Η ανάκαμψη είναι εδώ και μάλιστα με ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 1,1% φέτος εκτιμά η Alpha Bank στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων. Σε μία εβδομάδα που γέμισε από προεκλογικού περιεχομένου ανακοινώσεις περί ανάπτυξης και επενδύσεων με επιστέγασμα τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για επενδύσεις 150 δις ευρώ σε ορίζοντα 6ετίας που θα επιστρέψουν το ΑΕΠ το 2020 στα προ κρίσης επίπεδα (50 δις ευρώ άνοδος), η τράπεζα προβαίνει στην πλέον αισιόδοξη εκτίμηση για το φετινό ΑΕΠ.
Προσθέτει ότι οι παράγοντες που θα συμβάλλουν στην προγραμματιζόμενη ανάκαμψη και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στα επόμενα έτη είναι ήδη υπαρκτοί και πολύ σημαντικοί. Ωστόσο, επισημαίνει με νόημα ότι ασφαλώς και δεν λύσαμε όλα τα προβλήματα που εμποδίζουν μια ακόμη ταχύτερη ανταγωνιστική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
«Υπάρχουν ακόμη σημαντικά θεσμικά και οργανωτικά εμπόδια και αρτηριοσκληρωτικές καταστάσεις λειτουργίας σε πολλούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, και ιδιαίτερα του ελληνικού δημόσιου τομέα, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν και να διορθωθούν» αναφέρει, εξηγώντας ότι «απαιτούνται ακόμη πολλές και σημαντικές βελτιώσεις για να γίνει δυνατή η επίτευξη πραγματικής προόδου στον τομέα της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής, που με τη σειρά της, είναι αναγκαία για τη συνέχιση της εφαρμογής του νέου υποδείγματος ανταγωνιστικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με ικανοποιητικά αποτελέσματα».
Σύμφωνα με την τράπεζα, παρά το ότι έχουμε ήδη διανύσει αξιοσημείωτη απόσταση προς την σωστή κατεύθυνση, χρειαζόμαστε, προφανώς, πολύ χρόνο ακόμη για τον εκσυγχρονισμό αυτών των τομέων και για την αποκατάσταση ενός νέου πλαισίου λειτουργίας τους, το οποίο να είναι σύμφωνο με τις σημερινές τεχνολογικές και οργανωτικές συνθήκες ανταγωνιστικής λειτουργίας των χωρών στην παγκόσμια οικονομία. Οι κυριότεροι από αυτούς τους τομείς είναι οι ακόλουθοι:
1. Η υψηλή φορολογική επιβάρυνση και το κόστος της ενέργειας – ιδιαίτερα για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες: Η δραστική μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα αποτελεί, ενδεχομένως, τον πιο σημαντικό παράγοντα βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας στην περίοδο της προσαρμογής. Ωστόσο, η ευνοϊκή επίπτωσή του χαμηλού κόστους εργασίας στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και των επιχειρήσεων περιορίζεται, σε πολλές περιπτώσεις, από την υψηλή φορολογική επιβάρυνση των συνεπών (όσον αφορα την συστηματική εκπλήρωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων) φορολογούμενων (φυσικών και νομικών προσώπων). Αυτή η πολύ υψηλή φορολογική επιβάρυνση είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της προσπάθειας επίτευξης της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης φοροδιαφυγής και, επιπλέον, άρνησης πληρωμής ακόμη και των βεβαιωμένων φορολογικών υποχρεώσεων από πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Βρεθήκαμε έτσι με τον συντελεστή του ΦΠΑ στο 23%, με πολύ υψηλούς Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα καύσιμα και στα τσιγάρα, με πολύ υψηλούς φόρους εισοδήματος στα νομικά και στα φυσικά πρόσωπα, με πολύ υψηλούς συντελεστές εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία και με έκτακτη επιβάρυνση των φορολογουμένων με 5-φόρους περιουσίας που επιβλήθηκαν ταυτόχρονα το 2013.
2. Η δημόσια διοίκηση και η τοπική αυτοδιοίκηση: Έως σήμερα έχει επιτευχθεί αξιοσημείωτη μείωση της μη παραγωγικής απασχόλησης και εκλογίκευση των μισθολογικών αμοιβών στο δημόσιο τομέα, καθώς και η εκ βάθρων μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων στη χώρα με σημαντική μείωση των συντάξεων για βελτίωση της μεσο-μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του συστήματος. Ως αποτέλεσμα, η μείωση των πρωτογενών δαπανών της γενικής κυβέρνησης ήταν πρωτοφανής μεταξύ όλων των χωρών της ΕΕ-28 και όχι μόνο. Αυτό που απαιτείται τώρα είναι να αποκατασταθούν συνθήκες αποτελεσματικής και αποδοτικής λειτουργίας του δημόσιου τομέα για μεγιστοποίηση της θετικής συμβολής του στην ανάπτυξη της οικονομίας και στην προσφορά σημαντικών αναγκαίων υπηρεσιών στους πολίτες. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να αποκατασταθεί η διασύνδεση των αμοιβών των εργαζομένων με την παραγωγικότητα και την αποδοτικότητά τους και να εξασφαλιστεί η ανάκτηση του μεγαλύτερου μέρους του κόστους των προσφερόμενων υπηρεσιών από τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών.
3. Εκπαίδευση και υγεία: Η πρόοδος που έχει συντελεστεί έως σήμερα στην εκλογίκευση της λειτουργίας αυτών των σημαντικών τομέων είναι πραγματικά εντυπωσιακή με κυριότερη εξέλιξη την δραστική μείωση της αυθαιρεσίας, της σπατάλης, της διαφθοράς και ακόμη και της παρανομίας που επικρατούσαν στους τομείς αυτούς έως το 2009. Ωστόσο, απαιτείται σήμερα σημαντική αύξηση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, δηλαδή στην εκπαίδευση και την υγεία, και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την απελευθέρωση των εκπαιδευτικών και νοσηλευτικών μας ιδρυμάτων σε όλες τις βαθμίδες από την έως σήμερα σχεδόν αποκλειστική και μη βιώσιμη εξάρτησή τους από το κράτος. Το κράτος είναι επιφορτισμένο με τεράστιας σημασίας ρυθμιστικό ρόλο, καθώς και με την άσκηση της κοινωνικής πολιτικής για την εξασφάλιση της ουσιαστικής πρόσβασης στη βασική εκπαίδευση και στην υγεία σε όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως εισοδηματικού επιπέδου. Ωστόσο, η ανάπτυξη, η διοίκηση και η χρηματοδότηση των εκπαιδευτικών και των νοσηλευτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να είναι πραγματικά αυτοδύναμη και να στηρίζεται σε σημαντική βαθμό στην ανάκτηση του κόστους από τους χρήστες των υπηρεσιών που προσφέρουν. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα στην προσφορά υπηρεσιών εκπαίδευσης και υγείας και θα μπορούσε να έχει ένα σημαντικό εξαγωγικό πλεόνασμα σε αυτούς τους τομείς, με ταυτόχρονη σημαντική συμβολή στην αναβάθμιση αυτών των υπηρεσιών και για τους πολίτες της χώρας. Η ανάπτυξη των τομέων αυτών εμποδίζεται ακόμη από το αναχρονιστικό θεσμικό και οργανωτικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία τους, το οποίο δεν άλλαξε ουσιαστικά στην περίοδο της προσαρμογής.
4. Η μάχη κατά της διαφθοράς με εξασφάλιση της διαφάνειας σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου τομέα: Και σε αυτό τον τομέα έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στην περίοδο της προσαρμογής. Ωστόσο, η διαφθορά στην Ελλάδα είναι συνώνυμη με την επέκταση του δημόσιου τομέα σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας και με την νομοθέτηση ρυθμίσεων, απαγορεύσεων (π.χ. στο χωροταξικό σχεδιασμό), ή φορολογικών επιβαρύνσεων που δεν είναι δυνατό να εφαρμοστούν και να επιβληθούν στην πράξη. Η διαφθορά μπορεί να μειωθεί ουσιαστικά μόνο με τον δραστικό περιορισμό των κρατικών παρεμβάσεων και με την υποχρέωση των δημόσιων υπηρεσιών, οργανισμών και επιχειρήσεων να εξασφαλίζουν, όπου αυτό είναι δυνατό, την ανάκτηση του κόστους των υπηρεσιών που προσφέρουν με ανταποδοτικό τρόπο από τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών. Για παράδειγμα, διαφάνεια σημαίνει να γνωρίζουν οι πολίτες τι πραγματικά θα τους κοστίσει μια εγχείριση σε ένα κρατικό νοσοκομείο και πόσο θα τους κοστίσει η ίδια εγχείριση σε ένα ιδιωτικό νοσοκομείο. Και αυτό να είναι αναρτημένο στην είσοδο των νοσοκομείων και στο Διαδίκτυο. Τότε μόνο το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης για τους πολίτες θα μειωθεί πραγματικά και η διαφθορά θα εκλείψει, όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες.
5. Απονομή δικαιοσύνης: Αν και έχει ήδη σημειωθεί σημαντική βελτίωση, η διαδικασία εκσυγχρονισμού του θεσμικού και οργανωτικού πλαισίου λειτουργίας του σημαντικού αυτού τομέα βρίσκεται σε εξέλιξη και θα απαιτήσει αρκετά χρόνια ακόμη για την δραστική αναβάθμιση της λειτουργίας του. Μόνον έτσι θα γίνει τελικά δυνατός ο δραστικός περιορισμός των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων, καθώς και η αποτελεσματική εφαρμογή των συμβάσεων και η καλύτερη δυνατή διαφύλαξη των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των φυσικών και των νομικών προσώπων στη χώρα.
6. Κοινωνική πολιτική: Και σε αυτό τον κρίσιμο επίσης τομέα έχουν σημειωθεί δραστικές μεταρρυθμίσεις που, κυρίως, ενισχύουν την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια στην άσκηση αυτής της πολιτικής. Με τα νέα μέτρα που θεσπίστηκαν ενισχύεται η προοπτική ότι οι πόροι που διατίθενται για την αντιμετώπιση των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων που είχε ως συνέπεια η οικονομική κρίση κατευθύνονται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό σε εκείνους που τους έχουν πραγματικά ανάγκη και όχι στα υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα με πλήρη αδιαφάνεια, όπως συνέβαινε σε πολλές περιπτώσεις έως πρόσφατα. Ωστόσο, και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού και οργανωτικού πλαισίου λειτουργίας και αυτού του τομέα είναι ακόμη σε εξέλιξη.
Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Με τι τιμή αγόρασε το ΤΧΣ την eurobank; Με 1,35/μετοχή αν θυμάμαι καλά και πόσο την πούλησε σε αυτούς που την είχε αγοράσει; 0,30-0,35/μετοχή. Υπόψην το 1,35 είναι από λεφτά δικά μας!! Τα συμπεράσματα δικά σας!!