Η έννοια της κοινωνίας του ρίσκου παρουσιάστηκε από τον Ulrich Beck (1944-2015) σε ένα βιβλίο του το 1986, τη στιγμή της καταστροφής του Chernobyl. Σύμφωνα με το συγγραφέα, το ρίσκο είναι η πρόβλεψη μιας καταστροφής. Το ρίσκο έχει γίνει το μέτρο των ενεργειών μας και αποτελεί μια μεταμόρφωση της μοντερνοποίησης.
Των Καθηγητή Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη, Πολυτεχνείο Κρήτης, Ακαδημαϊκού, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών Distinguished Research Professor, Audencia Business School, France – Καθηγητή Μιχάλη Δούμπου, Μέλους του Εργαστηρίου Financial Engrineering, Πολυτεχνείο Κρήτης – Υποψήφιας Δρ. Μαριάννας Εσκαντάρ, Μέλους του Εργαστηρίου FinancialEngineering, Πολυτεχνείο Κρήτης
Μέσα στην παγκόσμια κοινωνία ρίσκου, οι κατευθύνσεις που παίρνουν οι αλλαγές και τα αποτελέσματα της τεχνολογικής αλλαγής γίνονται αντικείμενο συζητήσεων και καλούνται να νομιμοποιηθούν. Οι συχνές τεχνολογικές ρήξεις σημαίνουν ότι η δυνατότητα μοντελοποίησης της κοινωνίας εγκατέλειψε το πολιτικό σύστημα για να πάει από την πλευρά ενός επιστημονικό-τεχνικο-οικονομικού συστήματος εκσυγχρονισμού. Μερικά παραδείγματα μπορεί να είναι: η “πάλη” έναντι της ατμοσφαιρικής μόλυνσης στις μεγάλες μητροπόλεις του κόσμου, η επέκταση του οδικού δικτύου εξαρτάται από μια τεχνική υπηρεσία, η πολεοδομία μιας μεγαλούπολης προκύπτει αποκλειστικά από τεχνικό-οικονομικό σύστημα. Ακόμη ο συγγραφέας επιμένει στον περιορισμό της θέσης των διαδικασιών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με την έννοια ότι δημιουργούν αλλαγές που επηρεάζουν τη ζωή του καθενός. Βέβαια, και η άνοδος του τεχνικο-οικονομικού συστήματος δημιουργεί επίσης πολιτικά ρίσκα. Η προβληματική παραμένει ο ορθός ορισμός των μορφών της πολιτικής κοινωνίας έχοντας ως συνιστώσες κοινοβουλευτικές και μη που αρμόζουν σε μια παγκόσμια κοινωνία ρίσκου.
Παγκοσμιοποίηση του ρίσκου: η περίπτωση του Covid 19
Έναντι στο άγνωστο, ο ανθρώπινος νους αισθάνεται χωρίς αμυντικές ικανότητες και χάνει την κριτική του ικανότητα που πολλές φορές καταλήγει να μη μπορεί να σκεφτεί τι του συμβαίνει. Είναι αλήθεια ότι η κοινωνία μας σήμερα δεν αντιμετωπίζει πλέον παρά μόνο τον εαυτό της. Η σημερινή εποχή χαρακτηρίζεται από μια ορθολογική προσέγγιση του ρίσκου και από μια έλλειψη: η αδυναμία να αποδίδονται οι οχλήσεις σε εξωτερικές αιτίες. Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα υπήρχε η δυνατότητα της αποστασιοποίησης, η άλλη περίπτωση ήταν να σηκώσεις εμπόδια – πραγματικά και συμβολικά– στις απειλές. Για παράδειγμα, για να εξηγήσουν τις επιδημίες και δη αυτές που προέρχονται από ζώα, οι άνθρωποι καταδίκασαν πρόθυμα τις ενέργειες περιθωριοποιημένων κατηγοριών του πληθυσμού. Με τον τρόπο αυτό, οι ανεπιθύμητοι κτυπήθηκαν με αναθεματισμό και ο καθένας είχε την αίσθηση ότι μπορούσε να προστατευθεί. Ωστόσο, ο κόσμος άλλαξε και μαζί του, η απειλή επίσης. Είμαστε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης του ρίσκου. Η εξάπλωση του Covid-19 δεν είναι παρά μόνο ένα παράδειγμα της παγκόσμιας αυτοκρατορίας των ανθρώπων και του υπερσυνδεδεμένου χαρακτήρα των σύγχρονων κοινωνιών μας: παγκοσμιοποίηση, κυκλοφορία κεφαλαίων, τουρισμός, μετανάστευση, διεθνείς ανταλλαγές. (…) Η απειλή είναι συνυφασμένη με τον τρόπο ζωής μας και δεν υπάρχει περίπτωση να εξαιρεθεί κανένα ρίσκο όποιο και να είναι. Εν συντομία, το ρίσκο έχει γίνει σήμερα το προϊόν το πιο προχωρημένο του τρόπου ζωής μας. Εάν η βιομηχανική κοινωνία είχε χαρακτηριστεί από τις ανισότητες των τάξεων, η εμμονή της ασφάλειας και η κοινωνία του ρίσκου έχουν αποκτήσει σημαντική υπεροχή στην εποχή που διανύουμε (τεχνολογικής και τεχνητής νοημοσύνης). Στο εξής, όποια και να είναι η θέση μας στην κοινωνική σκακιέρα, όλες και όλοι εκφράζουν το ίδιο σλόγκαν: «φοβάμαι». Παράδοξη ισότητα, αλλά επίσης και παράδοξος φόβος.
Στην πραγματικότητα, εάν οι παρούσες κοινωνίες χαρακτηρίζονται από πρωτοφανή ρίσκα (οι ειδικοί τα χαρακτηρίζουν σημαντικά ρίσκα), αυτό δε σημαίνει ότι είναι πιο επικίνδυνες, απλά η σχέση μας με το ρίσκο είναι που έχει αλλάξει, δηλαδή, η γνώση μας με τα χαρακτηριστικά που τον διέπουν. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με το ρίσκο, αυτό έχει γίνει η δεύτερη φύση μας. Για παράδειγμα, ενώ η εποχική γρίπη δημιουργεί ένα μεγάλο αριθμό θανάτων σε όλο τον κόσμο κάθε χρόνο, οι πληθυσμοί με μεγάλο ρίσκο, αρνούνται κατά πλειοψηφία να εμβολιαστούν (σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, μόνο το 49,7% των μεγαλύτερων των 65 ετών εμβολιάζονται).
Σε σχέση με το νέο κορωνοϊό, η αίσθηση της αγωνίας που δημιουργεί είναι πολύ μεγάλη, διότι ενώ ανήκουμε χωρίς αμφιβολία στην πιο ορθολογική κουλτούρα του ρίσκου, ένας αέρας πανικού σηκώνεται με τα πρώτα αποτελέσματα των εκδηλωμένων κρουσμάτων.
Εκθετικός φόβος
Όταν το ρίσκο είναι πρωτοφανές, τα άτομα έχουν τάση να υπερεκτιμούν τις χαμηλές πιθανότητες. Φανταζόμαστε, δηλαδή, να υπερβάλλουμε ότι θα κολλήσουμε τη νόσο με τρόπο υπερβολικό και μη λογικό. Αυτή η λογική να μεγαλώσουμε το ρίσκο συμφέρει να προστεθεί ένα ρίσκο σε ένα άλλο ήδη ρίσκο και δημιουργεί τον εκθετικό φόβο. Άμεση συνέπεια: αγορές χωρίς λογική στα σούπερ μάρκετ, δημιουργία μεγάλων αποθεμάτων τροφίμων και πρόβλεψη έλλειψης βασικών ειδών… Η ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί είναι: ότι τα μόνα αποθέματα γνώσης διαθέσιμα που υπάρχουν για τον Covid-19 πρέπει να αναζητηθούν μέσα στη φαντασία και όχι στην πραγματικότητα. Μερικοί υπενθυμίζουν στην περίπτωση αυτή το θεώρημα του Thomas: πολλές φορές οι συμπεριφορές των ατόμων εξηγούνται από την αντίληψή τους για την πραγματικότητα και όχι από την ίδια την πραγματικότητα.
Συμπερασματικά, όταν οι λέξεις «ιός», «πανδημία», «μόλυνση» εμφανίζονται στην ανθρωπότητα, οι πρώτες σκέψεις μας προσανατολίζονται στα ακόλουθα: μυστικά εργαστήρια, κρατικά ψέματα, πολιτικοί χειρισμοί (…) Η επιστημονική φαντασία είναι η μόνη ικανότητα των ανθρώπων διαθέσιμη για να αντιμετωπίσει την αγωνία ως προς το άγνωστο και την απουσία σημείου αναφοράς.