Η Alpha Bank θα καταθέσει σοβαρή πρόταση για το ΤΤ με στόχο την απόκτηση αλλά και τη διατήρηση της αυτονομίας του και όχι την απορρόφηση και ενοποίησή του. Αυτό ανέφερε το Σάββατο ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας Γιάννης Σ. Κωστόπουλος κατά την ετήσια τακτική γενική συνέλευση. Πρόσθεσε ότι στόχος είναι να αναβιώσει το ιστορικό πιστωτικό ίδρυμα και επισήμανε ότι η Alpha Bank θα το διεκδικήσει μέχρι τέλους. Σημειώνεται ότι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο πρέπει – όπως και η Proton – βάση μνημονίου να πωληθεί μέχρι τις 15 Ιουλίου και η φημολογία περί ενδιαφερόμενων τραπεζών είχε ενταθεί το τελευταίο διάστημα.
Ο κ. Κωστόπουλος αναφέρθηκε και στην ενσωμάτωση της Εμπορικής Τραπέζης κατά την ομιλία του. Είπε ότι«εξελίσσεται σύμφωνα με τον προγραμματισμό, με δεδομένο το πνεύμα ενότητας που μας χαρακτηρίζει και την κοινή σε πολλούς τομείς επιχειρησιακή νοοτροπία και συνέπεια των Εργαζομένων των δύο Τραπεζών». Η νομική συγχώνευση ολοκληρώθηκε την Παρασκευή 28 Ιουνίου «ενώ η πλήρης λειτουργική ενοποίηση αναμένεται να έχει υλοποιηθεί εντός του 2014. Είμαι βέβαιος ότι θα φέρουμε εις πέρας με επιτυχία και αυτό το νέο μεγάλο εγχείρημα, ώστε να συμβάλουμε στην προσπάθεια αναστροφής του δυσμενούς κλίματος και εξόδου της χώρας από την κρίση. Διοίκηση και Εργαζόμενοι, με κοινές αξίες και κοινό όραμα, δημιουργούμε μία μεγάλη Τράπεζα, που θα πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή, διασφαλίζοντας, όπως πάντοτε, τα συμφέροντα των Μετόχων και των Πελατών μας. Για άλλη μία φορά, εκφράζω τις ευχαριστίες μου στους Μετόχους, στους Πελάτες και στους Εργαζομένους της Τραπέζης για τη στήριξη, την αφοσίωση και την εμπιστοσύνη, με την οποία μας περιβάλλουν, κατά τη μακρόχρονη πορεία μας».
Για το χώρο είπε ότι «το 2012 ήταν έτος καθοριστικό για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και ειδικότερα του τραπεζικού κλάδου. Μετά τις εκλογές του Ιουνίου, επανήλθε η πολιτική ομαλότητα και αποκατεστάθη η χρηματοοικονομική σταθερότητα». Πρόσθεσε ότι «το 2013, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, η Ελλάδα θα εμφανίσει πλεόνασμα τόσο στο πρωτογενές ισοζύγιο της Γενικής Κυβερνήσεως, όσο και στο εξωτερικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Μετά από καθυστερήσεις ετών, με υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος, η νέα Κυβέρνηση συνεργασίας θα πρέπει να δείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για την εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής και ταυτοχρόνως, να λάβει μέτρα για την επανεκκίνηση της οικονομίας».
Επισήμανε ακόμη ότι «η περίοδος 2013-2014 χαρακτηρίζεται ως η κρισιμότερη καμπή της ελληνικής οικονομίας. Η απεμπλοκή της χώρας από την κρίση χρέους και η επιστροφή της σε τροχιά αναπτύξεως, καθιστούν αναγκαία τη συνέχιση της προσαρμογής, συνοδευόμενης όμως με τον μετασχηματισμό του δημοσίου τομέα, ώστε να είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα η δημοσιονομική εξυγίανση. Επίσης, απαιτείται η ολοκλήρωση του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μετασχηματισμού του παραγωγικού ιστού της χώρας, που θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια της οικονομίας. Για το σκοπό αυτό, είναι απαραίτητη η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων της χώρας. Σε διαφορετική περίπτωση, η προσαρμογή είναι δυνατόν να αποδειχθεί εύθραυστη και να υπονομευθεί η προσπάθεια, με σοβαρές συνέπειες για την ελληνική οικονομία».
«Η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν δυσχερής και το τίμημά της υψηλό για τους Έλληνες, με τη διόγκωση της ανεργίας να αποτελεί το πλέον επώδυνο. Τώρα, που φαίνεται να ανακτάται η ελπίδα, οφείλουμε, με την ευρύτερη δυνατή κοινωνική συναίνεση, να εντείνουμε την προσπάθεια και να επιταχύνουμε για ένα καλύτερο μέλλον. Η συμμετοχή και η συνεισφορά σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα αποτελεί καθήκον όλων μας», κατέληξε ο κ. Κωστόπουλος.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος Δημήτριος Π. Μαντζούνης επισήμανε ότι «οι ελληνικές τράπεζες επλήγησαν από τις συνέπειες της δημοσιονομικής προσαρμογής, με τη μεγάλη σε διάρκεια και ένταση οικονομική ύφεση. Οι ζημίες που προκάλεσε η συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, η δημιουργία υψηλών προβλέψεων για την κάλυψη των αυξανόμενων επισφαλών απαιτήσεων και η ανεπαρκής ρευστότης, κυρίως λόγω της μεγάλης διαρροής καταθέσεων, είναι μερικές από τις σημαντικότερες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσεως στις τράπεζες».
Ανέφερε επίσης ότι «πραγματοποιείται ή προγραμματίζεται σειρά μέτρων, που αποσκοπούν στην αποτελεσματική διαχείριση στοιχείων του Ενεργητικού και Παθητικού. Μία από τις ενέργειες αυτές είναι η επαναγορά υβριδικών τίτλων και τίτλων μειωμένης εξασφαλίσεως, η οποία ολοκληρώθηκε επιτυχώς τον Μάιο 2013 και προσέθεσε Ευρώ 103 εκατ. στα Κύρια Βασικά Ίδια Κεφάλαια, κατόπιν αντίστοιχης ενέργειας που πραγματοποιήθηκε τον ίδιο μήνα του προηγουμένου έτους και απέφερε 333 εκατ. ευρώ».
Κατέληξε λέγοντας ότι «η Alpha Bank, με κεφαλαιακή ευρωστία και υψηλό επίπεδο προβλέψεων, ενισχυμένη μετά την εξαγορά της Εμπορικής Τραπέζης, διαθέτει τα απαραίτητα εφόδια για να επανέλθει σε πορεία αναπτύξεως και κερδοφορίας. Με πίστη και αισιοδοξία για το μέλλον, βασιζόμενοι στην εργατικότητα και στην αφοσίωση του Προσωπικού, ενισχύουμε τις σχέσεις εμπιστοσύνης με τους Πελάτες και τους Μετόχους μας, όπως άλλωστε πράττουμε από ιδρύσεώς μας».