Η ζέστη η υγρασία, οι συνθήκες καμινιού που δημιουργούνται στις τσιμεντουπόλεις όπως είναι το κέντρο της Αθήνας, αλλά και σε πόλεις του θεσσαλικού κάμπου όπως η Καρδίτσα που αδυνατούν να δροσιστούν από κάποιου είδους παραθαλάσσια αύρα προκαλούν ακραία καταπόνηση στον ανθρώπινο οργανισμό, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η αίσθηση της διαρκούς κόπωσης, εξαιτίας της συνεχιζόμενης θερμικής εξάντλησης που βιώνουμε. Ακόμα πιο δύσκολη γίνεται η καθημερινότητα, όταν οι θερμοκρασίες δεν πέφτουν ούτε το βράδυ, ώστε και οι πόλεις και οι κάτοικοι τους να δροσιστούν.
της Αλεξίας Σβώλου
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε περιοχές με πολύ τσιμέντο, μακριά από οποιαδήποτε παραλιακή αύρα, μπορεί η θερμοκρασία να είναι ενδεικτικά 42o C αλλά η αίσθηση της ζέστης που δημιουργεί ο λίβας είναι αισθητά υψηλότερη. Άλλωστε πριν λίγες ημέρες ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης, πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών είχε κρούσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις εντυπωσιακές διακυμάνσεις που παρουσιάζουν οι θερμοκρασίες από το κέντρο της Αθήνας έως την Κηφισιά. Η έλλειψη πράσινου μέσα την τσιμεντούπολη οδηγεί σε αυξημένες θερμοκρασίες κατά 6ο C σε αποστάσεις που δεν ξεπερνούν τα 15-17 χλμ, κάτι που θεωρείται αφύσικο!
Πέρα από την διαρκή κόπωση, την δυσκολία στην αναπνοή και το λαχάνιασμα, οι ειδικοί επισημαίνουν πως η θερμική εξάντληση εκδηλώνεται και με άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν την έντονη εφίδρωση, την αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, το ωχρό δέρμα, τον γρήγορο καρδιακό παλμό, τις μυϊκές κράμπες, την ναυτία, τον εμετό, την ζαλάδα, τον πονοκέφαλο την πνευματική σύγχυση και τη λιποθυμία.