Ψηφίστηκε τελικά στη Βουλή το νομοσχέδιο που περιείχε τις αλλαγές στον κανονισμό λειτουργίας του Επικουρικού Κεφαλαίου. Σε εγκύκλιο που απέστειλε η ΕΑΕΕ οι νέες ρυθμίσεις που αφορούν στο Επικουρικό είναι:
1. Καταργείται η υποχρέωση του Επικουρικού Κεφαλαίου να καταβάλλει αποζημίωση σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από πρόθεση του οδηγού.
2. Προβλέπεται ότι η αποζημίωση που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης δεν μπορεί, πλέον, να υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ για κάθε δικαιούχο. Η ρύθμιση αυτή ισχύει για όλες τις περιπτώσεις στις οποίες παρεμβαίνει και αποζημιώνει το Επικουρικό Κεφάλαιο (δηλαδή ισχύει τόσο στις περιπτώσεις πρόκλησης ατυχήματος από ανασφάλιστο ή άγνωστο όχημα, όσο και στις περιπτώσεις πτώχευσης ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης).
Κατά τα λοιπά, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι νέες ρυθμίσεις δεν θίγουν το είδος και το ύψος της αποζημίωσης που δύναται να αξιώσει από το Επικουρικό Κεφάλαιο το θύμα τροχαίου ατυχήματος που προκαλείται από ανασφάλιστο ή άγνωστο όχημα. Στην περίπτωση δηλαδή αυτή δεν αλλάζει η αποζημίωση που μπορεί να διεκδικήσει ο παθών τόσο για την ηθική βλάβη του, όσο και για τις οικονομικής φύσεως ζημίες του (όπως είναι π.χ. τα έξοδα νοσοκομειακής περίθαλψης και αποκατάστασης εν γένει της υγείας του θύματος, η αμοιβή γιατρών και νοσοκομείου, η απώλεια εισοδήματος, το κόστος μετατροπής της κατοικίας ή του οχήματος του ζημιωθέντος λόγω αναπηρίας, το κόστος της ειδικής διατροφής κ.λπ.).
3. Ειδικά για την περίπτωση πτώχευσης ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης, θεσπίζεται ανώτατο όριο ευθύνης του Επικουρικού Κεφαλαίου, το οποίο ορίζεται στις 100.000 ευρώ. Το ανώτατο αυτό όριο ευθύνης ισχύει για το σύνολο των ζημιών που καλείται να αποζημιώσει το Επικουρικό Κεφάλαιο, δηλαδή ισχύει για το σύνολο των οικονομικής φύσεως, αλλά και των μη οικονομικής φύσεως ζημιών των δικαιούχων.
Επιπλέον προβλέπεται ότι η αποζημίωση που οφείλει το Επικουρικό Κεφάλαιο στις περιπτώσεις αυτές καταβάλλεται σύμφωνα με τα ακόλουθα:
α. για αποζημίωση ύψους έως 4.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσό ίσο προς το 90% αυτής,
β. για αποζημίωση ύψους από 4.001 έως 10.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσό ίσο προς το 87,5% αυτής, με κατώτατο όριο 3.600 ευρώ,
γ. για αποζημίωση ύψους από 10.001 έως 30.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσό ίσο προς το 85% αυτής, με κατώτατο όριο 8.750 ευρώ,
δ. για αποζημίωση ζημία ύψους από 30.001 έως 60.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσό ίσο προς το 80% αυτής, με κατώτατο όριο 25.000 ευρώ,
ε. για αποζημίωση ζημία ύψους από 60.001 έως 100.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσό ίσο προς το 70% αυτής, με κατώτατο όριο 48.000 ευρώ,
στ. για αποζημιώσεις το ύψος των οποίων υπερβαίνουν τις 100.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσό ίσο με το 70% αυτής, με ανώτατο όριο τις 100.000 ευρώ.
Η συγκεκριμένη ρύθμιση προβλέπει ωστόσο δυνατότητα υπέρβασης του ανώτατου ορίου των 100.000 ευρώ για πρόσωπα που ζημιώθηκαν με αναπηρία, η φύση και ο βαθμός της οποίας, καθώς και το ύψος της αποζημίωσης θα οριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που εκδίδεται μετά τη γνώμη του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ).
Προβλέπεται τέλος ότι με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται μετά την εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος μπορούν να ορίζονται ειδικές προϋποθέσεις καταβολής αποζημιώσεων από το Επικουρικό Κεφάλαιο σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας λόγω παράβασης της νομοθεσίας ή πτώχευσης ασφαλιστικής επιχείρησης.
4. Οι αλλαγές που επιφέρουν οι παραπάνω ρυθμίσεις (περ. 2 και 3 ανωτέρω) καταλαμβάνουν και τις αξιώσεις σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου που έχουν γεννηθεί κατά την έναρξη ισχύος τους. Ωστόσο, δεν θίγονται αξιώσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί οριστική δικαστική απόφαση.
5. Επιπλέον των ανωτέρω, θεσπίζεται προδικασία για την άσκηση αγωγών σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου και συγκεκριμένα προβλέπεται υποχρέωση των δικαιούχων αποζημίωσης πρώτα να υποβάλλουν εξώδικη έγγραφη αίτηση αποζημίωσης στο Επικουρικό Κεφάλαιο, με συνημμένα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτησή τους, και ακολούθως, μετά τη λήψη απάντησης από το Επικουρικό Κεφάλαιο ή εάν δεν λάβουν απάντηση μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή της αίτησής τους (άρθρο 6 παρ. 6 του π.δ. 237/1986), να προχωρούν σε άσκηση αγωγής. Σε περίπτωση μη τήρησης της ανωτέρω διαδικασίας, η αγωγή του δικαιούχου θα κρίνεται απαράδεκτη.
6. Προβλέπεται επίσης αναστολή κάθε αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου, είτε εις χείρας του είτε εις χείρας τρίτων, από την έναρξη ισχύος της ρύθμισης μέχρι τις 31.12.2016. Ταυτόχρονα απαγορεύεται ο συμψηφισμός των εισφορών των μελών του Επικουρικού Κεφαλαίου με τυχόν οφειλές του προς αυτά.
7. Για την οικονομική ενίσχυση του Επικουρικού Κεφαλαίου προβλέπονται τέλος οι ακόλουθες ρυθμίσεις:
α. Θεσπίζεται αύξηση της εισφοράς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου. Συγκεκριμένα, από 5% επί των καθαρών ασφαλίστρων του κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα που είναι σήμερα διαμορφώνεται σε 6% επί των ακαθαρίστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων. Η ρύθμιση αυτή ισχύει και για τον υπολογισμό της εισφοράς υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου των επιχειρήσεων που ασκούν τον κλάδο με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
β. Καθιερώνεται σε ειδικό εδάφιο υποχρέωση των αλληλασφαλιστικών συνεταιρισμών να αποδίδουν στο Επικουρικό Κεφάλαιο τις εισφορές που αναλογούν στους πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς που αντασφαλίζουν, ανεξάρτητα αν εισέπραξαν τις εισφορές αυτές ή όχι.
γ. Θεσπίζεται δικαίωμα εγγραφής στο Επικουρικό Κεφάλαιο για κάθε νέο μέλος, το οποίο διαμορφώνεται σε 50.000 ευρώ, ενώ προβλέπεται και ελάχιστη ετήσια εισφορά για κάθε μέλος, ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθαρίστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων του, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ.
Σχετικά με τη διαδικασία είσπραξης των εισφορών, οι νέες διατάξεις προβλέπουν ότι το θέμα αυτό θα ρυθμίζεται με απόφαση του Επικουρικού Κεφαλαίου. Το Επικουρικό Κεφάλαιο τέλος υποχρεούται, ένα μήνα μετά τη λήξη κάθε ημερολογιακού διμήνου, να ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος για το ύψος των εισφορών που εισέπραξε, αναλυτικά για κάθε επιχείρηση όπως και την ημερομηνία καταβολής της εισφοράς, καθώς και ποιες επιχειρήσεις δεν κατέβαλαν την εισφορά τους.
Οι παραπάνω ρυθμίσεις θα ισχύσουν από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για την οποία η ΕΑΕΕ θα ενημερώσει άμεσα με επόμενη Εγκύκλιο.