Tο Επικουρικό Κεφάλαιο δεν θα υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις υποθέσεις όπου η ασφαλιστική εταιρία πτώχευσε ή ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της – Ποιες οι συνέπειες για τους διαδίκους.
Νόμος 4438/2016 (ΦΕΚ Α’ 220/28.11.2016) σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία:
Με τον ανωτέρω Νόμο εναρμονίζεται η νομοθεσία μας με την Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των Οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ.1093/2010, και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με το άρθρο 53 του ανωτέρω νόμου “Η παρ. 4 του άρθρου 24 του Ν. 489/1976 (Α’ 331), όπως κωδικοποιήθηκε ως παρ. 4 του άρθρου 25 του ΠΔ 237/1986 (Α’ 110), καταργείται”.
Η καταργούμενη παρ.4 του άρθρου 25 του ΠΔ 237/1986 όριζε τα εξής:
“4. Από την ημερομηνία που η ασφαλιστική επιχείρηση κηρύσσεται σε κατάσταση πτώχευσης ή ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της για παράβαση νόμου, το Επικουρικό Κεφάλαιο υπεισέρχεται αυτοδίκαια στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης που πηγάζουν από ασφαλιστικές συμβάσεις του Κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα. Εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται χωρίς άλλο από το Επικουρικό Κεφάλαιο”.
Η ανακοίνωση και μόνο της ανωτέρω νομοθετικής πρωτοβουλίας του Υπουργείου Οικονομικών, αρχικά δημιούργησε πανικό στους νομικούς της χώρας μας, ιδιαίτερα σε εκείνους που υπερασπίζονται δικαιώματα παθόντων σε τροχαία ατυχήματα.
Έτσι, λανθασμένα κατά την γνώμη μας άρχισε στο διαδίκτυο αρχικά να αναπαράγεται η είδηση ότι, καταργείται η ευθύνη του Επικουρικού Κεφαλαίου στις περιπτώσεις όπου έχουμε εμπλοκή σε τροχαία ατυχήματα οχημάτων που ασφαλίζονταν σε ασφαλιστικές εταιρίες οι οποίες πτώχευσαν ή ανακλήθηκε η άδειά τους για παράβαση νόμου.
Και τούτο διότι προσεγγίζοντας το ανακύπτον ζήτημα με ψυχραιμία, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι, η καταργούμενη διάταξη της παρ.4 του άρθρου 25 του ΠΔ 237/1986 είναι καθαρά δικονομικού χαρακτήρα και ρύθμιζε τις υποθέσεις όπου εάν είχε ασκηθεί μια αγωγή κατά ασφαλιστικής εταιρίας και στη συνέχεια αυτή πτώχευε ή ανακαλείτο η άδεια λειτουργίας της, το Επικουρικό Κεφάλαιο υπεισερχόταν αυτοδίκαια με συνέπεια να συνεχίζεται ο δικαστικός αγώνας με διάδικο πλέον το Επικουρικό Κεφάλαιο, άνευ ετέρου.
Με την ισχύουσα διάταξη του άρθρου 19 παρ.1γ του ΠΔ 237/1986 προβλέπεται ότι : «Το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει στο πρόσωπα που ζημιώθηκαν την κατά την παρ.2 του άρθρου αυτού αποζημίωση λόγω θανάτωσης ή σωματικών βλαβών ή υλικών ζημιών από αυτοκινητιστικά ατυχήματα όταν: …. γ) Ο ασφαλιστής πτώχευσε ή η σε βάρος του εκτέλεση απέβη άκαρπη ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης ένεκα παραβάσεως νόμου… Συνεπώς συνεχίζει η ευθύνη του Επικουρικού Κεφαλαίου για όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις.
Με την τελευταία ανωτέρω νομοθετική τροποποίηση, στις περιπτώσεις όπου έχει εγερθεί αγωγή κατά ασφαλιστικής εταιρίας και στη συνέχεια αυτή πτωχεύει ή ανακαλείται η άδεια λειτουργία της, το Επικουρικό Κεφάλαιο δεν θα υπεισέρχεται αυτοδικαίως και συνεπώς θα πρέπει να εναχθεί ξεχωριστά. Φρονούμε ότι αυτό θα δημιουργήσει πλείστα άλλα προβλήματα και δυσχέρειες, εάν ληφθεί υπόψη ότι για τις εκκρεμείς αυτές υποθέσεις πιθανόν να προκύπτουν προβλήματα παραγραφής των αξιώσεων.
Ένα άλλο θέμα που πιθανόν θα ανακύψει είναι το εάν θα πρέπει στις ανωτέρω περιπτώσεις να τηρηθεί η προβλεπόμενη προδικασία του άρθρου 4 περ.δ του Ν.4092/2012 που θεσπίζει ως προϋπόθεση παραδεκτού της άσκησης της αγωγής εκ μέρους του παθόντος προς το Επικουρικό Κεφάλαιο, την κατάθεση έγγραφης αίτησης αποζημίωσης προς αυτό. Για όλα τα ζητήματα που θα προκύψουν από την εφαρμογή του άρθρου 53 του ν.4438/2016 θα επανέλθουμε προσεχώς.