Συστάσεις πρόληψης της καρδιαγγειακής νόσου σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας
Το άρθρο υπογράφει ο Κωνσταντίνος Τσοβόλας, PhD, Καρδιολόγος του Ομίλου Affidea, με εξειδίκευση στις κληρονομικές μυοκαρδιοπάθειες στο HEART Hospital του Πανεπιστημίου UCL στη Μ. Βρετανία.
Η εκτίμηση του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου, δηλαδή η διερεύνηση της πιθανότητας να εμφανιστεί ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο, όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό, αποτελεί το πρώτο βήμα για τη δημιουργία συστάσεων πρόληψης. Ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου υπολογίζεται τόσο σε άτομα χωρίς καρδιαγγειακή νόσο («πρωτογενής πρόληψη») όσο και σε άτομα με ήδη γνωστές καρδιαγγειακές παθήσεις («δευτερογενής πρόληψη») καθώς και σε άτομα με συγκεκριμένες παθήσεις που δημιουργούν υψηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου (π.χ. άτομα με διαβήτη ή χρόνια νεφρική νόσο).
Για άτομα χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο, ο κίνδυνος μπορεί να ταξινομηθεί ως χαμηλός, μέτριος, υψηλός ή πολύ υψηλός και αξιολογείται βάσει της ηλικίας του ατόμου, της αρτηριακής πίεσης, των επιπέδων χοληστερόλης και την κατάσταση του καπνίσματος. Άλλοι παράγοντες (π.χ. εθνικότητα, ψυχοκοινωνικοί, κοινωνικοοικονομικοί ή περιβαλλοντικοί παράγοντες) και οι συνθήκες υγείας μπορεί να τροποποιήσουν τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο («τροποποιητές κινδύνου»). Ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου είναι πολύ υψηλός για όλα τα άτομα με ήδη γνωστή καρδιαγγειακή πάθηση.
Μετά από συζήτηση με τον ιατρό σχετικά με την καρδιαγγειακή νόσο συμπεραίνεται ο κίνδυνος και τα οφέλη από πιθανή θεραπεία, πάντα προσαρμοσμένα και εξατομικευμένα στις ατομικές ανάγκες. Οι αποφάσεις για τη θεραπεία θα πρέπει να βασίζονται σε μια κοινή λήψη αποφάσεων μεταξύ του εξεταζόμενου και του ιατρού.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν σε όλους να ακολουθούν ορισμένες βασικές συστάσεις, ανεξάρτητα από τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Αυτές περιλαμβάνουν:
- Τη διακοπή του καπνίσματος
- Έναν υγιεινό τρόπο ζωής όσον αφορά τη διατροφή, τη διατήρηση του επιθυμητού σωματικού βάρους και την παρουσία ικανοποιητικής σωματικής δραστηριότητας.
Οι ενήλικες όλων των ηλικιών πρέπει να στοχεύουν σε τουλάχιστον 150–300 λεπτά ανά εβδομάδα μέτριας έντασης ή 75–150 λεπτά την εβδομάδα υψηλής έντασης σωματική δραστηριότητα. Ακόμα κι αν δεν μπορείτε να πετύχετε αυτές τις συστάσεις, παραμείνετε όσο το δυνατόν πιο ενεργοί: κάθε επίπεδο δραστηριότητας είναι καλύτερο από καμία δραστηριότητα!
Η υγιεινή διατροφή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πρόληψης της καρδιαγγειακής νόσου:
- Υιοθετήστε μεσογειακή ή παρόμοια διατροφή
- Αντικαταστήστε τα κορεσμένα (π.χ. γρήγορο φαγητό, κόκκινο κρέας) με ακόρεστα λιπαρά (π.χ. ελαιόλαδο, αβοκάντο)
- Μειώστε την πρόσληψη αλατιού
- Τρώτε περισσότερα δημητριακά ολικής αλέσεως, φρούτα, λαχανικά και ξηρούς καρπούς
- Τρώτε ψάρι τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα
- Μειώστε την πρόσληψη πρόσθετης ζάχαρης
- Συνιστάται επίσης να πίνετε όχι περισσότερο από 100 γραμμάρια αλκοόλ την εβδομάδα – συνήθως υπάρχουν μεταξύ 8 και 14 g αλκοόλ ανά ποτό.
Η χρήση φαρμάκων για τη θεραπεία παραγόντων κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου (π.χ. αρτηριακή πίεση, χοληστερόλη, σάκχαρο) εξαρτάται από τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Η φαρμακευτική αγωγή συνιστάται σε όλους με γνωστή καρδιαγγειακή νόσο ή και σε άτομα χωρίς καρδιαγγειακή νόσο αλλά σε πολύ υψηλό κίνδυνο. Η έναρξη της θεραπείας θα πρέπει να αποφασίζεται σε ατομική βάση μέσω κοινής διαδικασίας λήψης αποφάσεων μεταξύ του εξεταζόμενου και του ιατρού.
Οι στόχοι της θεραπείας για τους παράγοντες κινδύνου (πόσο χαμηλή θα πρέπει να είναι η αρτηριακή πίεση ή η χοληστερόλη) εξαρτώνται επίσης από τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Γενικά, όσο υψηλότερος είναι ο κίνδυνος καρδιαγγειακής νόσου, τόσο πιο εντατική είναι η συνιστώμενη θεραπεία και τόσο χαμηλότεροι είναι οι στόχοι της θεραπείας.
Οι στόχοι της θεραπείας για τους παράγοντες κινδύνου θα πρέπει να επιτυγχάνονται με σταδιακή προσέγγιση. Το πρώτο βήμα είναι η επίτευξη των προτεινόμενων στόχων για την αρτηριακή πίεση και τη χοληστερόλη, μέσω συστάσεων για τον τρόπο ζωής και τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής, αν απαιτείται. Μόλις επιτευχθεί το πρώτο βήμα, προχωρήστε στο δεύτερο βήμα (για χαμηλότερα επίπεδα αρτηριακής πίεσης και χοληστερόλης), με βάση επιπλέον εκτιμήσεις (εκτιμώμενος 10ετής και δια βίου κίνδυνος, άλλες ιατρικές καταστάσεις που μπορεί να συνυπάρχουν) καθώς και τις προσωπικές σας προτιμήσεις. Ο απώτερος σκοπός του δεύτερου βήματος είναι η επίτευξη των ακόλουθων βέλτιστων στόχων:
- συστολική αρτηριακή πίεση <130 mmHg (για άτομα που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή)
- LDL χοληστερόλη (“κακή) <70 mg/dl (για άτομα σε υψηλό κίνδυνο) ή <55 mg/dl (για άτομα με πολύ υψηλό κίνδυνο).
Οι στατίνες είναι η θεραπεία πρώτης γραμμής για άτομα που χρειάζονται φάρμακα για τη μείωση των επιπέδων LDL-C τους. Αν ο στόχος της θεραπείας (με βάση τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου ενός ατόμου) δεν επιτυγχάνεται με τη μέγιστη ανεκτή δόση στατίνης, τότε χορηγείται συνδυασμός με άλλες φαρμακευτικές ουσίες, που θα συνεισφέρουν στην περαιτέρω μείωση.
Για άτομα που χρειάζονται φαρμακευτική αγωγή για να μειώσουν την αρτηριακή τους πίεση, ο τελικός στόχος θεραπείας για τη συστολική αρτηριακή πίεση είναι 120–130 mmHg για τους περισσότερους ενήλικες ηλικίας <70 ετών και <140 mmHg (μέχρι 130 mmHg εάν είναι ανεκτοί) για τις ηλικίες ≥70 ετών. Για τη διαστολική αρτηριακή πίεση, ο στόχος <80 mmHg συνιστάται σε όλα τα άτομα που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή. Η έναρξη της αντι-υπερτασικής θεραπείας (φάρμακα που μειώνουν την αρτηριακή σας πίεση) με συνδυασμό δύο φαρμάκων συνιστάται πλέον για τους περισσότερους ανθρώπους.
Για τα άτομα με διαβήτη, ο στόχος θεραπείας της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c) <7,0% συνιστάται για τους περισσότερους ενήλικες. Η μετφορμίνη είναι η πρώτη γραμμή θεραπείας για τα περισσότερα άτομα με διαβήτη χωρίς καρδιαγγειακή νόσο, ενώ νεότερα φάρμακα (αγωνιστές του υποδοχέα πεπτιδίου-1 τύπου γλυκαγόνης [GLP-1RA] και γλυκόζη νατρίου αναστολείς πρωτεΐνης μεταφοράς 2 [SGLT-2]) συνιστώνται σε άτομα με διαβήτη και καρδιαγγειακή νόσο.
Διαβάστε περισσότερα εδώ.