Με δικαστική απόφαση το δημόσιο θα αποζημιώσει με 490.000 ευρώ τους γονείς του 11χρονου, που έχασε τον Ιούνιο του 2017 τη ζωή του, από αδέσποτη σφαίρα που τον χτύπησε στο προαύλιο του σχολείου.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Επιθεώρησης Συγκοινωνιακού Δικαίου, απόφαση δικαστική έρχεται να αποδεχτεί την πρωτόδικη απόφαση για αποζημίωση.
Κατ’ αρ. 105 ΕισΝΑκ ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση γεννάται και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή από παραλείψεις οφειλόμενων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Εξάλλου, υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου, πληρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης.
Εν προκειμένω, ο θάνατος μαθητή δημοτικού σχολείου κατά τη διάρκεια σχολικής εκδήλωσης από αδέσποτη σφαίρα οφείλεται, όπως ορθά δέχθηκε το Διοικητικό Πρωτοδικείο, στην παράλειψη μηχανισμού επιτήρησης των σχολείων, ιδίως κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων. Συγκεκριμένα στοιχειοθετείται παρανομία διότι η παράλειψη λήψης τέτοιου μέτρου υπερβαίνει τη διακριτική ευχέρεια που κατ’ αρχήν παρέχεται στην αστυνομία προς επιλογή των εκάστοτε ενδεικνυόμενων μέτρων αστυνόμευσης ενόψει των περιστατικών που είχαν σημειωθεί στο παρελθόν, της ανθεκτικότητας που παρουσίαζε η εγκληματικότητα αλλά και ειδικότερα το φαινόμενο της ευρείας χρήσης και κατοχής όπλων στην περιοχή αυτή, και των εκκλήσεων προς τούτο συλλόγων και σχολείων της περιοχής.
2) Αιτιώδης σύνδεσμος: ο θάνατος μαθητή από αδέσποτη βολίδα κατά τη διάρκεια σχολικής εκδήλωσης συνδέεται αιτιωδώς με την παράλειψη λήψης κατάλληλων μέτρων από τις αστυνομικές αρχές για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στην περιοχή, εν όψει της σταδιακής κλιμάκωσης των επεισοδίων
Αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην παράνομη πράξη ή παράλειψη και στην επελθούσα ζημία υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΣτΕ 473/2011, 322/2009 7μ, 334/2008 7μ, 1024/2005, πρβλ. ΑΠ 425/2006). Εξάλλου, η διακοπή του αιτιώδους συνδέσμου έχει ως προϋπόθεση την παρεμβολή άλλων μεταγενεστέρων όλως εξαιρετικών και απρόβλεπτων γεγονότων, ιδίως δε ενέργειες τρίτων προσώπων. Δεν υφίσταται υποχρέωση αποζημίωσης, όταν πρόκειται περί ασυνήθων περιπτώσεων, που υπερβαίνουν τις δυνατότητες της αστυνομικής δύναμης και, άρα, ανάγονται στην έννοια της ανωτέρας βίας (βλ. ΣτΕ 1049/2016, 952/2010). Δεν δύναται, ωστόσο, να θεωρηθεί ότι συντρέχει περίπτωση αιφνιδιασμού της Ελληνικής Αστυνομίας, όταν τα επεισόδια είναι αναμενόμενα και κλιμακώνονται σταδιακά.
Εν προκειμένω, η παράλειψη λήψης μέτρων για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στην περιοχή και η παράλειψη τοποθέτησης αστυνομικών οργάνων στη διάρκεια σχολικής εκδήλωσης σε σχολείο που γειτνιάζει με τις πιο επικίνδυνες περιοχές του Δήμου συνδέεται αιτιωδώς με τον επελθόντα θάνατο, καθότι ένας μηχανισμός επιτήρησης, συνιστάμενος, στη διακριτική έστω παρουσία αστυνομικού οργάνου, θα ήταν ικανός και πρόσφορος, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να αποθαρρύνει την εκδήλωση εγκληματικών ενεργειών, μεταξύ των οποίων και την παράνομη και άσκοπη χρήση όπλων, πλησίον των σχολείων της περιοχής, και επομένως να αποτρέψει το ένδικο συμβάν. Δεν συντρέχει περίπτωση διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου ούτε περίπτωση ανωτέρας βίας, διότι η έξαρση της εγκληματικότητας στην περιοχή και τα παρόμοια περιστατικά που είχαν προηγηθεί ήταν γνωστά στις αστυνομικές αρχές επί πολλά χρόνια.
3) Κριτήρια προσδιορισμού ψυχικής οδύνης: δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν η δημοσιονομική κατάσταση του Δημοσίου
Κατά το άρθρο 932 ΑΚ το δικαστήριο της ουσίας δύναται, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, να επιδικάσει στην οικογένεια του θύματος εύλογο ποσό ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Το ποσό αυτό αποσκοπεί στην ηθική παρηγοριά και την ψυχική ανακούφιση όσων συνδέονται με τον θανόντα με δεσμούς αγάπης και στοργής και για τον προσδιορισμό του λαμβάνονται υπ’ όψιν από το δικαστήριο της ουσίας οι συνθήκες υπό τις οποίες επήλθε ο θάνατος και τον βαθμό της ψυχικής συγκίνησης που ο θάνατος αυτός προκάλεσε στο συγκεκριμένο μέλος της οικογένειας του θανόντος, αναλόγως της ηλικίας του, της προσωπικότητάς του, της κατάστασης της υγείας του, συνεκτιμάται δε η οικονομική κατάσταση των εναγόντων, όχι όμως και η κοινωνική τους κατάσταση, ούτε η δημοσιονομική κατάσταση του Δημοσίου.
Εν προκειμένω, ορθώς το Διοικητικό Πρωτοδικείο προσδιόρισε τη χρηματική ικανοποίηση λαμβάνοντας υπόψη, α) τις συνθήκες θανάτου του Μ.Σ., ο οποίος αποβίωσε εντελώς αναίτια και απρόκλητα από αδέσποτη βολίδα όπλου κατά τη διάρκεια σχολικής εορτής, β) το εξαιρετικά νεαρό της ηλικίας αυτού κατά τον χρόνο του θανάτου του (11 χρονών), γ) τον βαθμό συγγένειας των δύο πρώτων (γονείς), της τρίτης (αδελφή), της τέταρτης και έκτης (γιαγιάδες) και του πέμπτου (παππούς) των εφεσίβλητων με το θύμα, χωρίς να λάβει υπ’ όψιν τη δημοσιονομική κατάσταση του Δημοσίου. Απόρριψη εφέσεως.