Από τον Αριστείδη Παπανικόλα. Η ελληνική οικονομία κλείνει τον πέμπτο χρόνο συνεχούς ύφεσης και νέα ύφεση προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2013. Έκτος χρόνος ύφεσης, καμία απτή προοπτική ανάκαμψης και συνεχής πτωχοποίηση των πολιτών, μισθωτών, επιτηδευματιών, επαγγελματιών, συνταξιούχων και φυσικά ανέργων. Το περίφημο πακέτο «λίπους» της ελληνικής κοινωνίας, μέσω του οποίου θα ξεπέρναγε τα δυσβάσταχτα, αλλά προσωρινά και έκτακτα εισπρακτικά μέτρα (που έχουν γίνει πιο τακτικά και πιο αναμενόμενα από όλα τα προϋπάρχοντα τακτικά), έχει μετατραπεί σε προϊόν με 0% λιπαρά. Ο κόσμος αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης, ο χρονικός ορίζοντας του οικογενειακού προϋπολογισμού είναι σε επίπεδο εβδομάδας ή το πολύ δεκαπενθημέρου και κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει. Όσοι, με ελαφρά την καρδία, μιλούν για επαναφορά και προσαρμογή (έστω και βίαιη) στο βιοτικό επίπεδο που αντιστοιχεί στην παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, κάτι σαν «διόρθωση» δηλαδή, σύμφωνα με την ορολογία του χρηματιστηρίου, προφανώς έχουν μπερδέψει τα πράγματα.
Η επί πολλά συνεχή χρόνια άνοδος του βιοτικού επιπέδου και η αντίστοιχη αύξηση των καταναλωτικών δαπανών αποτελούσαν μέρος της εμφανιζόμενης ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και αναπόσπαστο στοιχείο των συνολικών δεικτών ευημερίας. Μέσα από έναν φαύλο κύκλο προσφοράς, ζήτησης, χρηματοδότησης και ανάπτυξης δημιουργήθηκαν φούσκες, αλλά όταν έσκασαν, όλοι σφύριζαν αδιάφορα και έδειχναν τους άλλους. Το δε κράτος, που εξ ορισμού υφίσταται για την προστασία των πολιτών του και την κοινωνική ανάπτυξη, το κράτος που η πρώτιστη υποχρέωσή του είναι η παροχή των κοινωνικών αγαθών και η εξασφάλιση της ισονομίας και της ισοπολιτείας, αυτό το κράτος αποφάσισε πρώτον να απαλλάξει τον εαυτό του από οποιαδήποτε ευθύνη, δεύτερον να στηρίξει συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα, ντόπια και ξένα και τρίτον να επαναφέρει βιαίως στην τάξη τους πολίτες του, που κακώς είχαν ανεβάσει το βιοτικό τους επίπεδο, κακώς είχαν εργασία, κακώς κατανάλωναν, κακώς ένιωθαν ευρωπαίοι, κακώς είχαν ικανοποιητικές αμοιβές και κακώς ανέπνεαν. Επί τη ευκαιρία, το κράτος αυτό αποφάσισε και διακήρυξε διεθνώς ότι οι πολίτες του είναι διεφθαρμένοι, είναι τεμπέληδες, είναι υψηλά αμειβόμενοι, είναι καλοπερασάκηδες και προπάντων είναι φοροφυγάδες. Οι πολίτες του, κανένας άλλος. Και γι’ αυτό πρέπει άμεσα και βιαίως να πτωχεύσουν. Οι πολίτες του, κανένας άλλος.
Παράλληλα, ουδέν μέτρο παράλληλης, «βίαιης» προσαρμογής προς τα κάτω των τιμών των, βασικών ή μη, καταναλωτικών αγαθών, καμία απόφαση μείωσης τιμών, καμία σύγκριση των τιμών των προϊόντων που βρίσκονται στα ράφια των σούπερ μάρκετ με τις αντίστοιχες τιμές των ίδιων προϊόντων στα σούπερ μάρκετ της Γαλλίας, της Αγγλίας, της Ισπανίας, της Γερμανίας. Στις τιμές των εμπορευμάτων υπερισχύει η ελεύθερη αγορά, ο ανταγωνισμός(;), η επιχειρηματικότητα. Η τρόικα και οι κυβερνώντες εύχονται μείωση τιμών, προτρέπουν για συγκράτηση τιμών, απειλούν με ελέγχους, αλλά δηλώνουν ότι δεν μπορούν να επιβάλλουν μειώσεις. Και έχουν δίκιο, τι είναι η τιμή του ψωμιού για να την μειώσουν, μισθός είναι; Τι είναι η τιμή ενός αναψυκτικού ή ενός τυριού, επίδομα είναι για να το κόψουν; Άλλωστε δεν έχουν και αρμοδιότητα, δεν είναι «δημόσιο». Ο ιδιωτικός χώρος λειτουργεί αυτόνομα, εκτός βέβαια αν πρόκειται για μισθούς, για συλλογικές συμβάσεις, για επιδόματα, για κατώτατους μισθούς, για όρους συνταξιοδότησης.
Σε αυτά τα πλαίσια, ποια σοβαρή συζήτηση μπορεί να γίνει για την πορεία της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, για κερδοφορίες, για αποθέματα, για επενδύσεις, για επιχειρηματικές κινήσεις και για προοπτικές. Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σκληρή από το χιλιοειπωμένο σλόγκαν ότι η κρίση φέρνει ευκαιρίες. Η κάθε εταιρία σήμερα μελετά τα παραγωγικά και τα οικονομικά της στοιχεία, προβάλει τα τυχόν επιμέρους θετικά της σημεία και επιφυλάσσεται για το μέλλον, εάν και εφόσον βέβαια το επιτρέψουν οι συνθήκες και δεν έρθουν τα χειρότερα. Ταυτόχρονα, διακηρύσσοντας εξορθολογισμό και εξυγίανση του τρόπου λειτουργίας της, η κάθε εταιρία ανακοινώνει νέες διαδικασίες, νέα προϊόντα (που το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο τους είναι οι μειωμένες προμήθειες προς τους συνεργάτες τους) και νέους τρόπους είσπραξης, για να προστατεύσει τους συνεργάτες της διαμεσολαβούντες από τους κινδύνους της (μη) είσπραξης των ασφαλίστρων! Για την αποφυγή δε εξολοκλήρου του κινδύνου αυτού, πολλές εταιρίες αναπτύσσουν πλέον τις απευθείας πωλήσεις, ώστε να μην ταλαιπωρούνται οι συνεργάτες τους! Όσοι δε επιμένουν να διατηρήσουν την ιδιότητα του διαμεσολαβητή και να ανταποκριθούν σε όσα προβλέπει ο νόμος και οι συμβάσεις που έχουν υπογράψει, δέχονται τον ανταγωνισμό των ίδιων των εταιριών με τις οποίες συνεργάζονται και τις οποίες εκπροσωπούν! Ευτυχώς, εξακολουθούν να υπάρχουν εταιρίες που σέβονται τους ανθρώπους που τις στήριξαν και τις διέδωσαν στην αγορά, χωρίς να μπορεί να δεσμευτεί κανείς για το τι θα γίνει στο μέλλον.
Βέβαια, για το χώρο της διαμεσολάβησης και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα, πολλές ευθύνες φέρουν και οι ίδιοι οι διαμεσολαβητές που δεν μπόρεσαν έγκαιρα να εξυγιάνουν το χώρο τους, να ξεφύγουν από τετριμμένες τακτικές, να καινοτομήσουν και να συνεργαστούν μεταξύ τους. Αυτό όμως δεν δίνει άλλοθι σε κανέναν για τον σημερινό διωγμό τους, αφορά στους ίδιους και πληρώνουν την απραξία τους. Το κακό είναι ότι ως αποτέλεσμα όλων αυτών θα είναι ο έλεγχος και της διαμεσολάβησης από λίγα, μεγάλα, οργανωμένα δίκτυα, με τον αφανισμό του μικρού παραδοσιακού διαμεσολαβητή, ο οποίος θα μετατραπεί σε ειδικής μορφής «υπάλληλο», με την έννοια της έντονης εξάρτησης και της εφαρμογής συγκεκριμένων πρακτικών. Πολύτιμος χρόνος έχει χαθεί και δυστυχώς δεν υπάρχουν ενδείξεις αφύπνισης. Άλλωστε, στον χώρο της διαμεσολάβησης θα πρέπει να ξεκαθαρισθούν και πολλά άλλα θέματα, όπως οι υφιστάμενες κατηγορίες των διαμεσολαβούντων προσώπων, οι μεταξύ τους παραγωγικές σχέσεις, η συνύπαρξη ιδιοτήτων στο ίδιο πρόσωπο και άλλα για τα οποία θα επανέλθουμε.