Το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ με μη ικανοποιούμενη ανάγκη για ιατρική περίθαλψη καταγράφει η Ελλάδα, όταν ταυτόχρονα περίπου το 5% των νοικοκυριών της φτωχοποιείται λόγω των ιδιωτικών δαπανών υγείας.
της Βίκυς Γερασίμου
Στην Ελλάδα, η μη ικανοποιούμενη ανάγκη για ιατρική περίθαλψη λόγω κόστους, απόστασης ή χρόνου αναμονής τριπλασιάστηκε κατά την τελευταία δεκαετία και είναι πλέον η δεύτερη υψηλότερη στην ΕΕ φτάνοντας το 12,3% του πληθυσμού έναντι του 3,3% του μέσου όρου της ΕΕ (έρευνα του 2018 με στοιχεία του 2016).
Η συχνότερη αιτία που δεν επιτρέπει την ικανοποίηση ιατρικών αναγκών είναι το κόστος και η αδυναμία κάλυψής του, ενώ μέσα σε μία πενταετία από το 2010 έως το 2015, λόγω της οικονομικής κρίσης, το ποσοστό του πληθυσμού που αναφέρει μη ικανοποιούμενες ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης λόγω υψηλού κόστους υπερδιπλασιάστηκε και εκτοξεύτηκε από το 4,2% σε 10,9%.
Μάλιστα στα κατώτερα εισοδήματα το ποσοστό των πολιτών που δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες τους φτάνει στο 17,4% όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι μόλις 4,1%.
Μεγάλες ανισότητες σε σχέση με άλλες χώρες καταγράφονται και στις κλίνες που αντιστοιχούν σε πολίτες. Ειδικότερα στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι υπάρχουν 4,2 κλίνες ανά 1.000 πολίτες όταν στη στον ίδιο πληθυσμό αντιστοιχούν 8,1 κλίνες, στην Αυστρία 7,4 στη Βουλγαρία 7,3, στην Ουγγαρία 7, στην Τσεχία 6,9 και τη Ρουμανία 6,8. Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 5,1 κλίνες.