Την επί ίσοις όροις εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας IDD σε όλα τα κανάλια διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, ζήτησε ο πρόεδρος του ΣΕΜΑ, κ. Γιάννης Ξηρογιαννόπουλος, μιλώντας, στις 10 Νοεμβρίου, στην εκδήλωση της ΕΑΕΕ για τον εορτασμό της Ημέρας Ιδιωτικής ασφάλισης, τονίζοντας, παράλληλα, και τη δυσανάλογη αύξηση του κόστους λειτουργίας της αγοράς προκειμένου να προσαρμοστεί όχι μόνο στην IDD, αλλά και σε μια σειρά άλλων κοινοτικών ρυθμίσεων που πρόκειται να περάσουν στο εθνικό μας δίκαιο.
Όπως τόνισε ο κ. Ξηρογιαννόπουλος, πολύ σημαντικό ρόλο στη μετάβαση αυτή θα παίξει ο τρόπος με τον οποίο η αγορά θα αφομοιώσει στο σύνολό της τις νέες συνθήκες, όπως και οι Εποπτικές Αρχές οι οποίες θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι όλα τα δίκτυα διανομής, παραδοσιακά και νέα, θα υπάγονται και θα συμμορφώνονται με τις νέες νομοθετικές διατάξεις και επαγγελματικές πρακτικές όπως αυτές προβλέπονται από την IDD, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία πεδίων ανάπτυξης αθέμιτων πρακτικών στον κλάδο. Κατά τον κ. Ξηρογιαννόπουλο είναι πολύ σημαντικό γεγονός ότι σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως προβλέπεται στην νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία, υπάρχει μέριμνα για την προστασία των μικρότερων διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων απέναντι σε δυνητικά μονοπωλιακές πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού από μεγαλύτερες εταιρίες του χώρου.
Πρόσθεσε δε ότι, “ο κλάδος περνά σε μια εποχή υπέρ-νομοθέτησης και υπερπροστασίας του καταναλωτή, η οποία όμως παράλληλα τείνει να εισάγει επιπρόσθετους – πολύπλοκους κανονισμούς συμμόρφωσης και γραφειοκρατικές πρακτικές, αυξάνοντας δυσανάλογα τα κόστη λειτουργίας της αγοράς, προκειμένου να μπορούν τα εμπλεκόμενα μέρη να ανταπεξέλθουν και να είναι σύννομα με τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται”. Για το λόγο αυτό, τόνισε, θα πρέπει τελικά να επιδιώκεται μια ισορροπία στην ασφαλιστική αγορά, ώστε από τη μια πλευρά ναι μεν να διασφαλίζεται η προστασία του ασφαλιζόμενου, όμως και από την άλλη να εξασφαλίζονται οι κατάλληλες συνθήκες που θα εξυπηρετούν και θα προάγουν τη βιώσιμη ανάπτυξη των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών. “Η ασφαλιστική διαμεσολάβηση δεν αποτελεί μέρος του προβλήματος, αλλά μέρος της λύσης” τόνισε χαρακτηριστικά.
Προέβλεψε επίσης πως, από το γεγονός και μόνο ότι η Οδηγία ορίζει την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως δευτερεύουσα δραστηριότητα, αναμένονται νέοι «παίχτες» να ενταχθούν στον κλάδο. Είναι γεγονός, είπε, ότι θα υπάρξει ανακατάταξη και επανατοποθέτηση των διαφορετικών κατηγοριών διαμεσολάβησης και θα αλλάξει σημαντικά ο τρόπος με τον οποίο θα προωθούνται τα ασφαλιστικά προϊόντα, κυρίως στο κομμάτι των ατομικών κινδύνων και ειδικότερα του retail business. Στο μεταξύ, στο πλαίσιο των τοποθετήσεών του ο πρόεδρος του ΣΕΜΑ αναφέρθηκε και στο ρόλο που οφείλει να διαδραματίσει ο επαγγελματίας Μεσίτης ασφαλίσεων, ο οποίος, όπως ανέφερε, καλείται να λειτουργήσει πρωτίστως ως ο εξειδικευμένος σύμβουλος του πελάτη του και σε δεύτερο χρόνο ως ο ασφαλιστής του. “Οι πρότυπες επαγγελματικές πρακτικές είναι αυτές που ενισχύουν την αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς στο σύνολό της, προάγουν την ασφαλιστική συνείδηση στον ασφαλιζόμενο και τελικώς βοηθούν στην ανάπτυξη του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης“ τόνισε.
Ο κ. Ξηρογιαννόπουλος αναφερόμενος και στο θέμα της εκπαίδευσης τόνισε ότι σαφώς και υποστηρίζει θετικά τη θέσπιση ενός ελάχιστα αποδεκτού επιπέδου γνώσης και πρακτικής εμπειρίας καθώς αυτό θα βοηθήσει στο επίπεδο των υπηρεσιών που προσφέρει η ασφαλιστική διαμεσολάβηση στην αγορά, όμως το υφιστάμενο πλαίσιο Εκπαίδευσης και Πιστοποίησης των γνώσεων έτσι όπως έχει διαμορφωθεί, τείνει να αποτελέσει άλλη μια επιπλέον «τυπική υποχρέωση» στην οποία ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής οφείλει να συμμορφωθεί, χωρίς τελικά να επιτυγχάνεται το ζητούμενο που δεν είναι άλλο από την απόκτηση μεγαλύτερης τεχνογνωσίας γύρω από το ασφαλιστικό αντικείμενο.
Επίσης, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε θεωρεί λίγο άδικο για τον κλάδο, μέσα από το διαμορφωμένο πλαίσιο υποχρεωτικής παρακολούθησης σεμιναρίων επανεκπαίδευσης να τίθεται υπό αμφισβήτηση και υπό εξέταση η επαγγελματική υπόσταση πολλών έμπειρων στελεχών της αγοράς, χωρίς να συνυπολογίζεται καθόλου σε αυτή τη διαδικασία η επαγγελματική τους εμπειρία και τεχνογνωσία και κατέληξε λέγοντας ότι θεωρεί ότι θα ήταν πιο χρήσιμο και αποτελεσματικό να υπάρχει ένα πιο αυστηρό πλαίσιο εκπαίδευσης και πιστοποίησης για τους νεοεισερχόμενους ασφαλιστικούς διαμεσολαβούντες στην αγορά και παράλληλα να δημιουργηθούν πιο ευέλικτα σχήματα επανεκπαίδευσης για τους ήδη ενταγμένους στην αγορά.
Τέλος, σε ότι αφορά την ασφαλιστική αμοιβή ο κ. Ξηρογιαννόπουλος σημείωσε ότι με σύμφωνα με την IDD υπάρχει μια βασική αρχή που αναφέρει ότι η αμοιβή δεν μπορεί να αποτελεί το μεγαλύτερο κίνητρο για την προώθηση ενός προϊόντος, ενώ υπογράμμισε πως “ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής θα πρέπει να ενημερώνει τον πελάτη του για τον τρόπο με τον οποίο ασκεί την δραστηριότητα της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης και την κατηγορία διαμεσολάβησης στην οποία ανήκει, καθώς επίσης και για την φύση της αμοιβής που λαμβάνει σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης, χωρίς όμως να έχει την υποχρέωση ενημέρωσης για το ύψος και/ή το ποσό της αμοιβής” και κατέληξε τονίζοντας ότι: “σε όποια περίπτωση, η παροχή κινήτρων για την προώθηση ασφαλιστικών προϊόντων από μόνη της δεν συνεπάγεται “a priori” καταστρατήγηση της παραπάνω αρχής, αρκεί να διασφαλίζεται ότι κανένα κίνητρο δεν είναι τόσο μεγάλο ώστε να επηρεάζεται η αμερόληπτη (fair) συμβουλή και η αντικειμενική πρόταση που παρέχεται από τον διανομέα του ασφαλιστικού προϊόντος.”