Ο Καθηγητής Δρ. Michael Heise είναι επικεφαλής Οικονομολόγος της Allianz SE. Συμβουλεύει το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με Οικονομικά και Στρατηγικά ζητήματα και είναι υπεύθυνος για την Ανάλυση και την Εξαγωγή προβλέψεων για τη γερμανική και διεθνή Οικονομία καθώς και για τις Χρηματοπιστωτικές Αγορές και την κατάρτιση Αναλύσεων Κινδύνου. Σε πρόσφατη Έκθεση σημειώνει τα εξής:
Tα σχεδιαζόμενα μέτρα στήριξης των οικονομιών των κρατών-μελών της Ε.Ε., οι χαμηλές τιμές των αγαθών και η ελαστικότητα της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να συνδυαστούν ως παράγοντες ώστε να υπάρξει κάποια ανάκαμψη στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 2009. Ωστόσο, η ετήσια μελέτη του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Ανάπτυξης και Απασχόλησης (European Growth and Jobs Monitor) καταδεικνύει ότι η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης και παραγωγικότητας της εργασίας θα έχει ως συνέπεια την επιδείνωση της απασχόλησης και των δημόσιων οικονομικών.
Η Φινλανδία αντιμετωπίζει καλύτερα την κρίση σε σχέση με άλλες χώρες, καταλαμβάνοντας την 1η θέση το 2008 ανάμεσα στις 14 μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης, ενώ η Ιρλανδία σημειώνει πρωτοφανή πτωτική πορεία, καταλαμβάνοντας τη 13η θέση. Η Ελλάδα το 2008 βελτίωσε τη θέση της, αφού βρέθηκε 4η. Παρά την οικονομική ύφεση, το ανθρώπινο κεφάλαιο της Ευρώπης συνεχίζει να βελτιώνεται. Επιδείνωση της απασχόλησης και των δημόσιων οικονομικών προβλέπει το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Ανάπτυξης και Απασχόλησης για το 2009, βασιζόμενο στους Δείκτες Επιτυχίας στην Οικονομία της Γνώσης (The 2009 European Growth and Jobs Monitor: Indicators of Success in the Knowledge Economy) και τονίζει ότι η διεθνής κρίση ανακόπτει την πρόοδο της Ευρώπης αναφορικά με τους στόχους της Λισαβόνας. Πρόκειται για την ετήσια έρευνα ανταγωνιστικότητας που δημοσιεύει και φέτος η Allianz SE σε συνεργασία με το Συμβούλιο της Λισαβόνας, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα της Βρυξέλλες, στην οποία, πέρα από τις αρνητικές αναφορές σχετικά με την κρίση, διατυπώνονται θετικά σχόλια για την πορεία της Ελλάδας το 2008.
Ο Δρ. Michael Heise, επικεφαλής Οικονομολόγος της Allianz SE, αναφερόμενος στην πορεία της Ευρώπης σε μέσο ή μακροπρόθεσμο ορίζοντα, τονίζει ότι «τα σχεδιαζόμενα μέτρα στήριξης των οικονομιών των κρατών-μελών της Ε.Ε., οι χαμηλές τιμές των αγαθών και η ελαστικότητα της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να συνδυαστούν ως παράγοντες, ώστε να υπάρξει κάποια ανάκαμψη στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 2009» και υπογραμμίζει ότι «πολλές χώρες υπέστησαν ισχυρό πλήγμα λόγω της οικονομικής ύφεσης, αλλά οι προοπτικές δεν είναι απολύτως απογοητευτικές. Η Ευρώπη συνεχίζει να διαθέτει πολλά καίρια πλεονεκτήματα, όπως καλό επίπεδο ανθρώπινου κεφαλαίου, δεξιότητες στις τεχνολογίες αιχμής, ισχυρό κοινωνικό μοντέλο και σχετικά καλή διακυβέρνηση». Από την πλευρά του ο Paul Hofheinz, Πρόεδρος του Συμβουλίου της Λισαβόνας, επισημαίνει ότι «η μελέτη του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Ανάπτυξης και Απασχόλησης για το 2009 υποδεικνύει ότι πρέπει, αντί φυσικά να εγκαταλείψουμε τους στόχους και τις φιλοδοξίες της στρατηγικής της Λισαβόνας, να συνεχίσουμε να εστιάζουμε στους μακροπρόθεσμους στόχους, στην καινοτομία, στην ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου, στη βελτίωση της παραγωγικότητας της αγοράς εργασίας και στην οικονομική ανάπτυξη, προκειμένου να θέσουμε γερά κοινωνικά θεμέλια».
Η Ελλάδα
Πάντως, σύμφωνα με τη μελέτη του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Ανάπτυξης και Απασχόλησης, η Ελλάδα βελτίωσε το 2008 κατά δύο θέσεις την εικόνα της σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας της και βρέθηκε δεύτερη στις 14 υπό εξέταση χώρες από τέταρτη που ήταν ένα χρόνο πριν. Σε ό,τι αφορά το δείκτη Παραγωγής, η Ελλάδα ήταν και παρέμεινε στην πρώτη θέση, στην απασχόληση βρέθηκε χαμηλά στην κατάταξη και συγκεκριμένα στην 11η θέση, όπως και σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό. Στον τομέα των επενδύσεων υποβαθμίστηκε κατά δύο θέσεις και κατατάχθηκε 10η από 8η το 2007 και στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών -αν και χαμηλά στην κατάταξη- βελτίωσε κατά δύο βαθμίδες τη θέση της – βρέθηκε στη 12η από τη 14η το 2007. Τέλος, το 2008 και για τις επιδόσεις της στο σύνολο των υπό εξέταση τομέων η Ελλάδα βελτίωσε κατά μία βαθμίδα την εικόνα της σε σχέση με το 2007, καταλαμβάνοντας την 4η θέση. Σημειώνεται ότι η τρέχουσα, τρίτη έκδοση της ανωτέρω μελέτης εξετάζει τις 14 μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης και ειδικότερα αυτές των Αυστρίας, Βελγίου, Δανίας, Φινλανδίας, Γαλλίας, Ελλάδας, Γερμανίας, Ιρλανδίας, Ιταλίας, Ολλανδίας, Πολωνίας, Ισπανίας, Σουηδίας και Ηνωμένου Βασιλείου και βαθμολογεί τις επιδόσεις τους αναφορικά με την επίτευξη των στόχων που απορρέουν από την επονομαζόμενη «Ατζέντα της Λισαβόνας». Μια πρωτοβουλία του 2000, την οποία ανέλαβαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες προκειμένου να καταστήσουν την Ευρώπη «την πιο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης, η οποία θα είναι ικανή για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή».
Η μελέτη του Συμβουλίου της Λισαβόνας και της Allianz κατατάσσει τις χώρες σύμφωνα με έξι βασικά κριτήρια: την οικονομική ανάπτυξη, την αύξηση της παραγωγικότητας, την απασχόληση, το ανθρώπινο κεφάλαιο, την επένδυση με γνώμονα το μέλλον και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.