της Σοφίας Τσιλιμπουνίδου, Προισταμένης του Τομέα Τυποποιημένων και Bancassurance της Διεύθυνσης Πυρός και Τεχνικών Ασφαλίσεων στην Εθνική Ασφαλιστική
Με βάση τα στοιχεία που εμπεριέχονται στους πίνακες του “World Disaster Report 2016”, όταν αναφερόμαστε σε φυσικές καταστροφές στην Ευρώπη εννοούμε θύελλα/καταιγίδα, πλημμύρες και τυφώνες, εν αντιθέσει με την Ελλάδα, όπου ο σεισμός αποτελεί τον πρωταρχικό κίνδυνο. Οι σεισμοί στις Αλκυονίδες (1981), της Καλαμάτας (1986), των Γρεβενών-Κοζάνης (1995), ο σεισμός της Πάρνηθας (1999) κ.ά., έδειξαν ότι δεν υπάρχουν 100% σεισμικά ασφαλείς περιοχές. Άλλωστε, η χώρα μας κατέχει την έκτη θέση επικινδυνότητας από άποψη σεισμικότητας παγκοσμίως, οπότε είναι βάσιμος ο φόβος ότι θα έχουμε ισχυρούς σεισμούς και στο μέλλον. Παρ’ όλα αυτά, μόνο το περίπου 10% των κατοικιών στην Ελλάδα έχουν συνάψει ασφαλιστήρια Πυρός και Συμπληρωματικών Κινδύνων και μόνο μέρος αυτών ασφαλίζονται για Σεισμό. Επιπλέον, η ηλικία των κτισμάτων επιτείνει την επικινδυνότητά τους καθότι τα κτίρια στην Ελλάδα τείνουν να γερνούν. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι τα κτίσματα κατασκευής μετά το 1986 υπολογίζονται στο 20% του συνόλου των κτισμάτων, ενώ τα κτίσματα κατασκευής μετά το 1995, άρα κτισμένα βάσει εκσυγχρονισμένου αντισεισμικού κανονισμού, αποτελούν μόνο το 6% του συνόλου.