην παροχή υπηρεσιών;
Ποιές είναι οι προοπτικές για ευρύτατα προσιτή χρήση (προσβασιμότητα, χαμηλό κόστος) της τεχνολογίας στην Υγεία (τεχνητή νοημοσύνη, ρομποτική) αλλά και για τη μετάβαση στην ευρύτερη εξωνοσοκομειακή αντιμετώπιση περιστατικών που τώρα αντιμετωπίζονται με νοσηλεία υψηλού κόστους; Ποιά είναι η δυναμική εφαρμογής -και πόσο ισορροπημένη ποιοτικά- για πρωτοβάθμια φροντίδα και πρόληψη, κυρίως για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες;
Σε ποιό βαθμό έχει αναγνωσθεί η σύνδεση της υγείας με τις σύγχρονες συνθήκες ζωής (τρόπο ζωής, εργασία, κλιματική αλλαγή, πληθυσμιακές μετακινήσεις), αλλά και σε σχέση με την κοινωνική ειρήνη και συνοχή; Πώς αντιμετωπίζονται τα θέματα ψυχικής υγείας, ένα ραγδαία εξελισσόμενο φαινόμενο της σύγχρονης εποχής, κυρίως σε ό,τι αφορά σε ασφαλιστική κάλυψη;
Πρόκληση αποτελούν οι πειστικές απαντήσεις που χρειάζεται να δοθούν στην πράξη γι’ αυτά και για πολλά άλλα ζητήματα διαχείρισης και φροντίδας της υγείας. Ενώ φαίνεται πως ο κρατικός μηχανισμός κοινωνικής πρόνοιας αδυνατεί εν πολλοίς και φθίνει, τα ερωτήματα τίθενται σε επίπεδο κοινωνικής ευθύνης, στο πλαίσιο του Στόχου 3 για «καλή υγεία και ευημερία» στα Sustainable Development Goals του ΟΗΕ (SDG 3). Σχετικά με το «Δικαίωμα στην Υγεία», σε ποιό βαθμό μπορεί να επιτευχθεί ισοκατανομή του ενδιαφέροντος και της φροντίδας για την υγεία όλων των ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις και ακατάσχετη οικονομική αιμορραγία για την κρατική οικονομία αλλά και για την τσέπη των πολιτών, με σκοπό να καρπούται η κοινωνία το μέγιστο όφελος και όχι οι μπίζνες στον τομέα.
(*) Ο Γιάννης Ρούντος είναι Σύμβουλος Επιχειρηματικής Ευθύνης και Βιωσιμότητας, Επικοινωνίας και Σχέσεων, με ειδικότερο ενδιαφέρον για την κοινωνία, το περιβάλλον και τον πολιτισμό.