Την αποτυχημένη «συνταγή» της διαχείρισης της διαπραγμάτευσης για το Ασφαλιστικό, επιχειρεί το Υπ. Εργασίας να εφαρμόσει και στο εργασιακό.
Μετά από κάλεσμα του κ. Γιώργου Κατρούγκαλου, οι κοινωνικοί εταίροι (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ) υπέγραψαν χθες κοινή δήλωση με την οποία υποστηρίζουν –μεταξύ άλλων – την επαναφορά της δυνατότητάς τους να υπογράφουν Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με αντικείμενο τον κατώτατο μισθό αλλά και τη διατήρηση του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου που διέπει τις ομαδικές απολύσεις.
Στόχος του Υπ. Εργασίας είναι η διαμόρφωση ενός «εθνικού μετώπου» της κυβέρνησης, των κοινωνικών εταίρων αλλά και πολιτικών κομμάτων απέναντι στις σκληρές απαιτήσεις προπαντός του ΔΝΤ ενόψει της διαπραγμάτευσης μεταξύ ελληνικών –αρχών σε σχέση με το νέο Εργασιακό που πρέπει να θεσπιστεί το ερχόμενο Φθινόπωρο.
Ωστόσο η κυβέρνηση φαίνεται πως «ξεχνά» ότι:
- Την προηγούμενη φορά –δηλαδή στην περίπτωση του νέου Ασφαλιστικού- κατά την οποία επιχείρησε να διαμορφώσει ένα «εθνικό μέτωπο» απέναντι στους θεσμούς, απέτυχε συνολικά να σπάσει την επιμονή των θεσμών για περικοπές στις συντάξεις.
Το μόνο που πέτυχε τότε η κυβέρνηση ήταν η συγκατάθεση των εργοδοτικών οργανώσεων (ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ) για μία αύξηση των εισφορών τους υπέρ της επικουρικής ασφάλισης κατά 1% από 1.6.2016, η οποία μάλιστα δεν είχε καμία επίδραση στα «εργατικά» έξοδά τους , δεδομένου ότι απλώς ένα ποσό που έδιδαν για μισθούς το «μετέφεραν» στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ). Από εκεί και πέρα, οι επαγγελματικοί φορείς των μηχανικών, γιατρών, δικηγόρων κλπ. ουδέποτε συμφώνησαν στα νέα ασφαλιστικά «χαράτσια» επί του εισοδήματος τους υπέρ της κύριας σύνταξης και του ΕΟΠΥΥ (20% και 6,9% αντίστοιχα), τα οποία πρότεινε η κυβέρνηση. Εξάλλου, η ΓΣΕΕ, διαφώνησε με το σύνολο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.
- Το Μνημόνιο το οποίο υπέγραψε με τους θεσμούς προβλέπει άλλα από εκείνα τα οποία υποστηρίζει η ίδια στο εσωτερικό της χώρας.
Συγκεκριμένα, τόσο η συμφωνία του Αυγούστου του 2015, όσο και το συμπληρωματικό Μνημόνιο του Ιουνίου 2016 προβλέπει ότι καμία μεταρρύθμιση η οποία θεσπίστηκε μέχρι και το 2013 δεν πρέπει να αλλάξει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών και παράλληλα το πλαίσιο για τις ομαδικές απολύσεις πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές. Ποιες είναι οι βασικές μεταρρυθμίσεις στο εργασιακό μέχρι το 2013; Η θέσπιση του εθνικού κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση (και όχι από τους κοινωνικούς εταίρους) ενώ οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις υπερισχύουν των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Εξάλλου σε όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη της ΕΕ επιτρέπεται η απόλυση του 10% του προσωπικού μίας επιχείρησης με 100 έως 300 εργαζομένους, ενώ το κράτος στην πιο …ακραία περίπτωση γνωμοδοτεί.
Αντίθετα στην Ελλάδα, επιτρέπεται η απόλυση μόνο του 5% των εργαζομένων, ενώ το κράτος έχει αποφασιστική εμπλοκή σε μία τέτοια απόφαση. Η διγλωσσία της κυβέρνησης στο Εργασιακό –δηλαδή το γεγονός ότι άλλα υπογράφει με τους θεσμούς και άλλα υποστηρίζει στους κοινωνικούς εταίρους – είναι πολύ πιθανό να έχει τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα, όπως είχε με το Ασφαλιστικό: Η κυβέρνηση θα χαλάσει ακόμα περισσότερο τις σχέσεις της με τους κοινωνικούς εταίρους, μιας και θα αναγκαστεί να αποδεχθεί τις μνημονιακές δεσμεύσεις –όπως επισήμανε προχθές ο ίδιος ο Κοινοτικός Επίτροπος κ. Πιερ Μοσχοβισί αφού πρώτα θα έχει συρθεί σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς
- Η κατάσταση στην αγορά εργασίας, επί της οποίας θα επιβληθούν οι οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις, αναμένεται να χειροτερεύσει τους επόμενους μήνες.
Όπως και στην περίπτωση του Ασφαλιστικού, όπου η διαπραγμάτευση κυβέρνησης –θεσμών διεξαγόταν σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης των Ταμείων, η διαπραγμάτευση για το Εργασιακό γίνεται σε συνθήκες πτωχεύσεων μεγάλων επιχειρήσεων (π.χ. «Μαρινόπουλος»). Έτσι η κυβέρνηση θα βρεθεί σε αντικειμενική αδυναμία να υποστηρίξει τις θέσεις της υπέρ της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και κατά της διευκόλυνσης των ομαδικών απολύσεων, την ίδια στιγμή που μαίνεται το μπαράζ λουκέτων μεγάλων επιχειρήσεων.