Πρόσφατες μελέτες εξακολουθούν να κατατάσσουν την Ελλάδα, της οικονομικής ύφεσης, ως πρώτη σε αναλογία ιατρών ανά 100.000 κατοίκους με επίσης υψηλό αριθμό παρόχων διαγνωστικών υπηρεσιών. Στην Ελλάδα υπάρχουν 4.000 σημεία σε σύγκριση με τα μόλις 400 της Γερμανίας! Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη η κατάταξη της Ελλάδας στις πρώτες θέσεις κατανάλωσης υψηλής – ακριβής ιατρικής τεχνολογίας, όπως αξονικές και μαγνητικές.
Ταυτόχρονα σε μία χώρα με υψηλή ανεργία, εκρηκτική γήρανση του πληθυσμού και τη σημαντική επιδείνωση θεμελιακών δεικτών υγείας του πληθυσμού, κατά γενική ομολογία συντηρείται, ένα σπάταλο, ανορθολογικό και αναποτελεσματικό Σύστημα Υγείας που λειτουργεί προς όφελος των λειτουργών του και όχι των ασθενών.
Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι οι έρευνες οικογενειακών προϋπολογισμών δείχνουν συστηματικά τάση μείωσης δαπανών για ιατρικές επισκέψεις και εξετάσεις, ενώ οι ιδιωτικές πληρωμές (φακελάκι) προς τα δημόσια νοσοκομεία διατηρούνται περίπου σταθερές την τελευταία πενταετία της κρίσης (περίπου 250-300 εκ ευρώ ετησίως).
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η μείωση της ιδιωτικής δαπάνης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, η οποία σε συνδυασμό με τη δραματική μείωση της δημόσιας δαπάνης στον ίδιο τομέα (ίδρυση και μη – λειτουργία ΠΕΔΥ) οδήγησε σε επιδείνωση της αντίστροφης υποκατάστασης (reverse substitution effect) προς όφελος της νοσοκομειακής δαπάνης.
Δηλαδή φθηνή και εύκολα προσβάσιμη πρωτοβάθμια φροντίδα αντικαθιστάται με μη αναγκαία και ακριβή νοσοκομειακή φροντίδα σε ποσοστό που μπορεί να φτάσει και το 28% (Κυριόπουλος 2013). Σε κανέναν δεν είναι άγνωστο αυτό που συμβαίνει στα Εξωτερικά Ιατρεία & Τμήματα Επειγόντων του ΕΣΥ, όπου οι λίστες αναμονής είναι τεράστιες και οι εφημερεύοντες ιατροί είναι αντιμέτωποι με το χάος.
Σε αυτό το επιβαρυμένο πεδίο τα δημόσια νοσοκομεία ξοδεύουν περίπου 4 φορές περισσότερα από την τιμή αποζημίωσης του ΕΟΠΥΥ (Κυριόπουλος 2008, Μανιαδάκης 2013) τη στιγμή που ο ιδιωτικός τομέας επιβιώνει με αυτές τις τιμές αποζημίωσης ΕΟΠΥΥ χωρίς μάλιστα να συνυπολογιστεί η επιπλέον αναγκαστική έκπτωση του 55% (rebate & claw Back).
Άρα για την ίδια εξέταση το μέσο κόστος του κρατικού προϋπολογισμού σε ένα Δημόσιο νοσοκομείο σε σχέση προς έναν ιδιώτη πάροχο είναι περίπου 8 φορές μεγαλύτερο. Κρίμα δεν είναι οι σπαταλούμενοι αυτοί πόροι (πάνω από 150 εκ. ετησίως) να μην κατευθύνονται για την κάλυψη των ανασφαλίστων συμπολιτών μας;
[pull_quote_center]Φθηνή και εύκολα προσβάσιμη πρωτοβάθμια φροντίδα αντικαθιστάται με μη αναγκαία και ακριβή νοσοκομειακή φροντίδα.[/pull_quote_center]
Τέλος, παρά την πληθώρα διατεθειμένων πόρων δεν μπορούμε να αφουγκραστούμε σύγχρονες τάσεις και ανάγκες όπως η συστηματική προσυμπτωματική ή σε πρώιμα στάδια αντιμετώπιση διαφόρων τύπων καρκίνου και η διαχείριση των χρονίων νοσημάτων που αποτελούν και το 80% των επισκέψεων της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
Με όλο αυτό το εκρηκτικό μείγμα δεν είναι τυχαίο που η Ελλάδα εξακολουθεί σταθερά να αποτελεί ουραγό στην Ευρωζώνη στην ικανοποίηση των πολιτών από το Σύστημα Υγείας της Χώρας. Όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις συντείνουν στο συμπέρασμα πως αξίζει η προσπάθεια ώστε οι πολίτες να «βγουν» από τα νοσοκομεία. Γιατί μπορούν πολλά από τα προβλήματα υγείας τους να αντιμετωπιστούν πιο εύκολα, πιο γρήγορα, πιο οικονομικά.
Είναι όμως αυτό το εγχείρημα ένας ακόμα Γόρδιος Δεσμός; Είναι η οργάνωση και παροχή Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ένα βαθιά κοινωνικό πολιτικό οικονομικό και επιχειρησιακό θέμα; Γιατί οι προσπάθειες θεσμικής παρέμβασης τα τελευταία 30 χρόνια ήταν, κατά γενική ομολογία ατελέσφορες;
Η κύρια αιτία θα μπορούσε να αναζητηθεί στην μακρά ιστορία ασυνέχειας της Διοικητικής Οργάνωσης του κράτους. Υπάρχουν και άλλα αίτια:
- η κακοδαιμονία των συντεχνιακών παρεμβάσεων
- το γεγονός ότι συστηματικά αγνοείται η ύπαρξη πληθώρας ιατρικού δυναμικού που παρέχει υπηρεσίες στα ιδιωτικά του ιατρεία
- η κουλτούρα του Έλληνα πολίτη στην ελεύθερη επιλογή ιατρού, εργαστηρίου, νοσοκομείου κλπ.
Μόνο ένα συνεπές & ρεαλιστικά υλοποιήσιμο στρατηγικό πλάνο που θα λάμβανε υπόψη του όλους τους εμπλεκόμενους (π.χ. ανάγκες πολιτών, ιατρικό δυναμικό και επίπεδο εκπαίδευσης και αποζημίωσής του, διοικητικό προσωπικό και υποδομές κλπ) και θα υλοποιούταν δυναμικά μέσα στον χρόνο θα μπορούσε να έχει τύχη.
Προτάσεις
- Ουσιαστική δομή και ρόλος στο θεσμό του Προσωπικού – Οικογενειακού Ιατρού με έμφαση την συστηματική διαχείριση των χρόνιων νοσημάτων προοπτικά και όχι εκ των υστέρων (15 νοσήματα καλύπτουν το 80% των επισκέψεων στην εξωνοσοκομειακή φροντίδα). Δημιουργία Συμβολαίου απόδοσης των Προσωπικών – Οικογενειακών Ιατρών με ρόλους αρμοδιότητες και οικονομικά κίνητρα και αντικίνητρα, για προληπτικές δράσεις, συνταγογραφία φαρμάκων & εξετάσεων (ένα παράδειγμα σχετικού υποδείγματος θα μπορούσε να είναι το Βρετανικό: Primary Care Performance Indicators, Primary Care trusts – NHS England)
- Διασύνδεση μικρών ευέλικτων Κέντρων Υγείας με ιατρεία ΠΕΔΥ (πρώην πολυιατρείων ΕΟΠΥΥ ή πρώην ΙΚΑ) σε 24ωρη βάση. Εδώ πρέπει να ληφθούν υπόψη οι πρακτικές επιλογές των πολιτών που παρά την επιβολή συμμετοχής 15% οι δημόσιες δομές επί ΙΚΑ (πριν τον ΕΟΠΥΥ) κάλυπταν το 60% των εργαστηριακών εξετάσεων, κατά την διάρκεια του ΕΟΠΥΥ το 40% και μετά την ίδρυση του ΠΕΔΥ μόλις το 3%).
- Ανακοστολόγηση διαγνωστικών εξετάσεων (μείωση τιμής αιματολογικών βιοχημικών κατά 40%) και άμεση εφαρμογή διαγνωστικών πρωτοκόλλων με στόχο την διασφάλιση της υγείας των πολιτών και την μείωση των δαπανών.
- Λειτουργική & Τεχνική ολοκλήρωση Ηλεκτρονικού Συστήματος Ιατρικού Φακέλου που θα αποτελεί τον πυρήνα παροχών Πρωτοβάθμιων Υπηρεσιών Υγείας στους πολίτες με ενσωματωμένη τη δυνατότητα αξιολόγησης της απόδοσης των ιατρών. Η ταχεία υλοποίηση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης αποτελεί σημαντική κατάκτηση του Συστήματος Υγείας της χώρας, αλλά επ’ ουδενί δεν είναι επαρκής αφού είναι μια Λευκή επιταγή στα χέρια του ιατρού ή φαρμακοποιού. Χωρίς καλό ιατρικό ιστορικό & ιατρική αξιολόγηση εξετάσεων προηγούμενων διαγνώσεων κλπ ούτε η κατάλληλη διάγνωση μπορεί να γίνει ούτε σωστή θεραπευτική αγωγή να δοθεί.
- Δημιουργία ή επαναλειτουργία (πρώην 184 ΙΚΑ) Συντονιστικού Τηλεφωνικού Κέντρου (στο πλαίσιο ΕΚΕΠΥ ή ΕΚΑΒ ή ΠΕΔΥ) για προγραμματισμό της αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας & ιατρικές συμβουλές στους πολίτες στο πλαίσιο μια συστηματικής ενιαίας διαχείρισης της ζήτησης των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας.
Θα ήταν σημαντική ευκαιρία για το σύστημα η επανεκπαίδευση, επαναξιολόγηση και αξιοποίηση της πληθώρας ιατρικού δυναμικού που διαθέτει η χώρα. Αντί επιλόγου τονίζω ότι δεν θα έπρεπε να κλείσει κανείς τα μάτια στην πραγματικότητα της διείσδυσης & διάδοσης της Ιδιωτικής Ασφάλισης Υγείας, αλλά να δανειστεί συνεργατικά ιδέες τόσο για την οργάνωση της παροχής των υπηρεσιών όσο και την αποζημίωσή τους. Δεν νοείται για παράδειγμα να μην υπάρχει κλειστός προϋπολογισμός σε όλες τις παρεχόμενες υπηρεσίες ή/και συνασφάλιση ή συμμετοχή των πολιτών στο κόστος των υπηρεσιών έτσι ώστε να ρυθμίζεται ορθολογικά η ζήτηση. Ειδικά στο τελευταίο πολλά έχουν γίνει σε άλλα συστήματα όπως για παράδειγμα η εφαρμογή της μεθοδολογίας του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν (Value Based Insurance Designs) βάσει της οποίας ασθενείς χρόνιων νοσημάτων (π.χ. Διαβητικοί) ενθαρρύνονται (π.χ. με εξάλειψη της συμμετοχής τους) για την ετήσια εκτέλεση συγκεκριμένων εξετάσεων (π.χ. Ετήσια οφθαλμολογική εξέταση) ώστε να αποδεικνύεται η συστηματική αγωγή στο πρόβλημα υγείας τους.