«Η έλλειψη προόδου από τις αρχές και τις τράπεζες για την αντιμετώπιση της εκκαθάρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, της ενίσχυσης των τραπεζικών ισολογισμών με τη βοήθεια ιδιωτών επενδυτών και μάνατζμεντ και της βελτίωσης της κουλτούρας πληρωμών των δόσεων, θα μπορούσε να υπονομεύσει σοβαρά την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν περισσότερα δάνεια και να υποστηρίξουν ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξης της οικονομίας και της απασχόλησης» αναφέρει η Κομισιόν στην ετήσια έκθεση αξιολόγησης του Εθνικού Προγράμματος Μεταρρυθμίσεων της Ελλάδας.
Στο ειδικό κεφάλαιο για τον τραπεζικό τομέα επισημαίνει ότι η επιτυχής συμμετοχή στις Αυξήσεις Κεφαλαίου των τραπεζών είναι σημάδι της εμπιστοσύνης στον τομέα. Ωστόσο, πρέπει τώρα γρήγορα και με ορμή να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επισημαίνεται ότι η πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές έχει βελτιωθεί, όπως αποδεικνύεται από τις εκδόσεις τραπεζικών ομολόγων για πρώτη φορά από το 2009 και τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Επίσης, οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει σημαντικά την εξάρτησή τους από τη χρηματοδότηση μέσω του Ευρωσυστήματος.
Εκτιμάται όμως ότι υπάρχουν κίνδυνοι για μεγαλύτερες από αυτές των τέστ αντοχής προβλέψεων για κεφαλαιακές ανάγκες «εάν οι αρχές και οι τράπεζες δεν αντιμετωπίσουν επειγόντως και αποτελεσματικά το υψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Η ΤτΕ σύμφωνα με την Κομισιόν θα πρέπει να παραμείνει σε εγρήγορση στην εποπτεία του τραπεζικού συστήματος και να προχωρήσει εντατικότερα απαιτώντας από τις τράπεζες να ξεκαθαρίσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Και οι αρχές έχουν επίσης δεσμευτεί να ενισχύσουν το πλαίσιο διαχείρισης ιδιωτικού χρέους.
Γίνεται σαφής αναφορά στην δέσμευση για άρση της απαγόρευσης των πλειστηριασμών όταν ολοκληρωθεί η μεταβατική περίοδος που θεσπίστηκε τον Δεκέμβριο του 2013. Μετά θα διευκολυνθεί – αναφέρεται – η ομαλή και ταχεία επίλυση των απομειωμένων περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών. Το απόθεμα του ΤΧΣ θα πρέπει να διατηρηθεί για να αντιμετωπίσει πιθανά μελλοντικά δυσμενή απρόβλεπτα.
Κάνει λόγο για αποκατάσταση της ρευστότητας και της πρόσβασης στη χρηματοδότηση για τις ΜΜΕ. Το 2013 μόνο το 33 % των ελληνικών ΜΜΕ πήραν τη χρηματοδότηση που ζήτησαν έναντι του 65% ανά την ΕΕ. Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση είναι για το 32% των ΜΜΕ το πιο πιεστικό πρόβλημα (έναντι του 15% ανά την ΕΕ).
Κάνει λόγο για χαμηλές επιδόσεις με εξαίρεση το Ταμείο Εξοικονομώ Κατ Οίκον, που αντανακλούν μια δύσκολη αγορά για τα δάνεια, με χαμηλή διάθεση για ανάληψη κινδύνων και χαμηλή ποιότητα των προσφερόμενων εξασφαλίσεων. Εκτιμά ότι πλέον η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, τα νέα χρηματοδοτικά μέσα για το νέο ΕΣΠΑ πρέπει να αναδιαρθρωθούν, ώστε να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση της οικονομικής ανάκαμψης.