Ολοένα και περισσότερο γίνεται λόγος τελευταία από μερίδα των ΜΜΕ για επερχόμενες αλλαγές στο ασφαλιστικό και συγκεκριμένα την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ή τη μείωση των παροχών, όπως για παράδειγμα των εφάπαξ του δημοσίου.
(Περιοδικό Ασφαλιστικό Marketing Μάϊου 2024)
Η αρχή έγινε με δημοσίευμα το οποίο έκανε λόγο για μία μελέτη της εθνικής αναλογιστικής αρχής η οποία “έδειχνε” μείωση των εφάπαξ.
Ωστόσο, έπειτα επισημάνθηκε από άλλα δημοσιεύματα πως η μελέτη αυτή (η οποία όντως πραγματοποιήθηκε) ήταν εκ των πραγμάτων ξεπερασμένη πια, καθώς έγινε με τα δεδομένα του φθινοπώρου του 2023, δηλαδή χωρίς να ληφθούν υπόψιν οι αυξήσεις πάνω από 10% στους μισθούς του δημοσίου από τον Ιανουάριο του 2024, γεγονός που “παρέλειψε” να επισημάνει το εν λόγω αρχικό δημοσίευμα.
Προφανώς, οι αυξήσεις αυτές αλλάζουν προς τα καλύτερο τα οικονομικά δεδομένα για το ταμείο των εφάπαξ του δημοσίου (ΤΠΔΥ), καθώς οι εισφορές υπέρ αυτού υπολογίζονται επί των μικτών αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων και, έτσι, η αύξηση των αποδοχών οδηγεί σε αύξηση των εσόδων από εισφορών και άρα, πιο δύσκολα, σε μείωση του ύψους των εφάπαξ…
Η συνέχεια του δημοσίου διαλόγου περί νέου ασφαλιστικού έγινε με τη δημοσίευση – από πλευράς Κομισιόν – μίας άλλης μελέτης της εθνικής αναλογικής αρχής στα πλαίσια του Ageing Report, την οποία μερίδα των ΜΜΕ έκρινε ως προπομπό αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης μετά το 2027.
Ωστόσο, αρμόδια κυβερνητικά στελέχη έσπευσαν να επισημάνουν πως κάτι τέτοιο επ’ ουδενί δεν προκύπτει από την έκθεση αυτή και “κλειδί” για μία τέτοια απόφαση θα είναι η μελέτη η οποία θα γίνει το …2027 και πως αν αυτή “δείξει” μία τέτοια αύξηση, θα αφορά σε μήνες και όχι σε έτη, όπως διατείνονται τα ίδια δημοσιεύματα.
Για να “δείξει” η μελέτη του 2027 -η οποία προφανώς μένει να …γίνει και δεν μπορεί να προδικασθεί με βάση τη μελέτη του 2024 (!) όπως επιμένουν δημοσιεύματα μερίδας των ΜΜΕ “παρακάπτοντας” τις διατάξεις του νόμου αλλά και τα αποτελέσματα της μελέτης του 2024- αύξηση ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης, θα πρέπει να διαφανεί -στη μελέτη του 2027!- αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Αρμόδια στελέχη της κυβέρνησης διατείνονται πως – προφανώς – είναι θετικό να αυξηθεί το προσδόκιμο όριο ζωής.
Παράλληλα, αφήνουν εννοηθεί πως δεν είναι, απαραίτητα, τρομερό, σε αυτή τη βάση, να αυξηθεί “μερικούς μήνες” το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης μετά το 2027, ενδεχομένως από το 2030.
Επίσης -και αυτό από μία άποψη, είναι πιο σημαντικό- υπονοούν πως το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης αυξάνεται ήδη έμμεσα στην πραγματικότητα, όπως δείχνει το πολύ σημαντικό πλήθος των συνταξιούχων, το οποίο έχει δηλώσει στην ειδική πλατφόρμα του ΕΦΚΑ πως εργάζεται μετά την συνταξιοδότηση, είτε ως μισθωτοί, είτε ως αυταπασχολούμενοι.
Η συγκεκριμένη κατηγορία συνταξιούχων ανέρχεται έως τώρα σε 75.000 άτομα έναντι 35.000 που ήταν προ του Ιανουαρίου του 2024 οπότε τέθηκε σε ισχύ το νέο καθεστώς απαλλαγής από το πέναλτι του 30% στη σύνταξη.
Τι βρίσκεται πίσω από την αύξηση όσων συνταξιούχων δηλώνουν ότι συνεχίζουν να απασχολούνται μετά τη συνταξιοδότηση τους;
Η ανάγκη τους για επιπλέον εισοδήματα; Ναι, αλλά όχι μόνο αυτό. Βρίσκεται και ένας άλλος ένας παράγοντας, ο οποίος επ΄ουδενί δεν υπήρχε κατά τη μνημονιακή περίοδο, όταν δηλαδή θεσπίστηκαν τα νέα, αυξημένα, ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης (υπό την πίεση της περικοπής της δαπάνης των συντάξεων): Η περιβόητη έλλειψη εργατικού δυναμικού, η οποία φαίνεται να καθιστά αναγκαία την παραμονή παλιότερων γενιών εργαζομένων στην απασχόληση προκειμένου να καλυφτούν οι ανάγκες των επιχειρήσεων.
Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία, αναζητούνται μάλιστα, “μικτές” λύσεις, οι οποίες συνδυάζουν (με σύμφωνη γνώμη του ασφαλισμένου) την έμμεση αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης με την κάλυψη των αναγκών σε εργατικό δυναμικό, πχ μέσω ενός καθεστώτος μερικής συνταξιοδότησης – μερικής απασχόλησης.
Δηλαδή ο ασφαλισμένος συμπληρώνοντας τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης εισπράττει μέρος τη σύνταξης του (χωρίς να υπόκειται σε πέναλτι) και, παράλληλα, συνεχίζει να εργάζεται και, φυσικά, να αμείβεται ως μερικώς απασχολούμενος.
Έτσι, αφενός επιβαρύνονται, τουλάχιστον βραχυ – μεσοπρόθεσμα, λιγότερο τα ταμεία σε σχέση με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες και αφετέρου οι ασφαλισμένοι συνεχίζουν να προσφέρουν παραγωγικά στην οικονομία.
Αναμφισβήτητα, η κατάργηση του πέναλτι του 30% στις συντάξεις όσων συνεχίζουν να εργάζονται μετά τη συνταξιοδότηση κινείται προς την κατεύθυνση της παροχής κινήτρων των συνταξιούχων για την παράταση του ασφαλιστικού βίου τους, περνώντας από την “πίσω πόρτα” την αύξηση – ντε φάκτο- του ορίου συνταξιοδότηση.
Μάλιστα αυτή η ντε φάκτο, έμμεση αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότηση συμβάλλει και σε ένα άλλο μείζον πρόβλημα του ασφαλιστικού: το χρηματοδοτικό. Ο πόρος του 10% τον οποίο οφείλουν να καταβάλλουν οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι επί του μισθού του τονώνει τα έσοδα του ΕΦΚΑ.
Φυσικά, αυτή η τόνωση δεν φτάνει ούτε για … “καραμέλες”, αν λάβει κανείς υπόψην τις υπέρογκες χρηματοδοτικές ανάγκες των ταμείων, σε συνθήκες που η μία αβεβαιότητα στην οικονομία προστίθεται μετά την άλλη, μην επιτρέποντας να ευσταθούν οι μέχρι πρότινος βασικές οικονομικές και δημοσιονομικές παραδοχές οποιασδήποτε αναλογιστικής μελέτης…
Αρκεί να επισημάνει κανείς πως το προσδόκιμο ζωής θα είχε αυξηθεί τα περασμένα χρόνια και έτσι πιθανόν να βρισκόμασταν τώρα προ αυξήσεων των ορίων συνταξιοδότησης, αν δεν είχε μεσολαβήσει ένας απρόβλεπτος παράγοντας που ακούει στο όνομα: Πανδημία του κορονοϊού!
Προφανώς καμία μελέτη της εθνικής αναλογιστικής αρχής το 2023-2024 δεν μπορούσε να προβλέψει το παρατεταμένο μέτωπο της Ουκρανίας (αν και αυτό ξέσπασε το 2022) και την κλιμακούμενη ένταση στη Μέση Ανατολή, γεγονότα τα οποία συμβάλλουν αρνητικά στην ανάπτυξη (και) της ελληνικής οικονομία, αλλά και στις προτεραιότητες των δημοσιοοικονομικών με τον “δείκτη” τους να κοιτά ολοένα και περισσότερο στην “πολεμική οικονομία”, δηλαδή στην αύξηση των αμυντικών δαπανών (προφανώς σε βάρος άλλων…).
Επίσης, καμία μελέτη δεν μπορεί να προβλέψει αν πχ θα ζήσουμε κάτι ξανά σαν εκείνο που συνέβη στη Θεσσαλία (Daniel) σαν συνέπεια της “κλιματικής αλλαγής”, γεγονός το οποίο προκάλεσε σημαντική ζημιά στην οικονομία, μαζί και στον προϋπολογισμό και άρα και στα ασφαλιστικά ταμεία.
Με αυτά και με…αυτά, ο διάλογος (όχι μέσω των ΜΜΕ, τουλάχιστον στο βαθμό που θα απαιτούταν) οδηγεί ορισμένους στο συμπέρασμα πως το 2027 είναι πολύ …μακριά και στο ότι η όποια αύξηση του προσδόκιμου ζωής είναι πολύ…λίγη για να αντιμετωπίσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του ασφαλιστικού.
Έτσι, ίσως, θα ήταν ίσως πιο χρήσιμο, από άποψης κατανόησης της κατάστασης των ταμείων και του δημοσίου γενικότερα, να κοιτάξει κανείς κινήσεις όπως εκείνη της επένδυσης των αποθεματικών του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ), του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων, αλλά και αύξησης των δημοσίων εσόδων (κατά 3 δισ. ευρώ!) μέσω της πάταξης της φοροδιαφυγής, αλλά και της φορο – αποφυγής (μαζί και της εισφοροδιαφυγής και της εισφορο – αποφυγής) έως το 2027 και όχι μετά από αυτό, καθώς έως τότε θα πρέπει η Ελλάδα να πετυχαίνει δημοσιονομικά πλεονάσματα, χωρίς καμία “έκτακτη” απόκλιση αλλά και χωρίς το ταμείο ανάκαμψης…