Μετά την εκδήλωση του δεύτερου κύματος της πανδημίας, μαζί και των περιοριστικών μέτρων αλλά και παρεμβάσεων στήριξης στις πληττόμενες επιχειρήσεις και τους εργαζομένους τους ένα είναι σαφές: Το 2021 θα είναι ένα έτος κατά το οποίο τα ασφαλιστικά ταμεία θα παραμείνουν στην «εντατική» του κράτους, με την έννοια ότι θα μπορούν να καταβάλλουν τις προβλεπόμενες παροχές τους, μόνο και μόνο επειδή το κράτος θα έχει αναλάβει να κλείσει τις «τρύπες» που έχουν γεννήσει τα δύο διαδοχικά lockdown σε μια σειρά οικονομικών δραστηριοτήτων και οι συνέπειές τους σε όλο το φάσμα της οικονομίας.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, το τρέχον lockdown θα είναι μεγαλύτερο, χρονικά, σε σχέση με το πρώτο, έστω και αν δεν είναι συνεχές, δηλαδή ενδεχομένως να έχει ορισμένα διαλείμματα. Συγκεκριμένα, αναμένεται να φτάσει έως και τον ερχόμενο Μάρτιο.
Με άλλα λόγια, δεδομένου ότι ξεκίνησε τον Νοέμβριο, θα διαρκέσει έως και 5 μήνες, αν όχι περισσότερο. Ωστόσο, το προηγούμενο lockdown, διήρκεσε 2 ½ μήνες. Δηλαδή, το νέο lockdown, ενδεχομένως να είναι έως και διπλάσιο, από άποψη χρονική, σε σχέση με το προηγούμενο.
Την ίδια ώρα, είναι πιθανό και το ερχόμενο καλοκαίρι να επανέλθουν, περισσότερο ή λιγότερο, τα περσινά μερικώς περιοριστικά μέτρα (ή ακόμα και αν δεν συμβεί αυτό να συνεχίσει η μηδαμινή έξωθεν τουριστική κίνηση), με επίσης πιθανές ανάλογες, αρνητικές συνέπειες στην οικονομική δραστηριότητα και έτσι στα έσοδα των ταμείων, τα οποία και πάλι θα κληθεί το κράτος να αναλάβει. Αν επαληθευθεί το σενάριο αυτό, τότε η έκταση της κρατικής στήριξης των ταμείων το 2021 θα είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη του 2020 και μάλιστα στην αναλογικά πιο δύσκολη περίοδο για τα ταμεία, δηλαδή στο α΄ εξάμηνο και όχι στο β΄ εξάμηνο.
Το υφιστάμενο «καθεστώς» στήριξης των ταμείων (μέσω ιδίως της κάλυψης των εισφορών των υπό αναστολή μισθωτών) αν και δεν έχει αμφισβητηθεί σε γενικές γραμμές από κανέναν, θέτει δύο ζητήματα. Το πρώτο ζήτημα είναι η δυνατότητα του κράτους να κλείνει τις «τρύπες» των ταμείων κατά τη διάρκεια του lockdown, μέσω ιδίως της κάλυψης των εισφορών των υπό αναστολή εργαζομένων. Κάτι τέτοιο μπορεί, για την ώρα, να διασφαλιστεί όχι μόνο από τα τρέχοντα δημόσια έσοδα, αλλά και από μέρους των αποθεματικών.
Το δεύτερο και πιο σημαντικό ζήτημα είναι η δυνατότητα του κράτους να καλύψει τις «τρύπες» των ταμείων μετά τα lockdown. Είναι αναμενόμενο ότι ακόμα και αν παρέλθει η υγειονομική κρίση, το αποτύπωμά της στο οικονομικό και δημοσιονομικό επίπεδο, θα χρειαστεί περισσότερο καιρό να περάσει. Έτσι θα δοκιμασθούν οι αντοχές των νυν πληττόμενων επιχειρήσεων να μπορούν κρατήσουν πάνω-κάτω το υφιστάμενο πλήθος εργαζομένων τους (όπως έχει γίνει έως τώρα λόγω της δυνατότητας αναστολών – αποζημιώσεων – κάλυψης εισφορών) και έτσι να καταβάλλουν τις προβλεπόμενες εισφορές τους. Παράλληλα, θα δοκιμασθούν οι αντοχές του κράτους να καλύπτει τα «κενά» που θα αφήσει στη ροή των εσόδων ενδεχόμενη αδυναμία των επιχειρήσεων να διατηρήσουν το πλήθος των εργαζομένων στο προ κρίσης επίπεδο και έτσι να συνεχίσουν να πληρώνουν τις εισφορές που πλήρωναν έως και τον Φεβρουάριο του 2020.