Την άποψή του σχετικά με τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στον κλάδο της Υγείας εξέφρασε ο Θανάσης Λοπατατζίδης, Εμπορικός Διευθυντής Ομίλου Affidea κατά τη διάρκεια πάνελ στο πλαίσιο του Πανελλήνιου Συνεδρίου για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές στην Υγεία που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στο κέντρο της Αθήνας.
του Νίκου Μωράκη
Ο κ. Λοπατατζίδης, ο οποίος συμμετείχε στη συζήτηση για τις Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) μαζί με στελέχη Ασφαλιστικών Εταιρειών & Νοσοκομείων αλλά και το Γενικό Γραμματέα Υπηρεσιών Υγείας Ιωάννη Κωτσιόπουλο, τοποθετήθηκε επί του θέματος αναδεικνύοντας τους σημαντικούς παράγοντες που κατά τον ίδιο είναι απαραίτητοι να εξετασθούν προκειμένου να υλοποιηθούν οι εν λόγω συνεργασίες.
Αν και οι συζητήσεις για τις συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα έχουν ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια στη χώρα μας, ανέφερε ο ίδιος, το πλαίσιό της δυστυχώς δεν έχει ακόμη καθορισθεί με σαφήνεια, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αξιολογηθούν οι δυνατότητες, οι ευκαιρίες και τα προβλήματα ώστε να γίνει το επόμενο βήμα. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σήμερα κάποιες μορφές Σύμπραξης Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα, δίνοντας ως παράδειγμα αφενός τη χρήση υπηρεσιών του ιδιωτικού τομέα από τον ΕΟΠΥΥ στις περιπτώσεις που οι κρατικές δομές δεν μπορούν να προσφέρουν κάποιες υπηρεσίες, αφετέρου τη συνεργασία πολλών δημόσιων νοσοκομείων με ιδιώτες για υπηρεσίες καθαριότητας και άλλες δευτερεύουσες υπηρεσίες.
Διαβάστε επίσης: ΣΔΙΤ στην υγεία: Η διαχείριση του κινδύνου το μεγαλύτερο όφελος
Συνέχισε αναφέροντας ότι με βάση τα διεθνή δεδομένα, προκειμένου να επιτευχθούν συνεργασίες με θετικά αποτελέσματα για το κοινωνικό σύνολο, δεδομένου των περιορισμένων πόρων και των μεγάλων σε πολλές περιπτώσεις ελλείψεων, είναι απαραίτητη η εξέταση 3 σημαντικών παραγόντων.
- της πρόσβασης στην υγεία,
- της ποιότητας στην υγεία και
- της οικονομικής αποδοτικότητας.
Πρόσβαση στην Υγεία
Το δημόσιο σύστημα υγείας έχει αρκετά κενά και ελλείψεις, εξήγησε, δίνοντας το παράδειγμα της ακτινοθεραπείας. Η μέση αναμονή στα δημόσια νοσοκομεία προσεγγίζει περίπου τους έξι μήνες, τη στιγμή που σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ο καρκινοπαθής πρέπει να λάβει θεραπεία εντός 15 ημερών από τη διάγνωση. Επιπλέον, συμπλήρωσε ότι το ελληνικό σύστημα δεν έχει δυστυχώς δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού να ελέγχεται προληπτικά, ούτε τις προϋποθέσεις αποτροπής των επιβλαβών συνηθειών και προαγωγής της καλής υγείας των πολιτών. Η συνεργασία επομένως του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα θα μπορούσε να έχει θετικά αποτελέσματα εφόσον καλύπτει υπάρχοντα κενά στο σύστημα υγείας, βελτιώνει τις ανάγκες των πολιτών και κατά συνέπεια το επίπεδο υγείας και το προσδόκιμο επιβίωσής τους.
Ποιότητα στην Υγεία
Ο δεύτερος παράγοντας που θα πρέπει να εξετασθεί, συνέχισε, είναι τα κλινικά αποτελέσματα. Σαφώς, υπάρχουν πάρα πολλές κλινικές του δημοσίου τομέα στις οποίες ο ιδιωτικός τομέας υστερεί, υπάρχουν εξαιρετικοί γιατροί που σε πολλές περιπτώσεις κάνουν τη δουλειά τους κάτω από δύσκολες συνθήκες, αλλά δεν υπάρχει ένα πλαίσιο με βάση το οποίο να μπορεί κανείς να αξιολογήσει το παραγόμενο αποτέλεσμα από άποψη κλινικής ποιότητας. Η κλινική ποιότητα, που αποτελεί ένα σημαντικό χαρακτηριστικό, περιλαμβάνει ασφαλώς και το χρόνο αναμονής για τη λήψη υπηρεσιών υγείας, που σε ορισμένες περιπτώσεις ασθενών είναι καίριας σημασίας για το θεραπευτικό αποτέλεσμα, πρόσθεσε ο κ. Λοπατατζίδης.
Οικονομική Αποδοτικότητα
Τέλος, ο τρίτος παράγοντας που θα πρέπει να εξετασθεί σε μια ενδεχόμενη Σύμπραξη Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα, είναι η οικονομική αποδοτικότητα, που όπως επισήμανε, περιλαμβάνει τρεις συνιστώσες που θα μπορούσαν να έχουν θετικά αποτελέσματα για το σύστημα υγείας και τους πολίτες.
- Τον ανταγωνισμό, τόσο τον εσωτερικό μεταξύ δημοσίων κλινικών και μεταξύ ιδιωτών παρόχων, όσο και μεταξύ δημοσίων και ιδιωτών παρόχων, ο οποίος στο ελληνικό σύστημα απουσιάζει·
- την εισροή κεφαλαίων με την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων
- και τον διαμοιρασμό του οικονομικού κινδύνου μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Δυστυχώς, επί του παρόντος, στη λίστα με τα εκατοντάδες παραδείγματα συμπράξεων, τόσο σε ευρωπαϊκές χώρες όσο και σε χώρες εκτός Ευρώπης, η χώρα μας πρωτοπορεί με την απουσία της.
Κλείνοντας τις εργασίες της συζήτησης, ο κ. Λοπατατζίδης σχολίασε ότι η συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να αποτελέσει μία αφορμή ούτως ώστε υπηρεσίες οι οποίες δεν υπάρχουν στο δημόσιο τομέα, να δημιουργηθούν ή να βελτιωθούν, με την προϋπόθεση ότι και η ασφαλιστική αγορά από την πλευρά της θα δεχθεί να επενδύσει, όχι μόνο οικονομικά αλλά και σε ανθρώπινους πόρους και τεχνογνωσία, προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Όλα αυτά, βέβαια, μέσα σε κλίμα συναίνεσης.