Σε πολιτικό αγώνα ταχύτητας έχει επιδοθεί ο Υπουργός Εργασίας, κ. Γιώργος Κατρούγκαλος προκειμένου να προλάβει τις προσθεσμίες που έχει θέσει το νέο Μνημόνιο για τη θέσπιση του νέου Ασφαλιστικού – Συνταξιοδοτικού.
Σύμφωνα με το μνημονιακό πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε από την ελληνική βουλή στις 13 Αυγούστου και εγκρίθηκε από το Eurogroup στις 14 Αυγούστου, τον Οκτώβριο πρέπει να θεσπιστούν «κοσμογονικές» αλλαγές που αφορούν τις συντάξεις και τις προνοιακές παροχές του ελληνικού συστήματος ασφάλισης – περίθαλψης.
Αυτές αλλαγές, όπως περιγράφονται στο νέο Μνημόνιο. προβλέπουν στενότερη σύνδεση ασφαλιστικών – εισφορών, εναρμόνιση εισφορών όλων των ταμείων με εκείνες του ΙΚΑ, σταδιακή κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης σε ορισμένα ταμεία, κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων και αντισταθμιστικά μέτρα για την κατάργηση της 13ης – 14ης σύνταξης το 2013 και την κατάργηση του ΕΚΑΣ.
Ο κ. Κατρούγκαλος δήλωσε χθες πως μέχρι τέλος της τρέχουσας εβδομάδας θα έχει συσταθεί ομάδα ειδικών, η οποία θα αναλάβει να ετοιμάσει την ελληνική πρόταση η οποία θα κατατεθεί στα πλαίσια της επικείμενης διαπραγμάτευσης με τους δανειστές τον ερχόμενο Οκτώβριο.
Στόχος του υπ. Εργασίας είναι το μοντέλο που θα προταθεί από ελληνικής πλευράς να συμβαδίζει αφενός με τις προσαρμογές που προβλέπει το Μνημόνιο και προπαντός με την ανάγκη εξοικονόμησης 2,7 δισ. ευρώ από το συνταξιοδοτικό σύστημα το 2015 -16 και, ταυτόχρονα, να είναι δίκαιο για τους συνταξιούχους.
Μέχρι, όμως, να θεσπιστεί το νέο ασφαλιστικό, θα ισχύει το… παλιό. Δηλαδή εκείνο που θεσπίστηκε το 2010 και το 2012 και προβλέπει κατώτατες συντάξεις 392 ευρώ αντί των 486 ευρώ για όσους συνταξιοδοτήθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2015, όπως επισήμως παραδέχτηκε με προχθεσινή ανακοίνωσή του ο υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κ. Παύλος Χαϊκάλης. Η μείωση αυτή (19%) μεταξύ της κατώτατης σύνταξης που έπαιρνε όποιος «βγήκε» στη σύνταξη πριν τιν 1η Ιανουαρίου 2015 και εκείνης που παίρνει όποιος «βγήκε» στη σύνταξη μετά την 1η Ιανουαρίου 2015 οφείλεται, σύμφωνα με τον κ. Χαϊκάλη, στη μείωση του εθνικού κατώτατου μισθού από τα 751 ευρώ στα 586 ευρώ το Φεβρουάριο του 2012.