Σύμφωνα με πρωτόδικη δικαστική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, το Ι.Κ.Α. υποχρεώνεται να επιστρέψει σε Ασφαλιστική Εταιρία (στην Ιντερσαλόνικα) επιβληθέν πρόστιμο για προηγούμενη μη εγγραφή και υπαγωγή στο Ι.Κ.Α. Συντονιστή Ασφαλιστικών Συμβούλων. Παρά το γεγονός ότι οι Συντονιστές Ασφαλιστικών Συμβούλων δεν υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α., συχνά επιβάλλονται πρόστιμα στις Ασφαλιστικές Εταιρίες , οι οποίες, αν δεν προσφύγουν στα δικαστήρια ζημιώνονται παρανόμως.
Υπενθυμίζουμε ότι προϋπόθεση υπαγωγής στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. αποτελεί η παροχή εξαρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής. Ο χαρακτήρας της εργασίας ως εξαρτημένης κρίνεται από το αν ο προσφέρων την εργασία τελεί, κατά την εκτέλεση αυτής, υπό την καθοδήγηση και επιτήρηση του εργοδότη, οπότε η εργασία θεωρείται εξαρτημένη και συνεπάγεται την υπαγωγή του εργαζόμενου στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.
Αντιθέτως, αν διατηρεί ελευθερία ενεργειών, η εργασία δεν είναι εξαρτημένη και ο προσφέρων αυτή δεν υπάγεται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. Εάν είναι δυσχερής η διάκριση μεταξύ εξαρτημένης ή μη εργασίας, εφαρμόζεται το προβλεπόμενο από την προαναφερόμενη διάταξη μαχητό τεκμήριο υπέρ της εξαρτημένης εργασίας ή, προς ανατροπή του τεκμηρίου αυτού πρέπει να αποδεικνύεται κάθε φορά, κατά τρόπο βέβαιο και σαφή, ότι η εργασία προσφέρεται υπό καθεστώς ελευθέρων ενεργειών του παρέχοντος αυτή.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση δε, Συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο για λογαριασμό μιας ασφαλιστικής επιχείρησης ζωής ή και μιας μόνο ασφαλιστικής επιχείρησης ασφαλίσεων κατά ζημιών, διαμεσολαβεί, έναντι προμήθειας, στη σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων δια μέσου ομάδας ασφαλιστικών συμβούλων τους οποίους επιλέγει, εκπαιδεύει και εποπτεύει.
Η σχέση που συνδέει το συντονιστή με την ασφαλιστική επιχείρηση είναι σύμβαση έργου, η οποία καταρτίζεται εγγράφως. Σε περίπτωση ύπαρξης επιπλέον σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του συντονιστή ως διευθυντή γραφείου πωλήσεων ασφαλίσεων, η σύμβαση έργου παραμένει ανεξάρτητη και δεν απορροφάται από την σύμβαση εξαρτημένης εργασίας…»
Ο Ασφαλιστικός Σύμβουλος επίσης, είναι ελεύθερος επαγγελματίας και κανένας όρος της συγκεκριμένης σύμβασης εργασίας δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι δημιουργεί σχέση εργοδότη και εργαζόμενου μεταξύ του ίδιου και της Ασφαλιστικής Εταιρίας.
αδικος πλουτισμος ειναι ο συντονιστης να εκτελει και καθηκοντα υπευθυνου γραφειου και να μην αμοιβεται για αυτη την εργασια.Φυσικα δεν εννοω την παραγωγικη εργασια αλλα ολα εκεινα που απαιτουνται ωστε το γραφειο να ειναι λειτουργικο.Δεν αναφερει τυχαια ο νομοθετης την εξαρτημενη σχεση στον συντονιστη σαν διευθυντης γραφειου πωλησεων ασφαλισεων.Αλλο ο συντονιστης και αλλο ο διευθυντης γραφειου.Εννοειται οτι τις εταιριες τις συμφερει να τα ταυτιζουν για να κερδιζουν.Και εμεις οι συντονιστες δεν τα απαιτουμε για να μην χασουμε τα
-κεκτημενα- μας.ΞΥΠΝΗΣΤΕ ΠΡΟΒΑΤΑΚΙΑ .ΕΡΧΕΤΕ ΠΑΣΧΑ !!!
● Διορίστηκα στο ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ(ΤΕΑΑΠΑΕ) Ασφαλίστηκα τότε κατ’ εξαίρεση -βάσει της ισχύουσας τότε καταστατικής του διάταξης, που μου έδινε κατ’ εξαίρεση το δικαίωμα να ασφαλιστώ σαν υπάλληλος του, καταβάλλοντας τις εισφορές μου τακτικά μέχρι της Συνταξιοδοτήσεως μου από το ΙΚΑ. Υπέβαλα τότε σ’ αυτό αίτηση συνταξιοδότησης, μου απένειμε τη σύνταξη αλλά ταυτόχρονα μου την ανέστειλε διότι είχα την ιδιότητα του Συντονιστή Ασφαλιστικών Συμβούλων.
● Προσέφυγα στο Διοικ. Πρωτοδικείο το οποίο με δικαίωσε με την 1264/1990 Απόφαση του. Το ΤΕΑΑΠΑΕ έκανε Έφεση στο Διοικ. Εφετείο που και αυτό με την 1945/1993 απόφαση του με δικαίωσε πλην όμως το ΤΕΑΑΠΑΕ έκανε αναίρεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας το οποίο διέταξε το παραπάνω Ταμείο να μου καταβάλλει αναδρομικά τη Σύνταξη μου αλλά εκείνο συνέχισε να μη μου καταβάλλει τα αναδρομικά και τη σύνταξη μου με το αιτιολογικό ότι παρ’ ότι αμειβόμουνα με Τιμολόγιο Παροχής Υπηρεσιών ως Εργολήπτης βάσει της Σύμβασης μου θεώρησε και εξακολουθεί να θεωρεί ότι οι άμειβες είναι προμήθειες
● Για περισσότερες πληροφορίες είμαι στη διλαθεση σας.
Ευχαριστώ
Στέλιος Γ. Φραγκάκης