Σειρά προτάσεων για την ανάπτυξη της επαγγελματικής και ιδιωτικής ασφάλισης διατύπωσε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, κ. Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας σε συνέδριο του Economist.
Συγκεκριμένα, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε πως:
«Η επικείμενη ενσωμάτωση της νέας οδηγίας της ΕΕ “ΙΕΣΠ II” στην ελληνική έννομη τάξη αποτελεί ευκαιρία για μια νέα μεταμόρφωση, μέσω της οποίας πρέπει να επιδιωχθεί η διασφάλιση ότι τα ταμεία θα λειτουργούν σωστά και θα εκπληρώνουν το σκοπό τους. Πιστεύω ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι μπορούν να αποκομίσουν σημαντικά οφέλη από το σύστημα επαγγελματικής ασφάλισης, εφόσον:
- προσδιοριστεί και αναγνωριστεί επαρκώς στη νομοθεσία ο ρόλος της κάθε διακριτής συνιστώσας,
- αποσαφηνιστεί ότι ο ρόλος των ιδρυμάτων επαγγελματικής ασφάλισης είναι να λειτουργούν ως θεματοφύλακες των υποσχέσεων του εργοδότη προς τους υπαλλήλους του παρά ως εναλλακτικά της κοινωνικής ασφάλισης ταμεία,
- εισαχθούν αυξημένοι βαθμοί ευελιξίας που θα λαμβάνουν υπόψη την ελληνική οικονομική πραγματικότητα. Π.χ. ο νέος νόμος θα μπορούσε να επιτρέπει σε περισσότερους του ενός εργοδότες (ακόμη και από διαφορετικούς κλάδους δραστηριότητας), καθένας εκ των οποίων προσφέρει δικό του συνταξιοδοτικό πρόγραμμα στους υπαλλήλους του, να συνεισφέρουν σε ένα κοινό ασφαλιστικό κεφάλαιο το οποίο θα το διαχειρίζεται, πιθανόν μαζί άλλα συνταξιοδοτικά κεφάλαια, ένα τέτοιο ίδρυμα συνταξιοδοτικών παροχών,
- επιτραπεί η διαχείριση ενός ιδρύματος επαγγελματικής ασφάλισης να αναλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από έναν ειδικά αδειοδοτημένο προς τούτο φορέα,
- αρθούν τυχόν εμπόδια στη δυνατότητα μεταφοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων,
- προσδιοριστούν διαδικασίες για την ομαλή μεταφορά ή εκκαθάριση, ή διακανονισμό των παροχών σε περίπτωση που το ΙΕΣΠ, η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή ο φορέας διαχείρισής του περιέλθουν σε κατάσταση αφερεγγυότητας
- και, τέλος, εξαλειφθεί τυχόν περιττός κατακερματισμός της εποπτείας των ΙΕΣΠ.
Μόνο με αυτές τις προϋποθέσεις το σύστημα ασφάλισης μετά τη συνταξιοδότηση θα μπορεί να εκπληρώνει το σκοπό του και μόνο τότε ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης, από την πλευρά του, θα μπορούσε να αναλάβει έναν αυξημένο ρόλο ως φορέας διαχείρισης ΙΕΣΠ συνεισφέροντας την τεχνογνωσία και την εμπειρία που διαθέτει (σε θέματα όπως η ανάληψη ασφαλιστικών κινδύνων, η είσπραξη των εισφορών, η καταβολή των παροχών, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση επενδύσεων με τρόπο που λαμβάνεται υπόψη η δομή των υποχρεώσεων) και παρέχοντας αναλογιστικές και λογιστικές υπηρεσίες. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να δημιουργεί προστιθέμενη αξία για τα μέλη και τους δικαιούχους του συστήματος.
Το τρίτο σκέλος του συστήματος ασφάλισης μετά τη συνταξιοδότηση αφορά τα προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα του 3ου πυλώνα. Από το 2012 έχει ξεκινήσει συζήτηση σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με την ανάπτυξη εσωτερικής αγοράς της ΕΕ για προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα. Η συζήτηση συνεχίζεται ήδη πιο εντατικά, με κεντρικό ζήτημα την ανάπτυξη, με την ενεργό συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA), ενός «πανευρωπαϊκού προσωπικού συνταξιοδοτικού προϊόντος» (pan-European personal pension product — PEPP). Δυστυχώς, σ’ αυτό τον τομέα η Ελλάδα δεν έχει να επιδείξει κάτι σημαντικό, διότι δεν διαθέτει το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Πιστεύω ότι οι Έλληνες πολίτες θα ωφεληθούν σίγουρα από τη θέσπιση ενός απλού πλαισίου που θα διέπει τα προσωπικά συνταξιοδοτικά προϊόντα και μέσα από φορολογικά κίνητρα θα ενθαρρύνει την υιοθέτησή τους, στην κατεύθυνση ενός συστήματος που θα επιτρέπει τη συγκράτηση του κόστους, τη διαχείριση των κινδύνων με τη χρήση αξιόπιστων και σύγχρονων εργαλείων και θα θέτει, ως απαραίτητη προϋπόθεση, την πλήρη διαφάνεια προς τα μέλη και τους δικαιούχους του συστήματος. Τέλος, όφελος θα προκύψει και για την ελληνική οικονομία συνολικά, καθώς τα προϊόντα αυτά μπορούν να επικεντρωθούν σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις, συμβάλλοντας έτσι στην ενίσχυση της διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Θεωρώ ότι το προσεχές διάστημα θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για τον αποτελεσματικό σχεδιασμό ενός τέτοιου συστήματος, σε συνδυασμό με τις συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη σε επίπεδο ΕΕ, όπως προανέφερα».