Στο πρόβλημα της αύξησης των οφειλών των νοσοκομείων κατά 45% σε εταιρείες που παρέχουν υλικά και βιοτεχνολογικά προϊόντα αναφέρεται ο ΣΕΙΒ, ο οποίος σε επιστολή του προς τον υπουργό υγείας επισημαίνει ότι ξεπερνούν το 1 δις, παρά τις δεσμεύσεις για δραστική μείωση των χρεών των νοσοκομείων.
“Αναφερόμενοι στο μηνιαίο δελτίο στοιχείων γενικής κυβέρνησης που δημοσιεύθηκε στις 3/3/2023, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των Νοσοκομείων του Δημοσίου τον Ιανουάριο του 2023 ανήλθαν στα 1.075 εκατομμύρια ευρώ από 739 εκατομμύρια ευρώ τον Ιανουάριο του 2022 (αύξηση 45%!!), ενώ συγκρίνοντας τον Δεκέμβριο του 2022 (909 εκατ. € ληξιπρόθεσμα) με τον Δεκέμβριο του 2021 (606 εκατ.€ ληξιπρόθεσμα) παρατηρείται αύξηση 50%!!” αναφέρει ο ΣΕΙΒ.
Και προσθέτει:
“Είναι προφανές ότι δεν επιβεβαιώθηκαν οι υποσχέσεις για δραστική μείωση των χρεών των Νοσοκομείων μέχρι το τέλος του 2022, αλλά αντίθετα, εκτινάχθηκαν σε δυσθεώρητα ύψη. Πλέον των ανωτέρω, στο συνολικό αναφερόμενο ύψος νοσοκομειακών οφειλών θα πρέπει να ληφθούν υπόψη αφ’ ενός οι μη ληξιπρόθεσμες οφειλές που αντιστοιχούν σε πωλήσεις 90 ημερών, αφ’ ετέρου η αξία των ατιμολόγητων υλικών των προμηθευτών που, για τον δικό μας κλάδο, ανέρχεται σε τουλάχιστον 70 εκατομμύρια ευρώ. Η συνολική αρνητική εικόνα επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι οι εξοφλήσεις των νοσοκομειακών οφειλών γίνονται με τεράστια καθυστέρηση που, σε αρκετές περιπτώσεις, αγγίζει τους 12 μήνες! Ως αποτέλεσμα, καταγράφεται τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας στις επιχειρήσεις του κλάδου μας, με άμεσο κίνδυνο για την ομαλή τροφοδοσία των Νοσοκομείων, αλλά και περιορίζεται η ανθεκτικότητα και η ανάπτυξη των επιχειρήσεων, όσο και η ικανότητά τους να γίνουν πιο πράσινες και ψηφιακές.
Είναι περιττό να αναλύσουμε προς εσάς, ποιο είναι για τις επιχειρήσεις το γενικό και ειδικό οικονομικό περιβάλλον, με τις αλλεπάλληλες αυξήσεις που υφιστάμεθα από τους δικούς μας προμηθευτές λόγω της αύξησης του ενεργειακού κόστους, με τη γενικότερη αύξηση των υπολοίπων δαπανών μας, αλλά και με τα αυξανόμενα τραπεζικά επιτόκια δανεισμού, ενώ οι τιμές με τις οποίες μπορούμε να εμπορευόμαστε τα είδη μας παραμένουν καθηλωμένες για περισσότερο από 10 χρόνια.
Ο κλάδος μας, παρότι επλήγη βάναυσα από την πρόσφατη οικονομική κρίση, εξάντλησε και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί κάθε δυνατότητα στήριξης για την υπόθεση της υγείας των συμπολιτών μας, έχοντας ταυτόχρονα στηρίξει απεριόριστα το έργο σας και κατά τη διάρκεια της πανδημίας της COVID-19.
Παρακαλούμε πολύ για τις άμεσες ενέργειές σας ώστε να κλείσουν δραστικά οι υποχρεώσεις των Νοσοκομείων και να επανέλθει η κανονικότητα στις ροές των εταιρειών μας για να μπορούμε με τη σειρά μας να καλύπτουμε δικές μας υποχρεώσεις προς τους εργαζόμενους των επιχειρήσεών μας, τους προμηθευτές μας, τις τράπεζες, τη ΔΟΥ και τον ΕΦΚΑ”.