Στηριζόμενοι στο βιβλίο των Cristina Peicuti και Jacques Beyssade, maintenαnt, le XXIe siecle peut vraiment commencer!, Ed. Eyrolles, 2021, παρουσιάζεται η προέλευση των κρίσεων.
Γράφει ο Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France
Κρίση του 1929
Τα δάνεια που εκδόθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1920 είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα αθέτησης υποχρεώσεων και αποκλεισμού από αυτά που εκδόθηκαν μια δεκαετία νωρίτερα.
Αυτό ήταν αποτέλεσμα της χαλάρωσης των απαιτήσεων όσον αφορά τις εξασφαλίσεις. Τα κριτήρια για τη χορήγηση ήταν χαλαρά στην αισιοδοξία που επικρατούσε στη δεκαετία του 1920, μια περίοδος που χαρακτηρίστηκε από οικονομική ευημερία και χαμηλότερη ζήτηση για εμπορικά δάνεια, οι επιχειρήσεις προτιμούσαν να χρηματοδοτούνται με άντληση κεφαλαίων στο χρηματιστήριο παρά με τραπεζικά δάνεια.
Οι συγγραφείς θεωρούν ότι η κρίση του 1929 ξεκίνησε με την πτώχευση μιας τράπεζας, της Bank of the United States, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να είχε αποφευχθεί. Αρχικά υπήρχε σχέδιο αναδιάρθρωσης και συγχώνευσης με τρία ιδρύματα: Manufacturers Trust, Public National και International Trust. Τελικά η συγχώνευση δεν έγινε και ήταν το πιο κολοσσιαίο λάθος στην τραπεζική ιστορία της Νέας Υόρκης. Από το κλείσιμο αυτό, άλλες δέκα τράπεζες έκλεισαν στην ίδια πόλη. Ο λόγος της μη διάσωσης ήταν ότι το κλείσιμο θα είχε καθαρά τοπικές συνέπειες. Για κάποιους, η τράπεζα ήταν φερέγγυα και κατά το κλείσιμό της, το Δεκέμβριο του 1930, η ρευστοποίηση μεγάλου μέρους των περιουσιακών της στοιχείων της επέτρεψε να πληρώσει τελικά το 83,5% των χρεών της.
Η πτώχευση της Bank of the United States οδήγησε στη μεγάλη ύφεση του 1929, την πρώτη μεγάλη παγκόσμια κρίση που έφερε το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στον απόηχό της. Χρειάστηκε χρόνος για να ανακάμψει η Ευρώπη μέσω της οικοδόμησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ευρώπη δεν μπορούσε να βρει την ίδια γεωγραφική περίμετρο και τη δημοκρατία που γνώριζε πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι την πτώση του τείχους του Βερολίνου, εξήντα χρόνια αργότερα. Ο ανθρώπινος ισολογισμός από το 1929 έως το 1989 ήταν εξαιρετικά βαρύς. Μια μακάβρια καταγραφή θανάτων που αποδίδονται σε αυτούς τους δύο ευρωπαϊκούς ολοκληρωτισμούς του 20ου αιώνα (κομμουνισμός, ναζισμός, βλ. Peicuti, Beyssade).
Η κρίση του 2008
Τριάντα χρόνια μετά την πτώση του τείχους, η Ευρωπαϊκή Ένωση κλονίστηκε από την κρίση των ενυπόθηκων δανείων, αυτά τα στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου, που εμφανίστηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2008. Η κρίση των «subprimes» ξεκίνησε επίσης με την πτώχευση μιας συστημικής αμερικανικής τράπεζας που μπορούσε να είχε σωθεί.
Από το 2001 έως το 2006, οι τράπεζες σε αναζήτηση απόδοσης πολλαπλασίασαν επί 7 τα ποσά των ενυπόθηκων δανείων. Αναρωτιέται κανείς γιατί η Fed δεν αύξησε τα επιτόκια το 2003 για να αποφύγει τα χειρότερα. Η καθυστέρηση στην αύξηση των επιτοκίων τροφοδοτεί την ανοδική πορεία των ακινήτων, την οποία τα μέλη της Fed γνώριζαν καλά. Ωστόσο, πολλοί θεώρησαν ότι ο κοινωνικός ισολογισμός ήταν θετικός, καθώς αυτή η νομισματική πολιτική επέτρεψε την πρόσβαση στην ιδιοκτησία σε λιγότερο από 9 χρόνια σε περισσότερους από 9 εκατομμύρια Αμερικανούς, οι μισοί από τους οποίους προέρχονταν από εθνοτικές μειονότητες. Το συνολικό ποσοστό ιδιοκτησίας αυξήθηκε επίσης από 64% το 1994 σε 68% το 2003.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η ωραία προκαταβολή δεν έγινε μέσω αύξησης του εισοδήματος αυτών των νοικοκυριών, αλλά τεχνητά, μέσω πίστωσης. Οι τράπεζες πλούτισαν δίνοντας δάνεια σε Αμερικανούς με χαμηλό εισόδημα και στη συνέχεια τους έβαλαν σε μπελάδες παίρνοντας τα σπίτια τους όταν δεν είχαν πλέον την οικονομική δυνατότητα να αποπληρώσουν το δάνειο που έλαβαν. Εκατομμύρια Αμερικανοί έχασαν την κατοικία τους ως αποτέλεσμα.
Επιπλέον, η κυβέρνηση των ΗΠΑ άφησε τη Lehman Brothers να χρεοκοπήσει παρά το γεγονός ότι ήταν μια συστημικά επικίνδυνη τράπεζα και στη συνέχεια δεν υποστήριξε τον τομέα των ακινήτων που είχε προκαλέσει την κρίση. Αυτά τα δύο λάθη σήμαιναν ότι η ανάκαμψη δεν ήταν αρκετά ισχυρή για να ανακόψει την άνοδο του λαϊκισμού.
Η κρίση του Covid-19
Τη σχέση οικονομικής και υγειονομικής κρίσης την περιγράψαμε σε πρόσφατο άρθρο μας. Οι συγγραφείς Peicuti και Beyssade αναφέρουν ότι πρώτο στοιχείο, ούτως ή άλλως άγνωστο εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα: αντιμετωπίζουμε μια ασθένεια που δεν γνωρίζουμε και που επηρεάζει τους πάντες. Ένα άλλο στοιχείο του οποίου δεν έχουμε βιώσει παράδειγμα στην εποχή μας: όλος ο κόσμος μπορεί να «κολλήσει» τον ιό. Φυσικά, γνωρίσαμε νέες, θανατηφόρες ασθένειες, τις οποίες στην αρχή δεν ξέραμε πως να τις προλάβουμε ή να τις θεραπεύσουμε, αλλά περιορίζονταν σε κάποιο μέρος της υφηλίου. Το SARS, συγγενής του Covid-19, παρουσίασε πολλές αναλογίες με αυτό που βιώνουμε αυτή τη στιγμή, αλλά περιορίστηκε στην Ασία. Άλλες παθολογίες που εξακολουθούν να είναι ελάχιστα κατανοητές, επηρεάζουν μόνο άτομα πάνω από μια ορισμένη ηλικία, όπως οι ασθενείς του Alzheimer και του Parkinson.
H πανδημία του Covid-19 είναι η πιο σοβαρή των εκατό τελευταίων ετών.
Γενικά, σε αντίθεση με τον ιό της ισπανικής γρίπης, ο κορονοϊός έχει σοβαρό αντίκτυπο, ειδικά για τους ηλικιωμένους (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2020, το 90% των θανάτων από Covid-19 αφορά πληθυσμό πάνω από 60 χρόνια).
Ο Covid-19 έχει αποκαλύψει όχι μόνο την ευθραυστότητα του ανθρώπου του 21ου αιώνα, αλλά και αυτή των συστημάτων υγείας. Αντιμέτωπα με την πανδημία, τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας έχουν δείξει προς μεγάλη έκπληξη των Ευρωπαίων, ότι δεν είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά.
Ο στόχος είναι να επενδύσουμε περισσότερο στην προληπτική φροντίδα υποστηρίζοντας τον πληθυσμό χωρίς να περιμένουμε υγειονομικές κρίσεις. Οι γιατροί είναι υποχρεωμένοι να δράσουν επειγόντως και κατά συνέπεια να συγκεντρωθούν στο πιο επείγον που είναι η θεραπεία. Η Κίνα, όπου ξεκίνησε η κρίση και οι χώρες που παράγουν τα εμβόλια, όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, θα είναι οι πρώτες που θα νικήσουν την πανδημία χάρη σε εκστρατείες εμβολιασμού επαρκούς μεγέθους. Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι οι χώρες αυτές θα έχουν ισχυρή οικονομική ανάκαμψη, θα κερδίσουν μερίδια αγοράς, την ώρα που οι χώρες που εισάγουν εμβόλια, μάσκες και συσκευές ανάνηψης δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να παραμένουν σε lockdown και να βλέπουν το τραίνο της ανάκαμψης να απομακρύνεται.
Τέλος, οι συγγραφείς προτείνουν μια προσπάθεια τέλεια συνδυασμένη μεταξύ των κεντρικών τραπεζών, των κυβερνήσεων, των τραπεζών των μεγάλων ανεπτυγμένων χωρών ώστε να επιτύχουν μια οικονομική ανάκαμψη η οποία θα επιτρέψει την αλλαγή σελίδας των δύο αυτών ετών της κρίσης, υγειονομικής, οικονομικής και ψυχολογικής.