Ο Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου, σε δήλωσή του μιλάει για το Επιμελητηριακό θεσμό και πώς έχει επηρεαστεί από την οικονομική κρίση:
Είναι γενικά αποδεκτό ότι η οικονομική κρίση που κτυπάει την κοινωνία και την επιχειρηματική κοινότητα, έχει αντανάκλαση και στον Επιμελητηριακό Θεσμό. Όχι μόνο σε επίπεδο επιχειρήσεων – μελών αλλά και στο εσωτερικό του θεσμού.
Η κρίση ανέδειξε όλες τις δομικές και πολιτικές αδυναμίες της οικονομίας της χώρας θέτοντας ένα σοβαρό ζήτημα: θα βγούμε από την κρίση με ένα νέο μοντέλο επιχείρησης και οικονομίας ή θα επιμείνουμε να οικοδομούμε με παλιά υλικά; Το ίδιο πρόβλημα όμως αναδείχτηκε και στον επιμελητηριακό θεσμό.
Είναι προφανής η ορθή απάντηση στο ερώτημα, όπως προφανής είναι και ο νέος ρόλος και δομή που πρέπει Επιμελητήρια και Πολιτεία να επιφυλάξουν στον επιμελητηριακό θεσμό.
Αυτό που γίνεται κάθε μέρα και πιο φανερό είναι ότι η αναπαραγωγή ενός γραφειοκρατικού επιμελητηριακού μοντέλου μίζερης και συντηρητικής αντίληψης με προσωποκεντρικά χαρακτηριστικά μικρών εξουσιών, αποτελεί εμπόδιο στην εξέλιξη του θεσμού και στην απόδοση έργου.
Η κατάσταση αυτή βέβαια συντηρήθηκε στα χρόνια της κρίσης και από τις πολιτικές των κυβερνήσεων, οι οποίες αντί να δουν τα Επιμελητήρια ως το όχημα προώθησης νέων επιχειρηματικών μοντέλων και ιδεών, τα είδαν σαν ενοχλητικό συνομιλητή στα σχέδια περάσματος των σκληρών και αντιαναπτυξιακών μέτρων των μνημονίων. Λυπούμαστε βέβαια που η πολιτική αυτή συνεχίζεται και με τη σημερινή κυβέρνηση, η οποία αποδείχτηκε πολύ κατώτερη των προσδοκιών για μια φρέσκια, ανοικτή και προωθημένη αντίληψη για την επιχειρηματικότητα.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση αναδείχτηκαν με ένταση και τα εσωτερικά προβλήματα του επιμελητηριακού θεσμού με τις αφανείς στην αρχή και εμφανείς στη συνέχεια συγκρούσεις που παρατηρούνται τον τελευταίο καιρό. Δεν πρόκειται για σύγκρουση προσώπων, όπως θα ήταν βολικό να πει κάποιος θέλοντας να αποκρύψει τις βαθιές τομές και ρήξεις που χρειάζεται να γίνουν. Πρόκειται σύγκρουση δύο διαφορετικών αντιλήψεων τόσο για τον αναπτυξιακό ρόλο του επιμελητηριακού θεσμού όσο και για τις πολιτικές τις οποίες πρέπει να προωθήσει, αναλαμβάνοντας τον ρόλο που του ανήκει με τις ευθύνες που του ανήκουν.
Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθήνας μαζί με άλλα Επιμελητήρια δραστηριοποιήθηκαν εξ ανάγκης για να προωθηθούν κάποιες λύσεις και για να μην εφαρμοστούν επιχειρηματοκτόνες πολιτικές, όταν τα πράγματα είχαν βαλτώσει τόσο πολύ στο θεσμό που κινδύνευαν μαζί με τις επιχειρήσεις να κλείσουν και τα επιμελητήρια. Μάλιστα τα σχέδια για την οικονομική ασφυξία των επιμελητηρίων που προώθησε η προηγούμενη κυβέρνηση θα ήταν τώρα πραγματικότητα, αν δεν αναπτύσσονταν ένα έντονο κίνημα υπεράσπισης της στοιχειώδους οικονομικής βιωσιμότητας των 59 επιμελητηρίων. Αυτή η πολιτική ασφυξίας είχε και την έγκριση της τρόικας και, δυστυχώς, κάποιων κύκλων που ονειρεύονταν επιμελητήρια καχεκτικά για να επικρατούν οι οικονομικώς ισχυροί και να πάρουν τη μερίδα του λέοντος στα προγράμματα ΕΣΠΑ 2014-2020.
Το κίνημα εκείνο κινήθηκε μέσα στο πλαίσιο των αποφάσεων των ΓΣ της ΚΕΕΕ, αλλά δυστυχώς χωρίς την ηγεσία της ΚΕΕΕ, η οποία ανεξήγητα καθυστερούσε ή υποβάθμιζε αυτές τις κινήσεις.
Μαζί φυσικά με τις κινήσεις υπεράσπισης του θεσμού, προωθήθηκαν θέσεις αντίστασης σε απαράδεκτα μνημονιακά μέτρα και προτάσεις εξόδου από την κρίση με κέντρο την επανεκκίνηση της οικονομίας, τη φορολογική δικαιοσύνη και την αναπτυξιακή πολιτική με έμφαση στις επιχειρήσεις τεχνολογίας που θα είναι ανταγωνιστικές και βιώσιμες στην κρίση.
Το Ε.Ε.Α. στο πλαίσιο αυτό εφάρμοσε και πρακτικές δράσεις για τα μέλη του με έρευνες, προγράμματα και επαγγελματική κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού. Φυσικά αυτό, όσο θετικό και αν είναι, δεν αρκεί. Αν δεν αναμορφωθεί ο επιμελητηριακός θεσμός στα πρότυπα των πρωτοπόρων επιμελητηρίων της Ευρώπης, με ανάληψη ευρύτατων αρμοδιοτήτων στη διαμόρφωση της επιχειρηματικής κουλτούρας και της ανάπτυξης των κρίσιμων στοιχείων μια νέας επιχειρηματικής αντίληψης, τα Επιμελητήρια δεν έχουν μέλλον.
Είναι προφανές όμως ότι, στην πράξη και όχι στα λόγια, υπάρχουν ισχυρές δυνάμεις που αντιστέκονται στην ριζική αναμόρφωση του θεσμού και με διάφορα προσχήματα επιμένουν να οικοδομήσουν τη νέα επιχειρηματικότητα και τον θεσμό με τα παλιά υλικά και με τις παλιές δομές και αντιλήψεις.
Όλα όμως έχουν τα όριά τους. Μαζί και οι αντίθετες απόψεις που είναι χρήσιμες πριν τη σύνθεση. Από εκεί και πέρα, όλοι οφείλουμε να βάλουμε πάνω από τις προσωπικές αντιλήψεις, το κοινό συμφέρον για το θεσμό, την οικονομία και την κοινωνία.
Είναι βέβαιο ότι οι αντιθέσεις και διαφορές μπορούν να αμβλυνθούν και να συντεθούν με τον διάλογο και κάτω από την πίεση της σκληρής πραγματικότητας που ζούμε. Μιλάμε για τις διαφορές πολιτικής αντίληψης με τον ίδιο στόχο: Στην έξοδο από την κρίση. Εδώ είναι το κρίσιμο σημείο: Να υπερβούμε τις διαφορές μπροστά στον κοινό στόχο.
Για να γίνει αυτό δεν επαρκούν οι καλές προθέσεις. Χρειάζεται να συμφωνήσουμε, και η Πολιτεία να προχωρήσει, στην αναμόρφωση του Επιμελητηριακού θεσμού καθώς και της ανασυγκρότησης της ΚΕΕΕ, στην κατεύθυνση της αναλογικής εκπροσώπησης όλων των επιχειρηματικών τάσεων, ώστε να επιτυγχάνεται η επεξεργασία και σύνθεση απόψεων στο ανώτατο αυτό όργανο.
Στη βάση αυτής της αντίληψης, είναι φανερό ότι η ΚΕΕΕ μπορεί να μετατραπεί από το αποστεωμένο μοντέλο συντηρητισμού, σε πραγματικό εργαστήριο παραγωγής νέων πολιτικών και καινοτόμων ιδεών για την οικονομική ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα.
Θα πρέπει επίσης να εξετάσουμε νέες ιδέες και μοντέλα για τα Επιμελητήρια του μέλλοντος, να δούμε με σοβαρότητα τη βιωσιμότητα των Επιμελητηρίων, να δούμε νέες διευρυμένες αρμοδιότητες, τον ρόλο που μπορούν να παίξουν Επιμελητήρια Περιφερειών και, τέλος, τις σχέσεις τους με την Πολιτεία, οι οποίες είναι άκρως υποβαθμισμένες τα τελευταία χρόνια.
Στην ουσία, όποιος θέλει να στρατευθεί στους παραπάνω στόχους πρέπει να δράσει ενωτικά και δημιουργικά σε τρεις κεντρικούς τομείς:
- Στο επιμελητήριο του σήμερα και του μέλλοντος
- Στην επιχείρηση του σήμερα και του μέλλοντος
- Στην οικονομία του σήμερα και του μέλλοντος.
Από πρακτική άποψη για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται να πρυτανεύσει πνεύμα ενότητας και συνεργασίας. Οι στιγμές είναι κρίσιμες και δεν περισσεύει χώρος για διαμάχες. Πρέπει να χαμηλώσουν οι τόνοι στα δευτερεύοντα και να ανυψωθούν οι συμφωνίες στα κύρια.
Η ενότητα και η σύνθεση πάνω σε στόχους και πολιτικές είναι μονόδρομος για την επιμελητηριακή κοινότητα. Σε αυτό το εγχείρημα δεν υπάρχουν παρθενογενέσεις και απόλυτες αλήθειες. Ο καθένας πρέπει να κομίσει τις θέσεις του συμβάλλοντας στην κοινή προσπάθεια. Αυτό είναι το καθήκον μας.
Ο Επιμελητηριακός Θεσμός έχει αρχές που βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, όπως της ισοτιμίας, της συνεργασίας, της σύνθεσης απόψεων, της κοινής δράσης κ.ά., οι οποίες μπορούν να ενεργοποιήσουν το ενωτικό πνεύμα. Αποκτώντας δύναμη από την ενότητα μπορούμε να προωθήσουμε βαθιές αλλαγές προς όφελος της οικονομίας, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας.
Είναι ώρες ευθύνης και πρέπει να τις αναλάβουμε όλοι χωρίς εξαίρεση. Δεν υπάρχει χώρος για απόντες.