Σε ανακοίνωσή της η ΟΑΣΕ σχετικά με το αναπτυξιακό νομοσχέδιο αναφέρει:
“Από το 2010 με την επιβολή των μνημονιακών πολιτικών, μειωθήκαν δραματικά, τα εργασιακά και μισθολογικά δικαιώματα των εργαζομένων. Η σημερινή κυβέρνηση μετά την υποβάθμιση του ΣΕΠΕ (Επιθεώρηση Εργασίας) και την αποδυνάμωση των δικαιωμάτων των ενοικιαζόμενων και εργολαβικών υπαλλήλων προχωράει και σε νέα αντεργατικά μέτρα μέσα από το νέο «Αναπτυξιακό Νομοσχέδιο».
Τα βασικά σημεία του Νομοσχεδίου που μας αφορούν:
- Σε ό,τι αφορά τις κλαδικές συμβάσεις:
Το νομοσχέδιο ανοίγει την πόρτα για «εξαιρέσεις κατά την εφαρμογή των όρων των συλλογικών συμβάσεων» και υπερίσχυση των τοπικών ή επιχειρησιακών συμβάσεων σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που επικαλούνται οικονομικά προβλήματα. Αρκεί δηλαδή ένας λογιστής να πιστοποιήσει ότι μια επιχείρηση έχει οικονομικό πρόβλημα ώστε να εξαιρείται από την υποχρέωση εφαρμογής της κλαδικής ΣΣΕ.
Επίσης έχει προστεθεί διάταξη σύμφωνα με την οποία η Εθνική κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική σύμβαση δεν υπερισχύει των τοπικών! Σημειώνεται δε πως η εξειδίκευση των κριτηρίων των εξαιρέσεων θα γίνεται με υπουργική απόφαση.
Δεύτερη διάταξη αφορά στη συρροή συλλογικών ρυθμίσεων, η οποία προβλέπει ότι η επιχειρησιακή σύμβαση υπερισχύει πλέον της κλαδικής (ακόμα και εάν έχει χειρότερους όρους), «κατ’ εξαίρεση στις περιπτώσεις επιχειρήσεων, που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή συνδιαλλαγής ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή οικονομικής εξυγίανσης». Πρακτικά οι διατάξεις αυτές σημαίνουν ότι τίθενται υπό αίρεση οι αυξήσεις που πήραν χιλιάδες εργαζόμενοι μέσα από την υπογραφή των κλαδικών συμβάσεων που κηρύχτηκαν υποχρεωτικές από τον Αύγουστο 2018 και μετά.Τέλος, αλλά πολύ σημαντικό είναι ότι ακόμα και σε αυτή την κουτσουρεμένη δυνατότητα κήρυξης υποχρεωτικότητας των κλαδικών ΣΣΕ (και αφού ήδη το νομοσχέδιο δίνει το δικαίωμα εξαίρεσης από όποια επιχείρηση «δηλώσει» ότι είναι σε δύσκολη οικονομική κατάσταση) προστίθεται ως όρος να υπάρχει τεκμηρίωση των επιπτώσεων στην ανταγωνιστικότητα για το αν θα επεκταθεί η όχι μια σύμβαση πάλι με υπουργική απόφαση!!!
- Σε ότι αφορά τη Διαιτησία και τον ΟΜΕΔ:
Καθ’ υπόδειξη του ΣΕΒ καταργείται ουσιαστικά και ιδίως για τον ιδιωτικό τομέα το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία του ΟΜΕΔ. Είναι φανερό ότι η διάταξη αυτή αποτελεί ταφόπλακα του δικαιώματος στη Διαιτησία για το σύνολο των εργαζομένων.
- Σε ότι αφορά ηλεκτρονικά μητρώα συνδικάτων και ψηφοφορίες:
Είναι φανερό ότι η Κυβέρνηση και οι εργοδότες βάζουν χέρι και παρεμβαίνουν σε ζητήματα εσωτερικής λειτουργίας των συνδικάτων, υπονομεύουν την αυτονομία, ανεξαρτησία και αυτοτέλεια του συνδικαλιστικού κινήματος. Προωθούν το ηλεκτρονικό φακέλωμα των συνδικάτων και των εργαζομένων. Αποτελούν την αφετηρία, ώστε να δίνουν εφεξής στους εργοδότες σημαντικές πληροφορίες και δεδομένα για τους συνδικαλισμένους εργαζόμενους και τα σωματεία τους! Ευνοούν ακόμα περισσότερο την κρατική εξάρτηση των συνδικαλιστικών οργανώσεων από το κράτος. Τέλος, με την ηλεκτρονική ψηφοφορία για την κήρυξη της Απεργίας, είναι «ηλίου φαεινότερο» ότι πρόθεση είναι ο ασφυκτικός περιορισμός της συλλογικής δράσης και των αγωνιστικών κινητοποιήσεων των εργαζομένων.
- Σε ότι αφορά τις ατομικές εργασιακές σχέσεις:
Ανοίγει τεράστια κερκόπορτα και στο θέμα της βλαπτικής μεταβολής λόγω μη καταβολής δεδουλευμένων. Η σχετική διάταξη του αναπτυξιακού νομοσχεδίου αναφέρει ότι «θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας η καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζομένου πέραν των δύο (2) μηνών από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης». Με άλλα λόγια καταργείται πλαγίως, η θετική διάταξη που είχε θεσμοθετήσει η προηγούμενη Κυβέρνηση το 2017 και η οποία κατοχύρωνε στην πράξη ότι «ο εργαζόμενος, σε περίπτωση που δεν καταβάλλονται οι δεδουλευμένες αποδοχές του, θα μπορεί να θεωρήσει ότι η ενέργεια αυτή ισοδυναμεί με καταγγελία της σύμβασης εργασίας, ισοδυναμεί δηλαδή με απόλυση, και να διεκδικήσει τη νόμιμη αποζημίωση». Κοινώς, ο χρόνος αφηνόταν ελαστικός και ο ίδιος ο εργαζόμενος είχε ως δική του επιλογή να αποφασίσει αν θα λύσει τη σύμβασή του διεκδικώντας την αποζημίωση. Τώρα, ο εργαζόμενος οδηγείται αναγκαστικά σε απόλυση μετά από δύο μήνες και θα πρέπει στη συνέχεια να διεκδικήσει δικαστικά την αποζημίωση– γεγονός που γεννά υποψίες για «παράθυρο» υπέρ μαζικών απολύσεων με πρόσχημα τη μη καταβολή δεδουλευμένων.!! Ακόμα και σε αυτές τις διατάξεις που ο Υπουργός Εργασίας εμφανίζει ως φιλεργατικές, μόνο ως τέτοιες δε θα λειτουργήσουν.
- Στην αδήλωτη εργασία:
Μειώνει την έκπτωση του προστίμου στις 2.000 ευρώ αλλά ταυτόχρονα καταργεί την υποχρέωση καταβολής τριών μηνών ενσήμων αναδρομικά στον εργαζόμενο, κάτι που και την αδικία σε βάρος του αδήλωτου εργαζομένου συντηρεί και ευνοεί ακόμα παραπέρα τον παραβάτη εργοδότη.
- Στη μερική απασχόληση:
Διαφημίζει ως μέτρο προστασίας των μερικώς απασχολούμενων την προσαύξηση 12% του ωρομισθίου στις επιπλέον (από τις συμφωνηθείσες) ώρες. Το συγκεκριμένο μέτρο όμως δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα στην καταπολέμηση της υποδηλωμένης εργασίας, όπου αυτό είναι στην πράξη μεγάλο ποσοστό της μερικής απασχόλησης. Οι εργοδότες θα συνεχίσουν να δηλώνουν λιγότερες ώρες εργασίας, καθώς δε θα λειτουργήσει αποτρεπτικά η προσαύξηση 12%, διότι την ίδια στιγμή έχει υποβαθμιστεί η δράση των ελεγκτικών μηχανισμών του ΣΕΠΕ και η Κυβέρνηση θα εφαρμόσει το «Λευκό Μητρώο Επιχειρήσεων» στις οποίες δε θα γίνονται καν έλεγχοι.
Όλα τα παραπάνω ονομάζονται κατ’ επίφαση «μέτρα για την ανάπτυξη»! είναι ξεκάθαρα αντεργατικά μέτρα που μας επαναφέρουν στην εποχή των μνημονίων. Η πρόσφατη όμως ιστορία απέδειξε ότι ο περιορισμός των δικαιωμάτων και των εισοδημάτων των εργαζομένων ουδόλως οδήγησε στην Ανταγωνιστικότητα, στην καινοτομία και στην στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που και τα τρία είναι βασικοί όροι για μια αναπτυξιακή πορεία του τόπου μας. Θεωρούμε ότι είναι υπεσχημένα δώρα προς τους εργοδότες και είναι σε πλήρη αναντιστοιχία με δηλώσεις περί «αξιοπρεπών θέσεων εργασίας». Αν θέλουν να στηρίξουν την όποια επιχείρηση και τις θέσεις εργασίας της οι κυβερνώντες μπορούν να το κάνουν με πολλούς άλλους τρόπους και όχι με την επαναφορά της λογικής της «τριτοκοσμικής ανάπτυξης» μέσω του φτηνού εργατικού δυναμικού.
Η ΟΑΣΕ ξεκίνησε τις συνεννοήσεις με ΓΣΕΕ και άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις και τα σωματεία της, προκειμένου να οργανωθεί μια μαζική και δυναμική αντίδραση στα αντεργατικά και οπισθοδρομικά μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση. Σας καλεί να είστε συνεχώς ενημερωμένοι και να στηρίξετε οποιαδήποτε κινητοποίηση σχεδιαστεί στο αμέσως επόμενο διάστημα”.
“