Την εμπλοκή της ελληνικής εποπτικής αρχής όσον αφορά τη σύννομη λειτουργία των διαμεσολαβητικών ΕΠΥ έρχεται να προβλέψει η IDD. Όπως ορίζεται στη νέα οδηγία που ρυθμίζει τη διανομή των ασφαλιστικών υπηρεσιών η ΤτΕ θα μπορεί να ελέγξει και να ενεργήσει σε περιπτώσεις διαμεσολαβητικών ΕΠΥ που δεν τηρούν όσα προβλέπονται από το νόμο, αφού πρώτα έρθει σε σχετική συμφωνία με την εποπτική αρχή της χώρας καταγωγής της ΕΠΥ.
της Βίκυς Γερασίμου
Εφόσον λοιπόν η εποπτική αρχή καταγωγής της ΕΠΥ συμφωνήσει με την ΤτΕ να της παραχωρήσει την αρμοδιότητα αυτή, τότε η εποπτική αρχή της Ελλάδας θα ενεργεί “σαν να είναι η αρμόδια του εν λόγω άλλου κράτους μέλους”. Αν και προς το παρόν δεν προβλέπεται κάτι αντίστοιχο για τις ασφαλιστικές ΕΠΥ, η νέα ευρωπαϊκή οδηγία έρχεται να καλύψει ένα “κενό”, και αναμένεται πλέον να δούμε στην πράξη πως οι εποπτικές αρχές των κρατών μελών θα αποφασίσουν να διαχειριστούν μελλοντικά προβλήματα με τις εταιρείες ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Σε άλλο σημεία της οδηγίας, στις διατάξεις που αφορούν προβληματικές ΕΠΥ και παραβάσεις της νομοθεσίας, αναφέρεται επίσης ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής πρέπει να λάβει, το συντομότερο δυνατόν και κατά περίπτωση, τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διορθώσει την κατάσταση και να ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για κάθε μέτρο που έλαβε. “Εάν, παρά τα ληφθέντα από το κράτος μέλος καταγωγής μέτρα, ή επειδή τα μέτρα αυτά αποδείχτηκαν ανεπαρκή ή δεν έχουν ληφθεί στο συγκεκριμένο κράτος, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση εξακολουθεί να ενεργεί κατά τρόπο σαφώς ζημιογόνο για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής σε μεγάλη κλίμακα, ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί, αφού ενημερώσει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη νέων παρατυπιών, και, εφόσον είναι απόλυτα αναγκαίο, να παρεμποδίσει τον εν λόγω διαμεσολαβητή να συνεχίσει να ασκεί νέες δραστηριότητες εντός του εδάφους του κράτους μέλους υποδοχής”.
Ειδικότερα η Οδηγία ορίζει:
Εάν ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας ενός ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή, ή διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος εκτός του κράτους μέλους καταγωγής, η αρμόδια αρχή του εν λόγω άλλου κράτους μέλους μπορεί να συμφωνήσει με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να ενεργεί σαν να είναι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής όσον αφορά τις διατάξεις στα κεφάλαια IV, V, VI και VII.
1.Σε περίπτωση τέτοιας συμφωνίας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής το κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή στον διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση και στην ΕΑΑΕΣ.
2.Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη να διασφαλίζει ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από την εγκατάσταση στο έδαφός του τηρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια V και VI και στα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών.
3.Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής έχει το δικαίωμα να εξετάζει τις ρυθμίσεις εγκατάστασης και να ζητεί όποιες αλλαγές είναι απαραίτητες για να μπορεί η αρμόδια αρχή να επιβάλλει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια V και VI και τα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών, όσον αφορά τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες που προβλέπονται από την εγκατάσταση στο έδαφός του.
Τι είναι υποχρεωμένες να κοινοποιούν οι ΕΠΥ:
Κάθε ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ή ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, ο οποίος προτίθεται να ασκήσει τις δραστηριότητές του για πρώτη φορά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, κοινοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του:
α) το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του διαμεσολαβητή,
β) το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία προτίθεται να ασκήσει δραστηριότητες ο διαμεσολαβητής·
γ) την κατηγορία του διαμεσολαβητή
δ) κατά περίπτωση, την επωνυμία κάθε ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης την οποία εκπροσωπεί·
ε) τους σχετικούς ασφαλιστικούς κλάδους, εφόσον απαιτείται.
Τι κοινοποιούν οι αρχές της χώρας καταγωγής της ΕΠΥ:
Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται παραπάνω εντός ενός μηνός από την παραλαβή τους, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, η οποία επιβεβαιώνει την παραλαβή χωρίς καθυστέρηση.
Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει εγγράφως τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ότι οι πληροφορίες έχουν παραληφθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής και ότι ο διαμεσολαβητής μπορεί να αρχίσει τις δραστηριότητές του στο κράτος μέλος υποδοχής.
Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ανακοινώνει ταυτόχρονα στον διαμεσολαβητή το γεγονός ότι οι πληροφορίες, όσον αφορά τις νομοθετικές διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 οι οποίες ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής, είναι διαθέσιμες με τα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 3 και 4 και, επίσης, ότι ο διαμεσολαβητής οφείλει να συμμορφωθεί προς τις εν λόγω διατάξεις προκειμένου να αρχίσει τις δραστηριότητές του στο κράτος μέλος υποδοχής.
Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση κοινοποιεί την εν λόγω αλλαγή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, τουλάχιστον έναν μήνα πριν επιφέρει την αλλαγή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνεται επίσης για την αλλαγή αυτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, μόλις είναι εφικτό και όχι αργότερα από έναν μήνα από την ημερομηνία που η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει την πληροφορία.
Παράβαση υποχρεώσεων κατά την άσκηση της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών
1.Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής έχει λόγους να θεωρεί ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, ο οποίος ασκεί δραστηριότητες στο έδαφός του υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της παρούσας οδηγίας, γνωστοποιεί τις διαπιστώσεις αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.
Αφού αξιολογήσει τις πληροφορίες που έλαβε σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει, το συντομότερο δυνατόν και κατά περίπτωση, τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διορθώσει την κατάσταση. Ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για κάθε μέτρο που έλαβε.
Εάν, παρά τα ληφθέντα από το κράτος μέλος καταγωγής μέτρα, ή επειδή τα μέτρα αυτά αποδείχτηκαν ανεπαρκή ή δεν έχουν ληφθεί στο συγκεκριμένο κράτος, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση εξακολουθεί να ενεργεί κατά τρόπο σαφώς ζημιογόνο για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής σε μεγάλη κλίμακα, ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί, αφού ενημερώσει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη νέων παρατυπιών, και, εφόσον είναι απόλυτα αναγκαίο, να παρεμποδίσει τον εν λόγω διαμεσολαβητή να συνεχίσει να ασκεί νέες δραστηριότητες εντός του εδάφους του κράτους μέλους υποδοχής.
Επιπλέον, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει τη βοήθειά της σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της απονέμει το εν λόγω άρθρο.
2.Η παράγραφος 1 δεν θίγει την εξουσία του κράτους μέλους υποδοχής να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη ή την τιμωρία παρατυπιών που διαπράττονται στο έδαφός του, σε περίπτωση κατά την οποία είναι απαραίτητη η ανάληψη άμεσης δράσης προκειμένου να προστατευτούν τα δικαιώματα των καταναλωτών. Η εξουσία αυτή περιλαμβάνει τη δυνατότητα παρεμπόδισης των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών που ασκούν ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, από την άσκηση νέας δραστηριότητας εντός της επικράτειας του κράτους μέλους υποδοχής.
3.Κάθε μέτρο που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δυνάμει του παρόντος άρθρου γνωστοποιείται εγγράφως με αιτιολογημένη απόφαση στον ασφαλιστικό, αντασφαλιστικό ή ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση και κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, στην ΕΑΑΕΣ και στην Επιτροπή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.