Η πανδημία ανέδειξε περισσότερο από ποτέ την ανάγκη σχεδιασμού και ανάπτυξης της πρωτοβάθμιας υγείας, που αποτελεί αναμφίβολα τον μεγάλο ασθενή στο ΕΣΥ.
Ένα λειτουργικό και αποδοτικό πρωτοβάθμιο σύστημα θα μπορούσε να αποτελέσει “τροχοπέδη” στην αύξηση των νοσηλειών στην περίοδο του Covid αλλά και να παίξει καθοριστικό ρόλο στην πρόληψη ασθενειών και την βέλτιστη αντιμετώπιση χρόνιων νοσημάτων, μειώνοντας σε βάθος χρόνου την επιβάρυνση του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Θα μπορούσε επίσης να προσφέρει καλύτερη ποιότητα ζωής σε ασθενείς μέσω της έγκυρης διάγνωσης και αντιμετώπισης.
γράφει η Βίκυ Γερασίμου
Ωστόσο στην χώρα μας πέρα από τη γενικευμένη υποχρηματοδότηση, καταγράφεται η τρίτη μικρότερη δαπάνη πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που είναι στο 22%, έναντι 30% μέσου όρου στις χώρες της Ε.Ε. Την ίδια στιγμή οι Έλληνες πληρώνουν το 1/3 των συνολικών δαπανών υγείας από την τσέπη τους και μόλις το 4% προέρχεται από την προαιρετική ιδιωτική ασφάλιση.
Σε έκθεσή του που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2020 ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος αναφέρει ότι “ο μεγάλος αριθμός εισαγωγών στα νοσοκομεία οφείλεται στην έλλειψη ενός αποτελεσματικού συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Υπολογίζεται ότι με την οργάνωση προγραμμάτων παρακολούθησης των ασθενών και την ανάπτυξη κέντρων χρονίων νοσημάτων, θα μπορούσαν να μειωθούν οι νοσηλείες τουλάχιστον κατά 510.000 σε αριθμό με αντίστοιχη μείωση της νοσοκομειακής δαπάνης κατά περίπου 450 εκατ. ευρώ (το μέσο κόστος νοσηλείας υπολογίζεται σε 900 ευρώ)”.
Κάθε χρόνο νοσηλεύονται στα νοσοκομεία του ΕΣΥ περίπου 2,2 εκατομμύρια περιστατικά, ενώ στον ιδιωτικό τομέα και στα στρατιωτικά νοσοκομεία γίνονται περίπου 700.000 νοσηλείες. Πρόκειται για πρώτες εισαγωγές, αλλά και επανεισαγωγές. Με βάση τα επιδημιολογικά και πληθυσμιακά δεδομένα της χώρας,
δεν θα έπρεπε να γίνονται περισσότερες από 1,7 με 1,8 εκατομμύρια εισαγωγές.
ΕΕ: Η πρωτοβάθμια φροντίδα κλειδί για τους Non covid ασθενείς
Όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση της ΕΕ για την υγεία “η ενδυνάμωση των πρωτοβάθμιων συστημάτων είναι το κλειδί για τη διαχείριση των non-covid ασθενών.” Δεν είναι μάλιστα τυχαίο που χώρες όπως “η Γαλλία, η Σλοβενία και το Ηνωμένο Βασίλειο δημιούργησαν κέντρα covid τα οποία θα παραμείνουν εν συνεχεία για Ασθενείς με άλλα νοσήματα. “Αν και η βασική κάλυψη πρωτοβάθμιας υγείας” αναφέρει η έρευνα “καλύπτει γενικά ένα καθορισμένο σύνολο παροχών, οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε επιπλέον συμπληρωματικές υπηρεσίες υγείας μέσα από την ιδιωτική ασφάλιση.
Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, μόνο ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού έχει πρόσθετη ιδιωτική ασφάλιση υγείας, με εξαίρεση τη Γαλλία, τη Σλοβενία, το Βέλγιο, τις Κάτω Χώρες, το Λουξεμβούργο και την Κροατία, όπου ο μισός ή περισσότερος πληθυσμός έχει και ασφαλιστήριο υγείας.
Μόλις 16,8 ευρώ οι κατά κεφαλήν δαπάνη ετησίως για την προληπτική υγεία
Στην ΕΕ η Ελλάδα είναι 24η όσον αφορά τις προληπτικές δαπάνες στην υγεία (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat-2018) με μόλις το 1,3% των συνολικών δαπανών υγείας να κατευθύνονται στην πρόληψη, δηλαδή 16,8 ευρώ ετησίως ανά κάτοικο.
Ο αντίστοιχος μέσος όρος της δαπάνης στην ΕΕ είναι 2,8%, ενώ οι πρώτες χώρες στη λίστα είναι η Ιταλία με 4,4% και η Φινλανδία με 4%. Το Ηνωμένο Βασίλειο ξοδεύει το 5,1% των δαπανών για την υγεία σε πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας. Η χώρα μας βρίσκεται στην χειρότερη πεντάδα των χωρών που ξοδεύουν το μικρότερο μέρος του συνολικού ποσού μαζί με την Κύπρο (1,3%), την Μάλτα (1,3%), τη Σλοβακία ()0,8% και το Λίχτενσταιν (1,2%).