Το ασφαλιστικό είναι “βιώσιμο” παρά τις “δυσμενείς” δημογραφικές εξελίξεις αλλά και εφόσον δεν υπάρξει αλλαγή πολιτικής.
Αυτά είναι τα βασικά μηνύματα του νέου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος για την περίοδο 2023-2026 σε σχέση με το συνταξιοδοτικό.
Πιο αναλυτικά, το νέο Μεσοπρόθεσμο προβλέπει πως:
– Οι δημογραφικές προβολές δείχνουν μια αργή αύξηση του δείκτη γονιμότητας, ο οποίος φθάνει σε τιμή 1,5 το 2070 από 1,3 το 2021. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο δείκτης γονιμότητας παραμένει κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για τη διατήρηση ενός μη μειούμενου συνολικού πληθυσμού (2,1 για τις ανεπτυγμένες χώρες), μαζί με την οριακή προβλεπόμενη επίδραση της καθαρής μετανάστευσης, οδηγεί σε μείωση του πληθυσμού που προβλέπεται να πέσει κάτω από τα δέκα εκατομμύρια έως το 2040 και να μειωθεί περαιτέρω στα 8,6 εκατομμύρια μέχρι το τέλος του ορίζοντα προβολής.
– Ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων αυξάνεται από 39,2 το 2021 έως 68,2 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται στο 65,2 το 2070.
– Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση αυξάνεται από 79,3 το 2021 σε 86,4 το 2070 για τους άνδρες και από 84,5 το 2021 σε 90,3 το 2070 για τις γυναίκες. Το προσδόκιμο ζωής στα 65 έτη αυξάνεται από 19,0 το 2021 σε 23,9 το στο τέλος της περιόδου προβολής για τους άνδρες και από 22,0 σε 26,7 για τις γυναίκες.
-Συνολικά, η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό αναμένεται να αυξηθεί για τους εργαζόμενους ηλικίας 20-64 ετών (από 74,5% το 2021 σε 82,2% το 2070), καθώς και για τους εργαζόμενους ηλικίας 20-74 ετών (από 63,8% το 2021 σε 71,4% στο τέλος της προβολής). Το ποσοστό απασχόλησης αυξάνεται επίσης για τους εργαζομένους ηλικίας 20-64 ετών (από 62,1% το 2021 σε 76,5% το 2070, αλλά αυξάνεται επίσης σημαντικά από την πρώτη δεκαετία) και για τους εργαζόμενους ηλικίας 20-74 ετών (από 53,3 το 2021 σε 66,5 το 2070), γεγονός που επηρεάζει τα αποτελέσματα της προβολής.
– Οι βασικές μακροοικονομικές παραδοχές υποδεικνύουν μια αργά αυξανόμενη ανάπτυξη του δυνητικού ΑΕΠ που θα φθάσει στο μέγιστο 1,7% το 2040 και στη συνέχεια θα μειωθεί σταδιακά στο 1,3% έως το 2070, ενώ η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας προβλέπεται να ακολουθήσει αυξητική πορεία μέχρι το 2040, φθάνοντας σε μια κορύφωση 2,2% και στη συνέχεια θα μειωθεί σταδιακά στο 1,5% το 2070. Οι υποκείμενοι προσδιοριστικοί της παράγοντες, δηλαδή η εργασία που αυξάνει τον συνολικό συντελεστή παραγωγικότητα και το απόθεμα κεφαλαίου ανά εργαζόμενο (που αναφέρεται επίσης ως εμβάθυνση του κεφαλαίου) ακολουθούν παρόμοια πορεία.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι προβολές γίνονται με την παραδοχή περί “μη αλλαγή πολιτικής”. Δεν είναι προβλέψεις και υπόκεινται σε σημαντική αβεβαιότητα. Σκοπός τους είναι να δείξουν τι θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον αν οι τρέχουσες πολιτικές παραμείνουν αμετάβλητες, σημειώνεται στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα.
Τα κύρια αποτελέσματα της ανάλυσης δείχνουν μείωση κατά 4,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ στις δαπάνες που σχετίζονται με τη γήρανση μεταξύ 2021 και 2070, που απορρέει από την πτωτική πορεία των συνταξιοδοτικών δαπανών, η οποία μειώνεται στις αρχές της περιόδου προβολής. Αναλυτικότερα, οι συνολικές δαπάνες που συνδέονται με την ηλικία ανέρχεται σε 23,8% του ΑΕΠ το 2021, εκ των οποίων το 15,9% είναι συνταξιοδοτικές δαπάνες. Η συνταξιοδοτική δαπάνη μειώνεται ήδη κατά την πρώτη δεκαετία από 15,9% το 2021 σε 13,8% το 2030 και ανέρχεται σε 11,6% του ΑΕΠ στο τέλος του του ορίζοντα προβολής.
Ένα μικρό μέρος αυτής της μείωσης (0,3% το 2070) οφείλεται στο γεγονός ότι ένα μέρος του δαπανών των επικουρικών συντάξεων εκτρέπεται στο νέο σύστημα επικουρικής σύνταξης του ΕΦΚΑ, το οποίο κατατάσσεται εκτός της Γενικής Κυβέρνησης.
Τα αποτελέσµατα της ανάλυσης δείχνουν ότι οι µεταρρυθµίσεις που έλαβαν χώρα τα προηγούμενα χρόνια στο συνταξιοδοτικό σύστημα μπορούν να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα ακόμη και σε ένα πλαίσιο δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων, όπως περιγράφεται στην προηγούμενη ενότητα.
Όσον αφορά τις μη συνταξιοδοτικές δαπάνες που σχετίζονται με την ηλικία, οι προβλέψεις της έκθεσης για τη γήρανση του 2021 δείχνουν μια σχετική σταθερή δαπάνη σε σχέση με το ΑΕΠ, ξεκινώντας από το 8,0%, στη συνέχεια κυμαίνεται από 7,8% έως 8,1% και σταθεροποιείται και πάλι στο 8,0% στο τέλος της περιόδου προβολής.
Τα στοιχεία του προϋπολογισμού δείχνουν τα εξής:
– Οι συνταξιοδοτικές εισφορές (το άθροισμα των εισφορών των εργοδοτών και των εργαζομένων) ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονται από 8,3% το 2021 σε 6,8% το 2070. Η μείωση αυτή εξηγείται κυρίως από το μερίδιο των εισφορών που εκτρέπονται σε νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης (ΤΕΚΑ) το οποίο ανέρχεται σε 1,4% του ΑΕΠ στο τέλος της περιόδου προβολής.
– Όσον αφορά τις προβλέψεις για τα συνολικά έσοδα και τις δαπάνες επί του ΑΕΠ, προβάλλονται με την παραδοχή ότι οι μεταβολές των ποσοστών αυτών με βάση τον ορίζοντα προγράμματος σταθερότητας οφείλονται μόνο στις προβλεπόμενες μεταβολές των δαπανών και των εσόδων που σχετίζονται με την ηλικία, επομένως δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως προβλέψεις.
Σε σχέση με τις προβολές του 2018, η επικαιροποιημένη προβολή του 2019 καθώς και καθώς και τα αποτελέσματα του 2021 οδηγούν σε οριακά υψηλότερες συνταξιοδοτικές δαπάνες που διαλύονται μακροπρόθεσμα.
Συγκεκριμένα, η διαφορά μεταξύ του 2018 και των επικαιροποιημένων προβλέψεων για τις συντάξεις (επικαιροποίηση 2019) οφείλεται στις νέες τροποποιήσεις της νομοθεσίας, ενώ η διαφορά μεταξύ της επικαιροποίησης 2019 και της νέας συνταξιοδοτικής προβολής ( 2021) οφείλεται στην αλλαγή των μακροοικονομικών παραδοχών καθώς και στις νέες νομοθετικές τροποποιήσεις.
Οι μακροοικονομικές παραδοχές για το δεύτερο μισό της περιόδου προβολής (μετά το 2040) έχουν αντίθετη επίδραση, καθώς είναι πιο ευνοϊκές σε σύγκριση με τις προβολές του 2018. Επομένως, οι δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά την περίοδο αυτή φθάνουν σε χαμηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με τις επικαιροποιημένες προβολές του 2019.