Τα αποτελέσματα της έρευνας, με τίτλο «Τι συμβαίνει με την υγεία στην Ελλάδα σήμερα; Μια προσέγγιση της πολιτικής για την υγεία, από όλους για όλους», παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της συνεδρίας «Η αναζήτηση κοινής συνισταμένης για τη λήψη αποφάσεων στην πολιτική της υγείας» που έκλεισε το επιστημονικό πρόγραμμα του Συνεδρίου, το Σάββατο 12.12 (17.00-18.30). Η έρευνα εντάσσεται στην προσπάθεια της Ομάδας Σκέψης «Πολιτική Υγείας», του Συλλόγου Αποφοίτων του LSE, να συνεισφέρει στον δημόσιο διάλογο και να αναδείξει τα κομβικά ζητήματα που αντιμετωπίζει ο χώρος της υγείας.
Όπως περιέγραψαν τα Μέλη της Ομάδας Σκέψης «Πολιτική Υγείας», Λαμπρινή Παπαγεωργίου και Θάνος Μπαλασόπουλος, οι οποίοι παρουσίασαν τα αποτελέσματα της έρευνας, η διαδικασία βασίστηκε στη διεξαγωγή μελέτης μέσω ερωτηματολογίου κλειστού τύπου, που καταγράφει τις απόψεις των βασικών εμπλεκόμενων και εταίρων στον τομέα της υγείας. Το δείγμα απαρτίζεται από εκπροσώπους του πολιτικού χώρου, ορισμένοι από τους οποίους έχουν διατελέσει Υπουργοί Υγείας, από εκπροσώπους θεσμικών φορέων, από διακεκριμένους εκπροσώπους της ελληνικής και διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας, από ανώτερα στελέχη της πολυεθνικής και εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας, από διοικήσεις νοσοκομείων, από εκπροσώπους της ιατρικής κοινότητας και συλλόγων ασθενών.
Η θεματολογία έδωσε τη δυνατότητα να εισακουστούν και να υπογραμμιστούν τα πραγματικά ζητήματα του τομέα, δεδομένου ότι τέθηκαν, μεταξύ άλλων, ζητήματα σχετικά με την πρόσβαση στις δομές υγείας, την ποιότητα των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, την κατανομή των πόρων, τη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού και την αποδοτικότητα των εφαρμοζόμενων μέτρων πολιτικής υγείας.
Τα αποτελέσματα παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς διαφαίνονται ισχυρές συγκλίσεις απόψεων μεταξύ των εταίρων όσον αφορά σε πολιτικές που αδυνατούσαν να εφαρμοστούν μέχρι σήμερα στη χώρα μας. Κάποιες από αυτές έχουν να κάνουν με την ενίσχυση της διείσδυσης των γενοσήμων, την πολυπόθητη σύμπραξη δημοσίων και ιδιωτικών νοσοκομείων σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών, την εισαγωγή ενός συστήματος αξιολόγησης των γιατρών για το κλινικό τους έργο, βάσει του οποίου θα υπάρχουν επιβραβεύσεις ή κυρώσεις, και την αναγκαιότητα για σταθερότητα στις διοικητικές θέσεις των νοσοκομείων.