Η λήξη των μνημονίων σήμερα, και η προσπάθεια επιστροφής στην κανονικότητα συζητείται τις τελευταίες ημέρες. Ένας από τους τομείς που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση της τελευταίας οκταετίας στη χώρα μας είναι η Υγεία, η οποία αποτέλεσε πεδίο επαναλαμβανόμενων νομοθετικών μεταρρυθμίσεων με στόχο όχι μόνο την περιστολή των δαπανών, αλλά κυρίως τον έλεγχό τους. Οι συζητήσεις για “πάρτι” στην υγεία, έφεραν δραστικές περικοπές στο ύψος των διαθέσιμων δαπανών, επιβαρύνοντας έναν πληθυσμό, ο οποίος εκτός από τα προβλήματα ανεργίας και αλλαγής στις εργασιακές σχέσεις, επιβολής υπέρογκης φορολογίας και λοιπών επιβαρύνσεων, είχε να αντιμετωπίσει ένα σύστημα υγείας που κατέρρεε τη στιγμή που ήταν πιο ευάλωτος. Το πλαφόν των δαπανών για την υγεία τέθηκε στο 6% του ΑΕΠ, για να κατέβει μέσα από τις διάφορες ρυθμίσεις ακόμη χαμηλότερα από το ποσοστό αυτό, σε ένα ΑΕΠ που έφθινε συνεχώς.
Η “μετάφραση” του περιορισμού αυτού, σήμανε σοβαρές ελλείψεις στα νοσοκομεία, από αναλώσιμα και περιορισμένο αριθμό φαρμάκων, μέχρι προβλήματα ακόμη και στον ιματισμό (σεντόνια και πετσέτες) που οι ασθενείς έφταναν να φέρνουν “από το σπίτι”… Ο συνδυασμός ελλείψεων πόρων στα νοικοκυριά, έστελνε ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα πληθυσμού στα νοσοκομεία για υγειονομική κάλυψη, με αποτέλεσμα στα πρώτα χρόνια του μνημονίου να έχει αυξηθεί η προσέλευση των ασθενών στο ΕΣΥ κατά 20% κάθε χρόνο. Οι ανάγκες βέβαια αυξάνονταν ιδίως για όσους έχαναν τη δουλειά τους και μαζί μ΄ αυτήν και το δικαίωμα ασφάλισης, που δικαιολογούσε την πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας.
Στο διάστημα αυτό βέβαια, το προσωπικό του ΕΣΥ ωρίμαζε και προχωρούσε σε συνταξιοδότηση, όμως οι περιορισμοί προσλήψεων δεν επέτρεπαν την αναπλήρωση του προσωπικού που ήταν απαραίτητο παρά τις όποιες ενοποιήσεις – συγχωνεύσεις νοσοκομείων που πραγματοποιήθηκαν στο μεσοδιάστημα. Συνολικά, σήμερα, οι εκπρόσωποι νοσοκομειακών γιατρών και εργαζομένων στα νοσοκομεία, κάνουν λόγο για ανάγκες που ξεπερνούν τις 10.000 επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι χρειάζονται για να λειτουργήσει το ΕΣΥ αποτελεσματικά ώστε να καλύψει τους προσερχόμενους ασθενείς.
Η όλη αναδιοργάνωση, έφερε τη δημιουργία του ΕΟΠΥΥ, του ΠΕΔΥ και του ΕΦΚΑ, με αδρανοποίηση των μονάδων υγείας του ΙΚΑ, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει για πρώτη φορά η οργάνωση παροχής υπηρεσιών υγείας πρωτοβάθμιας φροντίδας συνολικά στον πληθυσμό, μέσω της σύναψης συμβάσεων με ιδιώτες γιατρούς, αλλά και με ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας (διαγνωστικά κέντρα και ιδιωτικές κλινικές), καθιερώνοντας και ένα ποσοστό συμμετοχής. Παράλληλα, δημιουργήθηκε η ΗΔΙΚΑ και καθιερώθηκε η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, ενώ ξεκίνησε η κατάρτιση θεραπευτικών πρωτοκόλλων, τα οποία μόλις τελευταία έχουν ξεκινήσει να υιοθετούνται μετά από πολλαπλές αλλαγές και επεξεργασίες από διαφορετικά στελέχη και ομάδες εργασίες που συγκροτούνταν κατά καιρούς.
Το φάρμακο
Στο πλαίσιο των περιορισμών, τέθηκε πλαφόν στη φαρμακευτική δαπάνη, η οποία κατέληξε τα τελευταία χρόνια σε ποσό κάτω των 2 δισ. ευρώ για την δημόσια εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, ποσό που επιτυγχάνεται αιματηρά, με μετακύλιση του λοιπού απαραίτητου κόστους στους ασθενείς κατά 1 δισ. ευρώ και στη φαρμακευτική βιομηχανία κατά άλλο 1 δισ. και πλέον.
Το επιπλέον κόστος για τους ασθενείς, οι οποίοι μάλιστα έχουν σε πολλές περιπτώσεις εγκαταλείψει τη θεραπεία τους ή κάνουν “προσαρμογές” στις δόσεις ώστε να διαχειριστούν τα αναγκαία φάρμακα του μήνα, έχει προκύψει από την έξοδο ορισμένων φαρμάκων από την αποζημίωση (αρνητική λίστα ή ΜΗΣΥΦΑ), από την αύξηση στη συμμετοχή καθώς πλέον έχει αλλάξει το ποσοστό συμμετοχής για τα φάρμακα, τα οποία αποσυνδέθηκαν από τις παθήσεις, ενώ έχουν καθιερωθεί πρόσθετες πληρωμές ανάλογα με το είδος του φαρμάκου, αν είναι πρωτότυπο ή γενόσημο και πώς αυτό εντάσσεται στις θεραπευτικές κατηγορίες που δημιουργήθηκαν στο μεταξύ.
Για τη φαρμακοβιομηχανία, η επιβάρυνση έχει προκύψει από σειρά υποχρεωτικών επιστροφών που καθιερώθηκαν, (rebate – clawback), είτε μέσω υποχρεωτικών εκπτώσεων, είτε μέσω επιστροφών (απολογιστικά) ανάλογα με το ύψος της υπέρβασης στη φαρμακευτική δαπάνη τόσο νοσοκομειακά, όσο και εξωνοσοκομειακά. Η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, ήρθε επίσης μέσα από δραστικές περικοπές στις τιμές των φαρμάκων, με ένα νομοθετικό πλαίσιο που άλλαζε συνεχώς στη διάρκεια της οκταετίας, με κεντρικό όμως στοιχείο τις οριζόντιες περικοπές που ενώ συνολικά εκτιμώνται γύρω στο 40%, έχουν φθάσει ακόμη και σε ποσοστό 79% για κάποια γενόσημα, τα οποία συνολικά, έχουν υποστεί το μεγαλύτερο πλήγμα στις τιμές τους. Το αποτέλεσμα είναι να παρατηρούνται σημαντικές ελλείψεις φαρμάκων στη χώρα, με τον ΕΟΦ να καταγράφει πλέον συστηματικά τις ελλείψεις που παρατηρούνται, σε ένα σύστημα το οποίο όμως δεν ανταποκρίνεται στα πραγματικά προβλήματα ασθενών – φαρμακοποιών, οι οποίοι για να εκτελέσουν πλήρως τις συνταγές ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα διαθέσιμα σκευάσματα για να καλύψουν τους ασθενείς – πελάτες τους, για να δώσουν τα φάρμακα, τα οποία θα “γράψουν στο τεφτέρι”, για να τα πληρωθούν με την επόμενη σύνταξη…
Τι περιμένουμε
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό της κυβέρνησης, μετά την κάλυψη των ανασφαλίστων, στους οποίους δόθηκε πρόσβαση στο ΕΣΥ, αναμένεται η κάλυψη άμεσα πάνω από 2.000 κενών θέσεων στο σύστημα υγείας, το οποίο πλέον περιλαμβάνει και τη δημιουργία συστήματος Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, την αξιοποίηση πόρων του ΕΣΠΑ για την ανανέωση του εξοπλισμού του δημόσιου συστήματος υγείας, την αξιολόγηση της τεχνολογίας υγείας που θα αποζημιώνεται πλέον από το σύστημα μέσω αρχικά μιας επιτροπής και προοπτικά μέσω της δημιουργίας Οργανισμού Αξιολόγησης και τη σταδιακή αύξηση των πόρων για την υγεία, αναλογικά προς την αύξηση του ΑΕΠ. Και όλα αυτά, παραμένοντας υπό αυστηρή επιτήρηση για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων για αρκετά χρόνια ακόμη.
Πηγή: healthmag.gr