Είναι γνωστό ότι αυστηροί Κανόνες, Νόμοι και Διατάγματα υποχρεώνουν τις Κρατικές Υπηρεσίες, Νομικά Πρόσωπα, Οργανισμούς, Δήμους κ.λπ. να προβαίνουν σε μειοδοτικούς διαγωνισμούς και για την υποχρεωτική από το νόμο ασφάλιση των οχημάτων τους. Η ασφάλιση αυτή είναι, κατά πάγια τακτική, ετήσιας διάρκειας, όπως και τα σχετικά ασφαλιστήρια, με υποχρέωση να προκηρύσσεται νέος διαγωνισμός ασφάλισης, υπό παράβαση όμως των διατάξεων περί υποχρεωτικής ασφάλισης και υποχρεωτικής ανανέωσης της ίδιας ασφάλισης από την ίδια Ασφαλιστική Εταιρεία, συνεχώς και διαχρονικώς, μέχρι αναγγελίας καταγγελίας της, από τον ασφαλιζόμενο ή την Ασφαλιστική Εταιρεία!
Κατά τις διατάξεις του νόμου, για την υποχρεωτική ασφάλιση οχημάτων, η Ασφαλιστική Εταιρεία (Ασφαλιστής) είναι υποχρεωμένη να ανανεώνει, για ίσα χρονικά διαστήματα και… αιωνίως (!) την ίδια αρχική ασφάλιση αδιαφόρως της είσπραξης των ασφαλίστρων και αδιαφόρως της έκδοσης ή μη ανανεωτηρίου συμβολαίου, αν ένας εκ των δύο συμβαλλομένων στην υποχρεωτική ασφάλιση οχήματος δεν την καταγγείλει, όπως ο νόμος ορίζει.
Στην ουσία δηλαδή ο νόμος ορίζει ότι η αρχική υποχρεωτική ασφάλιση δεν λήγει ποτέ, αφού υποχρεωτικά ανανεώνεται αυτοδικαίως από την Ασφαλιστική Εταιρεία, αν δεν την καταγγείλει νόμιμα η ίδια ή ο ασφαλιζόμενος.
Επειδή όμως η υποχρέωση γεννά πάντα και αντίστοιχο δικαίωμα, συνάγεται ότι η Ασφαλιστική Εταιρεία έχει δικαίωμα να απαιτήσει τα ασφάλιστρα της κατά νόμο αυτοδίκαιης ανανέωσης της ασφάλισης και να ζητήσει να κηρυχθεί, εκ του λόγου αυτού, άκυρος ο νέος διαγωνισμός ασφάλισης επειδή ο ασφαλιζόμενος δεν τήρησε την εκ του νόμου υποχρέωσή του να γνωστοποιήσει στην Ασφαλιστική του Εταιρεία την πρόθεση και επιθυμία του μη ανανέωσης της ασφάλισής του, οπωσδήποτε πριν από την τυπική λήξη του αρχικού ασφαλιστηρίου υποχρεωτικής ασφάλισης.
Υπάρχει μάλιστα και η περίπτωση της μη ασφάλισης τελικά σε άλλη Ασφαλιστική Εταιρεία (άγονος διαγωνισμός, άρνηση μειοδότη κ.λπ.) οπότε η μεν προηγούμενη Ασφαλιστική Εταιρεία δεν απαλλάσσεται της παροχής ίδιας ασφαλιστικής κάλυψης εκατομμυρίων πλέον ευρώ, ο δε ασφαλιζόμενος και σε οποιονδήποτε χρόνο δικαιούται να κάνει επίκληση και χρήση της προηγούμενης υποχρεωτικής ασφάλισης, που κανένα από τα δύο μέρη δεν κατήγγειλαν νόμιμα!
Ο νόμος λοιπόν προνόησε και προστάτευσε απόλυτα τον ασφαλιζόμενο και κάθε τρίτο δικαιούχο αποζημίωσης, όχι όμως και την υπόχρεη Ασφαλιστική Εταιρεία, προφανώς επειδή αυτή από μόνη της οφείλει και μπορεί να προστατευθεί, όπως προβλέπει και ορίζει ο νόμος.
Σύμφωνα με νέα γνωμάτευση του Νομικού Συνεργάτη της Ένωσής μας και όλως εξειδικευμένου στις ασφαλίσεις οχημάτων κ. Σωτήρη Λευκαρίτη, Δικηγόρου Θεσσαλονίκης, οι παραπάνω νομοθετικές ρυθμίσεις αναφέρονται στην παρ. 4, άρθρου 11Α του Π.Δ. 237/1986, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 3557/2007 και ορίζουν τα εξής: «4. Η ασφαλιστική σύμβαση ισχύει για όσο χρόνο ορίζεται στο ασφαλιστήριο και ανανεώνεται κάθε φορά, αυτοδικαίως, για ίσο χρόνο, εκτός εάν ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη γνωστοποιήσει στο άλλο, με συστημένη επιστολή επί αποδείξει, την εναντίωσή του τριάντα (30) ημέρες πριν από τη λήξη της ασφαλιστικής σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή ο ασφαλιστής μπορεί να επικαλεσθεί τη λήξη της ασφαλιστικής σύμβασης έναντι του ζημιωθέντος τρίτου, μετά την πάροδο δεκαέξι (16) ημερών από την εκ μέρους του γνωστοποίησή της στο Κέντρο Πληροφοριών».
Ο ίδιος διακεκριμένος Νομικός διδάσκει και επεξηγεί ότι στις υποχρεωτικές ασφαλίσεις οχημάτων ασφαλιζόμενος είναι το όχημα και συμβαλλόμενος (λήπτης της ασφάλισης) είναι ο ιδιοκτήτης (κύριος) ή κάτοχος του οχήματος. Την πολύ σοβαρή διάκριση αυτή λίγοι εκ των ασφαλιζομένων, ακόμη και εκ των Ασφαλιστών ή των Διαμεσολαβητών την γνωρίζουν.