Η ευρωπαϊκή νομοθεσία έρχεται να ορίσει ακόμα ένα πιο αυστηρό πλαίσιο στη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων έχοντας σαν στόχο να προστατεύσει τον πελάτη σε μία πολυδικτυακή αγορά. Μέσα από την IDD και γενικότερα τους κανόνες που θεσπίζονται στην ΕΕ και μεταφέρονται εν συνεχεία στις εγχώριες νομοθεσίες επιχειρείται να διασφαλιστεί η διαφάνεια στη σχέση διαμεσολαβητή – πελάτη και να υπάρξει ορθή ενημέρωση του ασφαλισμένου.
της Βίκυς Γερασίμου
Διαβάζοντας λοιπόν την IDD εντοπίζουμε 14 σημεία που αφορούν στις πληροφορίες που πρέπει να δίνει ο διαμεσολαβητής ή διανομέας προς τον εν δυνάμει πελάτη του. Αυτές είναι γενικές πληροφορίες, στοιχεία που μπορεί να θίξουν τα συμφέροντα του πελάτη, πληροφορίες σχετικά με το ασφαλιστικό πρόγραμμα και την αμοιβή του ασφαλιστή.
14 κανόνες πληροφόρησης στην IDD
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
1. Γνωστοποίηση της ταυτότητάς του, της διεύθυνσής του και του γεγονότος ότι είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής. Επίσης του μητρώου στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και των μέσων για την εξακρίβωση της εγγραφής του. Ο διαμεσολαβητής πρέπει επίσης να ενημερώνει για το αν εκπροσωπεί τον πελάτη ή ενεργεί για λογαριασμό και εξ ονόματος της ασφαλιστικής επιχείρησης. Ταυτόχρονα εξηγεί και για τη διαδικασία της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ
2. Πληροφορίες που αφορούν στη σύγκρουση συμφερόντων: εάν κατέχει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή που να αντιστοιχεί στο 10 % ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης· ή εάν η συγκεκριμένη ασφαλιστική επιχείρηση ή η μητρική επιχείρηση συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης κατέχει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή που να αντιστοιχεί στο 10 % ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή·
3. α) Εάν έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Σε αυτή την περίπτωση τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων· ή β) αν δεν έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και δεν παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης. Σε αυτή δε την περίπτωση τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις οποίες δύναται να ασκεί και όντως ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες·
ΑΜΟΙΒΗ
4. Τη φύση της αμοιβής που λαμβάνει σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης και αν εργάζεται: α) βάσει αμοιβής, δηλαδή η αμοιβή καταβάλλεται απευθείας από τον πελάτη, β) βάσει προμήθειας κάθε είδους, δηλαδή η αμοιβή περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο και γ) βάσει άλλου τύπου αμοιβής, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους οικονομικού οφέλους, που προτείνεται ή παρέχεται σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης· ή βάσει συνδυασμού οιουδήποτε τύπου αμοιβής
5. Όταν η αμοιβή πρέπει να καταβάλλεται απευθείας από τον πελάτη, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενημερώνει τον πελάτη για το ποσό της αμοιβής ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, για τη μέθοδο υπολογισμού της αμοιβής.
6. Εάν ο πελάτης πραγματοποιεί πληρωμές εκτός των τρεχόντων ασφαλίστρων και των προγραμματισμένων πληρωμών δυνάμει της σύμβασης ασφάλισης μετά τη σύναψή της, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής τού γνωστοποιεί επίσης, για καθεμία από τις εν λόγω μεταγενέστερες πληρωμές, τις πληροφορίες που πρέπει να του διαβιβάζει σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
7. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εγκαίρως πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, κάθε ασφαλιστική επιχείρηση κοινοποιεί στον πελάτη της τη φύση της αμοιβής που λαμβάνουν οι υπάλληλοί της σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης.
8. Εάν ο πελάτης πραγματοποιεί πληρωμές, εκτός των τρεχόντων ασφαλίστρων και των προγραμματισμένων πληρωμών, δυνάμει της ασφαλιστικής σύμβασης μετά τη σύναψή της, η ασφαλιστική επιχείρηση του γνωστοποιεί επίσης, για καθεμία από τις εν λόγω μεταγενέστερες πληρωμές, τις πληροφορίες που πρέπει να του διαβιβάζει σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ
9. Πριν από τη σύναψη σύμβασης ασφάλισης, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων προσδιορίζει, βάσει των πληροφοριών τις οποίες έλαβε από τον πελάτη, τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη και παρέχει στον πελάτη αντικειμενικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή που να επιτρέπει στον πελάτη να λάβει ενήμερη απόφαση. Κάθε προτεινόμενη σύμβαση είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη. Όταν παρέχονται συμβουλές πριν από τη σύναψη οιασδήποτε συγκεκριμένης σύμβασης, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων παρέχει στον πελάτη εξατομικευμένη σύσταση στην οποία εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ένα συγκεκριμένο προϊόν ικανοποιεί καλύτερα τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη.
10. Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής πληροφορεί τον πελάτη ότι παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης, οφείλει να τις παρέχει βάσει ανάλυσης επαρκώς μεγάλου αριθμού ασφαλιστικών συμβάσεων που διατίθενται στην αγορά, ώστε να είναι σε θέση να συστήσει προσωπικά, σύμφωνα με επαγγελματικά κριτήρια, τη σύμβαση ασφάλισης που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες του πελάτη.
11. Με την επιφύλαξη των άρθρων 183 και 184 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, ανεξαρτήτως του αν παρέχονται ή όχι συμβουλές και ανεξαρτήτως του αν το ασφαλιστικό προϊόν είναι μέρος του πακέτου σύμφωνα με το άρθρο 24 της παρούσας οδηγίας, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων παρέχει στον πελάτη τις σχετικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή ώστε ο πελάτης να μπορεί να λάβει ενήμερη απόφαση, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον σύνθετο χαρακτήρα του ασφαλιστικού προϊόντος και τον τύπο του πελάτη.
12. Σε σχέση με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων του κλάδου ασφάλισης ζημιών (παράρτημα I της οδηγίας 2009/138/ΕΚ) οι πληροφορίες παρέχονται με τυποποιημένο έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν, σε χαρτί ή σε άλλο μόνιμο υπόθεμα.
13. Το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν συντάσσεται από τον παραγωγό του προϊόντος του κλάδου ασφάλισης ζημιών και είναι σύντομο και χωριστό έγγραφο που: α) παρουσιάζεται και είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να είναι σαφές και ευανάγνωστο, με χαρακτήρες αναγνώσιμου μεγέθους·, β) δεν είναι λιγότερο κατανοητό σε περίπτωση που αρχικά ήταν έγχρωμο και εκτυπώνεται ή αντιγράφεται σε φωτοτυπικό μηχάνημα σε ασπρόμαυρη μορφή, γ) συντάσσεται στις επίσημες γλώσσες ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες που χρησιμοποιούνται στο μέρος του κράτους μέλους όπου κυκλοφορεί το ασφαλιστικό προϊόν ή, εάν συμφωνήσουν ο καταναλωτής και ο διανομέας, σε άλλη γλώσσα,·δ) είναι ακριβές και μη παραπλανητικό, ε) φέρει τον τίτλο «έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν» στο πάνω μέρος της πρώτης σελίδας, ζ) περιλαμβάνει δήλωση ότι οι πλήρεις προσυμβατικές και συμβατικές πληροφορίες για το προϊόν παρέχονται σε άλλα έγγραφα.
14. Τι πληροφορίες πρέπει να περιέχει το έγγραφο πληροφοριών: α) πληροφορίες για τον τύπο της ασφάλισης, β) περίληψη της ασφαλιστικής κάλυψης, περιλαμβανομένων των κύριων ασφαλιζομένων κινδύνων, του ασφαλιζομένου ποσού και, όπου έχει εφαρμογή, του γεωγραφικού πεδίου και περίληψη των κινδύνων που αποκλείονται, γ) λεπτομέρειες και διάρκεια καταβολής των ασφαλίστρων, δ) κύριες εξαιρέσεις για τις οποίες δεν μπορούν να διατυπωθούν απαιτήσεις, ε) υποχρεώσεις κατά την έναρξη της σύμβασης, στ) υποχρεώσεις κατά τη διάρκεια της σύμβασης, ζ) υποχρεώσεις σε περίπτωση απαίτησης αποζημίωσης, η) τη διάρκεια της σύμβασης συμπεριλαμβανομένων των ημερομηνιών έναρξης και λήξης της σύμβασης, θ) τον τρόπο καταγγελίας της σύμβασης.