του Ιωάννη Φιτσιάλου, Οικονομολόγου, Πραγματογνώμονα στην ΠΑΣΚΑΛ & ΣΤΡΑΤΗΣ
Στα ασφαλιζόμενα περιουσιακά στοιχεία μιας επιχείρησης περιλαμβάνονται συνήθως τα κτίρια και το περιεχόμενό τους (εγκαταστάσεις, μηχανολογικός και ηλεκτρονικός εξοπλισμός, πρώτες ύλες, εμπορεύματα κ.λπ.). Για την ασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων πρώτο βήμα αποτελεί η καταγραφή και περιγραφή των προς ασφάλιση περιουσιακών στοιχείων και ο καθορισμός των ασφαλιζόμενων αξιών.
Όσο πιο αναλυτική και συγκεκριμένη είναι η περιγραφή και οι αξίες, τόσο πληρέστερη εικόνα αποκτά η ασφαλιστική εταιρεία για την ασφάλιση που καλείται να αναλάβει. Η μεθοδολογία με την οποία θα πραγματοποιηθεί η αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης για να δηλωθούν τα προς ασφάλιση κεφάλαια είναι ιδιαιτέρως σημαντική. Η μεθοδολογία αποτίμησης δεν είναι στατική αφού κατά τη διάρκεια του χρόνου ασφάλισης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και λοιποί μεταβλητοί παράγοντες που διαφοροποιούν μέσα στο χρόνο την αξία τους –όπως η παλαιότητα λόγω χρήσης, η τεχνολογική απαξίωση (κυρίως αφορά ηλεκτρονικό εξοπλισμό), η εμπορική απαξίωση κ.λπ.– και όλα αυτά πάντα σε συνάρτηση με τους όρους του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.
Η παρακολούθηση των δηλούμενων αξιών ασφάλισης της επιχείρησης σε σχέση με τα μεταβαλλόμενα πραγματικά κεφάλαια αποτελεί σημαντικό μέλημά της, καθώς η επάρκεια του ασφαλιζόμενου κεφαλαίου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την καταβολή ολόκληρης της εκτιμηθείσας ζημιάς σε περίπτωση επέλευσης καλυπτόμενου από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο κινδύνου. Στην αντίθετη περίπτωση έχουμε μείωση της προς καταβολή ζημίας λόγω υπασφάλισης.
Υπασφάλιση έχουμε όταν το καλυπτόμενο ασφαλιστικό ποσό ή ασφαλιζόμενο κεφάλαιο είναι μικρότερο από την πραγματική αξία του πράγματος. Έτσι, σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου, ισχύει ο αναλογικός κανόνας. Στην υπασφάλιση, σε περίπτωση επέλευσης του κινδύνου, η αποζημίωση είναι ανάλογη με τη σχέση της ασφαλιστικής αξίας προς την πραγματική αξία.
Εάν η ασφαλιστική αξία είναι ίση ή μεγαλύτερη της πραγματικής αξίας η καταβολή της εκτιμηθείσας ζημίας υπολογίζεται στο ολόκληρο. Το δεύτερο βήμα αποτελεί η επιλογή των κινδύνων με τους οποίους θα καλυφθεί η επιχείρηση και οι οποίοι ρητά θα αναφέρονται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Τα ασφαλιστήρια περιουσίας είναι συνήθως «κατονομαζόμενων κινδύνων», δηλαδή απαριθμούν έναν-έναν τους κινδύνους για τους οποίους καλύπτεται η επιχείρηση, π.χ. πυρκαγιά, πλημμύρα, σεισμό, τρομοκρατική ενέργεια κ.λπ., μαζί με τις προϋποθέσεις, εξαιρέσεις και περιορισμούς για κάθε έναν κίνδυνο ξεχωριστά. Λιγότερο συνηθισμένη είναι η επιλογή του ασφαλιστηρίου «κατά παντός κινδύνου (all risks)».
Τα ασφαλιστήρια αυτά είναι σαφώς ευρύτερων ασφαλιστικών καλύψεων περιλαμβάνοντας όλους τους κινδύνους, εκτός από συγκεκριμένες εξαιρέσεις που αναγράφονται στα συμβόλαια αυτά. Τα ασφαλιστήρια περιουσίας πλαισιώνονται κατά κανόνα και από μια σειρά συμπληρωματικών καλύψεων και παροχών που έχουν ως στόχο να αποζημιώσουν επακόλουθες δαπάνες και έκτακτα έξοδα της επιχείρησης στις περιπτώσεις ζημιών. Ως κύρια συμπληρωματική κάλυψη μπορεί να θεωρηθεί η ασφάλιση απώλειας μεικτών κερδών με την οποία καλύπτονται οι επακόλουθες ζημιές στα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησης με αιτία ζημία στα περιουσιακά στοιχεία της έπειτα από επέλευση κινδύνου καλυπτόμενου από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο περιουσίας.
Tα γκρίζα σημεία και τα κενά των επιχειρηματικών ασφαλίσεων
Για να συναφθεί ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο επιχείρησης θα πρέπει πρώτα να υπάρξει η επιθυμία ασφάλισης από πλευράς επιχείρησης η οποία αποτυπώνεται στην πρόταση ασφάλισης την οποία παραλαμβάνει η ασφαλιστική εταιρεία, την μελετά και προβαίνει στην έκδοση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.
Η πρόταση ασφάλισης που αποτυπώνει τη βούληση της επιχείρησης θα πρέπει να συμπληρώνεται σε κάθε κεφάλαιό της με σαφή ως προς την περιγραφή τους στοιχεία, περιορίζοντας έτσι τα όποια λάθη κατά τη σύνταξη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου τα οποία σε ενδεχόμενη ζημία θα μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα ως προς την ασφαλιστική κάλυψή της.
Θα πρέπει να γίνεται προσεκτική περιγραφή των προς ασφάλιση αντικειμένων, των κινδύνων για τους οποίους επιθυμεί η επιχείρηση να ασφαλισθεί, των μέτρων προστασίας που η επιχείρηση διαθέτει αλλά και προσεκτικοί υπολογισμοί των ποσών ασφάλισης κατά κατηγορία ασφαλιζομένων αντικειμένων.
Η ασφαλιζόμενη επιχείρηση παραλαμβάνοντας το ασφαλιστήριο συμβόλαιο θα πρέπει να το μελετά με προσοχή τόσο ως προς τις περιγραφές των ασφαλιζομένων αντικειμένων, όσο και ως προς τα ποσά ασφάλισης και τους όρους και προϋποθέσεις του, στους οποίους μπορεί να περιλαμβάνονται εξαιρέσεις που να καθιστούν προβληματική την όποια καταβολή αποζημίωσης, χωρίς να ευθύνεται για τούτο η ασφαλιστική εταιρεία.
Κατά τις ασφαλίσεις επιχειρήσεων από πλευράς ασφαλιστικής εταιρείας, αποφεύγεται συνήθως η κάλυψη επιχειρήσεων:
- Με υψηλή συχνότητα ζημιών που προκύπτει από το ιστορικό τους
- Με υψηλή συχνότητα ζημιών του αντικειμένου δραστηριότητάς τους
- Με ανεπαρκή μέτρα προστασίας έναντι των κινδύνων, που απαιτούνται προς ασφάλιση
- Με δυσμενείς τοποθεσίες λειτουργίας για ορισμένους κινδύνους ασφάλισης (κλοπή σε περιοχές με υψηλή παραβατικότητα, πλημμύρα κοντά σε ενεργά ή μη ρέματα, τρομοκρατικές/κακόβουλες ενέργειες στάσεις, οχλαγωγίες σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας και ειδικότερα πλησίον του Πολυτεχνείου κ.λπ.).
Από πλευράς επιχειρήσεων οι ιδιοκτήτες τους συχνά (από άγνοια ή ηθελημένα):
- Περιορίζουν τα ποσά ασφάλισης με αποτέλεσμα τον περιορισμό των ποσών αποζημίωσης λόγω υπασφάλισης.
- Δεν ασφαλίζουν τις αποθετικές ζημιές με επακόλουθο τη μη συνέχιση λειτουργίας των επιχειρήσεών τους μετά από επέλευση σημαντικής ζημίας παρά την είσπραξη της ασφαλιστικής αποζημίωσης ζημίας των περιουσιακών στοιχείων τους.
- Περιορίζουν τους κινδύνους ασφαλιστικής κάλυψής τους ακόμη και για κινδύνους που μπορούν να προκαλέσουν ολοκληρωτική καταστροφή των επιχειρήσεών τους (π.χ. για τον κίνδυνο σεισμού).
- Δεν καλύπτουν τους κινδύνους ρύπανσης περιβάλλοντος διακινδυνεύοντας έτσι την καταβολή μεγάλων προστίμων προς το ελληνικό κράτος και την απαίτηση αποζημιώσεων από τρίτους.
- Δεν καλύπτουν την αστική ευθύνη του εργοδότη απέναντι στους εργαζομένους αλλά και προς τρίτους.
Πηγή: Μεσίτες και Πράκτορες 2016/Οδηγός Ασφάλισης Επιχειρήσεων. Περισσότερες πληροφορίες: 2109594121 & 2109594165